Στον βασιλικό τάφο ΙΙ της Βεργίνας δεν βρίσκεται θαμμένος ο Φίλιππος Β’. Η άποψη αυτή, που θα μπορούσε να πέσει ως... κεραυνός εν αιθρία, δεν ακούγεται για πρώτη φορά. Ήρθε ξανά στην επικαιρότητα κατά κάποιον τρόπο στη διάρκεια του πρόσφατου συμποσίου για το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, μέσω μιας ανακοίνωσης με θέμα “Βάση δεδομένων και πρόδρομες παρατηρήσεις στο σκελετικό υλικό από τον θάλαμο του τάφου ΙΙ στη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας”.
Της Στελίνας Μαργαριτίδου
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της ερευνητικής ομάδας, στην οποία υπεύθυνη είναι η καθηγήτρια Χρ. Παλιαδέλη, “το σκελετικό υλικό που περιείχε η χρυσή λάρνακα που ανακάλυψε το 1977 ο αείμνηστος αρχαιολόγος Μ. Ανδρόνικος αποτέλεσε αντικείμενο ανθρωπολογικών προσεγγίσεων που τροφοδότησαν μιαν εκτενή συζήτηση για την ταυτότητα του νεκρού. Κάποιοι μέχρι σήμερα υποστηρίζουν ότι εκεί βρίσκεται θαμμένος ο Φίλιππος ο Γ’ ο Αριδαίος. Η δημιουργία μιας βάσης δεδομένων που θα ολοκληρωθεί θα καταγράφει απόλυτα όλα τα στοιχεία παθολογίας και τις σύγχρονες επεμβάσεις σε όλα τα οστά του σκελετού από τον θάλαμο του τάφου ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας, έτσι ώστε να ταυτοποιηθεί όλο το σκελετικό υλικό όχι μόνο από τους βασιλικούς τάφους της Μεγάλης Τούμπας αλλά και από την αγορά των Αιγών”.
Η παραπάνω ανακοίνωση φέρνει ξανά στην επιφάνεια παλαιότερες ανακοινώσεις, όπως αυτή που έγινε το 2008 από τον αμερικανό ακαδημαϊκό Eugene Borza και την ελληνίδα καθηγήτρια αρχαιολογίας Όλγα Παλαγγά, οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι ο νεκρός που βρίσκεται θαμμένος στον τάφο ΙΙ της Βεργίνας ήταν ο Φίλιππος ο Αριδαίος, ετεροθαλής αδελφός του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Παρόμοια άποψη έχουν εκφράσει κατά καιρούς καθηγητές αρχαιολογίας, αλλά και ο ιστορικός-ερευνητής από τη Θεσσαλονίκη Τριαντάφυλλος Παπαζώης. Ο ίδιος, ερευνώντας τις ιστορικές πηγές για παραπάνω από δύο δεκαετίες, εξέδωσε δύο βιβλία. Το 1993 το βιβλίο του με τίτλο “Στον Φίλιππο Β’ ή στον Μ. Αλέξανδρο ανήκει ο ΙΙος βασιλικός τάφος της Βεργίνας;” και το 2001 το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο “Ο ΙΙος βασιλικός τάφος της Βεργίνας αποκαλύπτει τον Μ. Αλέξανδρο”.
Σχετικά πρόσφατα, τον Σεπτέμβριο του 2010, 37 κάτοικοι από την περιοχή της Βέροιας ζήτησαν με επιστολή τους στον πρωθυπουργό της χώρας Γ. Παπανδρέου να επανεξεταστεί το γενετικό υλικό που βρέθηκε στον βασιλικό τάφο ΙΙ της Βεργίνας και να έλθουν στο φως όλες οι σχετικές πληροφορίες.
Όλα τα παραπάνω, και κυρίως η διαπίστωση του ερευνητή Τρ. Παπαζώη ότι στον βασιλικό τάφο ΙΙ της Βεργίνας βρίσκεται θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος, θα μπορούσαν να είχαν συγκλονίσει την ελληνική και διεθνή κοινή γνώμη, αλλά όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο κ. Παπαζώης, είναι ερασιτέχνης ερευνητής και ιστορικός και όχι αρχαιολόγος στο επάγγελμα.
Αν και η κοινή ελληνική γνώμη παραμένει απληροφόρητη για τις διαπιστώσεις του ερευνητή, στο εξωτερικό φαίνεται ότι το έργο του έχει κινήσει το ενδιαφέρον. Όπως ο ίδιος λέει, λαμβάνει αρκετά μηνύματα από ερευνητές σε όλο τον κόσμο, έχει ήδη δώσει δύο συνεντεύξεις στο εξωτερικό, και με αφορμή σχετικό ρεπορτάζ από δημοσιογράφο του ιταλικού πρακτορείου ειδήσεων ANSA, μερίδα του ιταλικού Τύπου, χωρίς την εξαίρεση και της εφημερίδας Corriere Della Sera, ασχολήθηκε εκτεταμένα με τη θεωρία του αναφορικά με την ταυτότητα των νεκρών της Βεργίνας, ενώ ιστορικές μελέτες του φιλοξενήθηκαν στο περιοδικό “Αρχαιολογία και Τέχνες”.
Τι αποκαλύπτουν οι ιστορικές πηγές
Σταχυολογώντας μέρη από ομιλία του ιστορικού-ερευνητή αλλά και από τις πολυετείς μελέτες του, συμπεραίνονται τα εξής:
Στο αρχαίο βασιλικό νεκροταφείο των Αιγών (Βεργίνας), σύμφωνα με τις πληροφορίες τριών αρχαίων ιστορικών όλοι οι βασιλικοί τάφοι εσυλήθησαν, τα οστά όλων των βασιλέων διασκορπίστηκαν και τα κτερίσματα όλων των τάφων αφαιρέθηκαν από τα στρατεύματα του βασιλιά της Ηπείρου Πύρρου, όταν το 274 π.Χ. κατέλαβε αιφνιδιαστικά τη Μακεδονία και ειδικά στις Αιγές εγκατέστησε φρουρά μισθοφόρων Γαλατών, προφανώς για την ολοκλήρωση του καταστροφικού του έργου.
Ο κ. Παπαζώης υποστηρίζει ότι ο τάφος δεν ήταν δυνατό να διασωθεί, γεγονός που επιβεβαιώνεται μαζί με άλλα αποδεικτικά στοιχεία και από πορίσματα τριών ανθρωπολόγων καθηγητών, οι οποίοι κληθέντες αρμοδίως εξέτασαν τα οστά του τάφου ΙΙ και αποφάνθηκαν ότι “αυτά δεν ανήκουν στον βασιλιά Φίλιππο Β’ και στη σύζυγό του Κλεοπάτρα”.
Υποστηρίζει ακόμη ότι άλλοι ήταν οι μακεδόνες βασιλείς που είχαν ταφεί στους τάφους ΙΙ και ΙΙΙ πριν από τη σύλησή τους το 274 π.Χ. και τα οστά τους διασκορπίστηκαν, τα δε κτερίσματα αφαιρέθηκαν, και άλλοι μακεδόνες βασιλείς είναι αυτοί που έχουν επαναταφεί στους ίδιους τάφους μετά την εκδίωξη του Πύρρου το 273 π.Χ. και τα οστά τους βρίσκονται στη Βεργίνα.
Ο ερευνητής, ακόμη, παρουσιάζοντας σημαντικά ιστορικά στοιχεία, καταλήγει σε ένα νέο συμπέρασμα, το οποίο είναι αν μη τι άλλο ιδιαίτερα εντυπωσιακό: Ο Μέγας Αλέξανδρος με την οικογένειά του από την Αίγυπτο και την Αμφίπολη, όπου αντίστοιχα τάφηκαν το 321 και το 311 π.Χ., επανατάφηκαν επί Αντίγονου Γονατά μετά το 273 π.Χ. στους δύο παραπάνω τάφους, όπου βρίσκονται τα λείψανα και τα χρυσοποίκιλτα κτερίσματά τους μαζί με ολόκληρη την πανοπλία του Μ. Αλεξάνδρου και μικρό μέρος της πανοπλίας του Δαρείου Γ’, που περιήλθε στην κυριότητά του ως λάφυρο από τις μάχες της Ισσού και των Γαυγαμήλων.
Τα παραπάνω υπήρξαν από μόνα τους αρκετά για να προκαλέσουν το ενδιαφέρον μου για μια συνάντηση με τον εν λόγω ιστορικό-ερευνητή. Έναν άνθρωπο που αφιέρωσε 18 ολόκληρα χρόνια από τη ζωή του στη μελέτη των αρχαίων ελληνικών κειμένων που αναφέρονται στη ζωή, το έργο, το περιβάλλον που έζησε και στην περαιτέρω τύχη των λειψάνων του μεγάλου μακεδόνα στρατηλάτη και εκπολιτιστή Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Τι αναφέρει ο κ. Παπαζώης
Σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του ο κ. Παπαζώης λέει στη “ΜτΚ”:
“Είμαι στρατιωτικός. Γνώριζα για τη Βεργίνα και τους βασιλικούς τάφους όπως όλοι οι Έλληνες. Η ανάμειξή μου στο πράγματι σοβαρό αυτό θέμα έχει την αφετηρία στο εξής γεγονός. Όταν υπηρετούσα στην Ανώτατη Σχολή Πολέμου ως καθηγητής, μου είχε ανατεθεί από το Γενικό Επιτελείο Στρατού να μελετήσω τη μεθοδολογία που χρησιμοποιούσε ο Μέγας Αλέξανδρος στην εφαρμογή των αρχών του πολέμου, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνει πάντοτε περιφανείς νίκες έναντι υπέρτερου εχθρού. Η μελέτη μου διήρκεσε περισσότερο από τρεις μήνες και στηρίχθηκε κυρίως στις πληροφορίες των αρχαίων ιστορικών, και ειδικά του Αρριανού. Μετά την αποστρατεία μου, θέλησα να ασχοληθώ συγγραφικά και με τον βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο.
Ο Πύρρος ήταν και αυτός ένας μεγάλος στρατηλάτης και οι επιτυχίες του συνδέονται με επιθετικές ενέργειες στον χώρο της Μακεδονίας, όταν σ’ αυτή βασίλευε ο Αντίγονος Γονατάς. Έτσι το 274 π.Χ. ο Πύρρος αιφνιδιαστικά εισέβαλε στη Μακεδονία και μέσα σε ελάχιστο χρόνο την κατέλαβε. Όταν τα στρατεύματά του έφτασαν στις Αιγές (Βεργίνα), όπου υπήρχε το αρχαίο βασιλικό νεκροταφείο, σύμφωνα με τις μαρτυρίες τριών αρχαίων ιστορικών, ‘εσύλησαν όλους τους βασιλικούς τάφους, διασκόρπισαν τα οστά όλων των βασιλέων και αφαίρεσαν τα κτερίσματα όλων των τάφων’. Στο ίδιο νεκροταφείο κατά τις αρχαίες πηγές είχαν ταφεί αντίστοιχα 62 και 42 χρόνια πριν από τη σύληση ο Φίλιππος Β’ και ο γιος του Αριδαίος-Φίλιππος. Ανάμεσα στους συληθέντες τάφους αναμφιβόλως ήταν και οι τάφοι αυτών”.
Η αφορμή για την έρευνα και τα νέα στοιχεία
Η αφορμή για τις πρώτες έρευνες και ουσιαστικά η πρώτη αμφισβήτηση ξεκίνησε από το βιβλίο του καθηγητή Μανώλη Ανδρόνικου “Βεργίνα, οι Βασιλικοί τάφοι - 1984” που χρησιμοποιήθηκε από τον κ. Παπαζώη ως βοήθημα στην έρευνά του για τον Πύρρο. Εκεί, ο ίδιος διαπίστωσε ότι ενώ γινόταν αποδεκτή από τον αείμνηστο αρχαιολόγο η σύληση των βασιλικών τάφων από τον Πύρρο, αναφερόταν ότι “συμπτωματικά γλίτωσε ο τάφος του Φιλίππου από τη σύληση”.
“Το συμπέρασμα αυτό αποτέλεσε, κατά τη γνώμη μου, μια πολύ σοβαρή ιστορική πλάνη, με αποτέλεσμα τόσο οι νεκροί όσο και τα ευρήματα της Βεργίνας να αποδίδονται όλα στον βασιλιά Φίλιππο Β’ και στη γυναίκα του Κλεοπάτρα, ή σε κάποια βάρβαρη σύζυγο και σε κάποιον άγνωστο πρίγκιπα. Η διαφοροποίηση αυτή του καθηγητή Ανδρόνικου από τους αρχαίους ιστορικούς με οδήγησε να στραφώ στην έρευνα για το ποιος ήταν ο νεκρός βασιλιάς του τάφου ΙΙ.
Όταν κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο ΙΙος βασιλικός τάφος δεν σχετιζόταν με τον βασιλιά Φίλιππο Β’, ζήτησα με δημοσιεύματά μου στον Τύπο διάλογο με τους αρχαιολόγους. Δυστυχώς από τότε μέχρι σήμερα κανένας δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημά μου, ούτε θετικά ούτε αρνητικά”, λέει ο κ. Παπαζώης.
Συνεχίζοντας την έρευνά του, ο ίδιος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι στον βασιλικό τάφο ΙΙ της Βεργίνας βρίσκεται θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος. Το συμπέρασμα σίγουρα ακούγεται για ορισμένους... εξωφρενικό. Κι επειδή δεν προέρχεται από επιστήμονα με περγαμηνές στην αρχαιολογία, παραμένει στην αφάνεια. Ίσως όμως αξίζει κάποιας προσοχής:
“Ο Μέγας Αλέξανδρος, σύμφωνα πάντα με τις αρχαίες πηγές, πέθανε τον Ιούνιο του 323 π.Χ. στη Βαβυλώνα από απρόσμενη αρρώστια. Στη Βαβυλώνα η σορός του, τοποθετημένη μέσα σε μέλι ή κερί, παρέμεινε επί διετία. Το 321 π.Χ. η νεκροφόρα αρμάμαξα με τη σορό του αναχώρησε για την ταφή του στη Μακεδονία.
Αποτελεί μυθοπλασία η πληροφορία δύο λατίνων και ενός έλληνα ιστορικού ότι τις τελευταίες στιγμές της ζωής του ζήτησε να ταφεί στο ιερό του Άμμωνα Δία στην Αίγυπτο. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Αλέξανδρος τις δύο τελευταίες μέρες περιέπεσε σε αφασία.
Όταν η νεκροφόρα πομπή έφτασε στη Δαμασκό, εξετράπη του προορισμού της για τη Μακεδονία και οδηγήθηκε βίαια από τον Πτολεμαίο του Λάγου στην Αίγυπτο. Επακολούθησαν δύο ανεπιτυχείς προσπάθειες των Μακεδόνων για την επανάκτηση της σορού. Η βασίλισσα Ρωξάνη με το βρεφικής ηλικίας παιδί της μετά την εξέλιξη αυτή έφτασε τον ίδιο χρόνο στη Μακεδονία και το 311 οι δυο τους εκτελέστηκαν από τον Κάσσανδρο στην Αμφίπολη.
Από την πολύχρονη μελέτη και έρευνα που συνέχισα, σε συνδυασμό με τα πορίσματα των ανθρωπολόγων και άλλων ειδικών επιστημόνων, την τοιχογραφία του κυνηγιού στον τάφο ΙΙ, την ερμηνεία των ευρημάτων που ανακάλυψε ο καθηγητής Ανδρόνικος στον ίδιο τάφο, όπου όλα ένα προς ένα σχετίζονται με τον Μ. Αλέξανδρο, μηδέ και των άνισων κνημίδων εξαιρουμένων, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι:
Οι Μακεδόνες επέτυχαν τελικά σε 1-2 χρόνια, κατά την εκτίμησή μου, να αφαιρέσουν τα λείψανα του Μ. Αλεξάνδρου από την Αίγυπτο αντικαθιστώντας τα με ξένα λείψανα ή με είδωλο, το οποίο είδαν -αν είδαν- αργότερα οι ρωμαίοι αυτοκράτορες, όταν πήγαν να αποτίσουν φόρο τιμής στον τάφο του Μ. Αλεξάνδρου.
Η επαναταφή του Μ. Αλεξάνδρου και της οικογένειάς του από τον Αντίγονο Γονατά στις αρχαίες Αιγές (Βεργίνα) δεν αναφέρεται από τις αρχαίες πηγές. Πληροφορίες όμως από τον Πλούταρχο και τον Αρριανό φέρουν μακεδόνες ιστορικούς να έγραψαν σχετικά βιβλία για τον θάνατο και την ταφή του Μ. Αλεξάνδρου, αλλά όλα αυτά χάθηκαν μαζί με το 7ο Βιβλίο του Στράβωνα για τη Μακεδονία.
Οι θησαυροί του Μ. Αλεξάνδρου με όλα τα χρυσοποίκιλτα ευρήματα περιήλθαν τελικά στον τελευταίο κληρονόμο των Αντιγονιδών, Αντίγονο Γονατά, και μέρος αυτών τοποθετήθηκε στον τάφο του.
Όταν στον αρχαίο ελλαδικό χώρο αποτελούσε ιερή παράδοση η μεταφορά των λειψάνων στην πατρώα γη όλων των επιφανών αντρών που πέθαιναν στην ξενιτιά, δεν θα ήταν δυνατό να αποτελέσει εξαίρεση η σορός του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος υπήρξε ο μεγαλύτερος στρατηλάτης και εκπολιτιστής όλων των εποχών μέχρι σήμερα”, εξηγεί ο κ. Παπαζώης.
Πηγή
http://www.makthes.gr/news/reportage/71279/