28 Οκτωβρίου 1940: Μια ιστορική εθνική επέτειος που, κάθε χρόνο, γιορτάζεται με κάθε επισημότητα, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος είχε αρχίσει από το 1939, με τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία. Στις 10 Ιουνίου η Ιταλία εισέρχεται στον πόλεμο και τον Αύγουστο του 1940, θα προκαλέσει τη χώρα μας με τον τορπιλισμό στην Τήνο του ευδρόμου «Έλλη», ανήμερα της μεγάλης γιορτής της Παναγίας.
Είναι ο προάγγελος της ιταλικής επίθεσης στην Ελλάδα, που προετοιμάζεται με κάθε μυστικότητα, πριν αυτή εκδηλωθεί στις 28 Οκτωβρίου του 1940.
Η χώρα μας, χωρίς να διαθέτει τα τεράστια πολεμικά μέσα των εισβολέων Ιταλών και με μόνα όπλα της την ψυχή και τη γενναιότητα του λαού της είπε ΟΧΙ στο ιταμό τελεσίγραφο του Ιταλού δικτάτορα Μουσολίνι, καταφέρνοντας, στο μέτωπο της Αλβανίας, καίριο κτύπημα στις ιμπεριαλιστικές του φιλοδοξίες, σε σημείο ταπείνωσης, γεγονός που ανάγκασε τον επίσης δικτάτορα της Γερμανίας, τον Χίτλερ, να ανασυντάξει τα πολεμικά του πλάνα και να προστρέξει σε βοήθεια του φανφαρόνου συμμάχου του.
Η Ελλάδα, αφού αντιστάθηκε ηρωικά στις σιδηρόφρακτες στρατιές του Χίτλερ, υπέκυψε στις κατά πολύ ανώτερες στρατιωτικές του δυνάμεις και αναπόφευκτα υπέστη στις 24 Απριλίου 1941, την τριπλή κατοχή από τις συνασπισμένες δυνάμεις της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας.
Κι από την σκληρή αυτή κατοχή ξεπήδησε η εποποιϊα της Εθνικής Αντίστασης, που σε συνδυασμό με τις νίκες των συμμάχων οδήγησαν στην πτώση των δυνάμεων του ναζιστικού και φασιστικού άξονα και στην απελευθέρωση της χώρας μας.
Αυτό είναι με λίγα λόγια το ιστορικό πλαίσιο της μεγάλης αυτής ιστορικής επετείου.
Όμως τα Δωδεκάνησα την περίοδο εκείνη είναι σκλαβωμένα, υπό την κατοχή των Ιταλών, που μετά τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923, απέκτησαν κυριαρχικά δικαιώματα με βάση το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες.
Και όσο κι αν είναι αντιφατικό και οξύμωρο, από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940, άρχισε να ξαναγεννιέται η ελπίδα ότι μαζί με τη νίκη των ελληνικών και συμμαχικών δυνάμεων, θα ερχόταν επιτέλους και η ώρα της δικής τους απελευθέρωσης.
Ας δούμε όμως υπό μορφή χρονολογίου τα κυριότερα γεγονότα από την έναρξη του Β' παγκοσμίου πολέμου, μέχρι τα χρόνια της Κατοχής.
1 Σεπτεμβρίου 1939
Γερμανική εισβολή στην Πολωνία. Η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία και οι κτήσεις της κηρύσσουν τον πόλεμο στη Γερμανία. Η Ιταλία από τις 7 Απριλίου του 1939 είχε καταλάβει την Αλβανία.
9 Απριλίου 1940
Γερμανική επίθεση στη Δανία και τη Νορβηγία.
10 Μαϊου 1940
Γερμανική επίθεση στην Ολλανδία το Βέλγιο και τη Γαλλία, που θα συνθηκολογήσει στις 22 Ιουνίου.
10 Ιουνίου 1940
Η Ιταλία εισέρχεται στον πόλεμο. Δημιουργείται έτσι ο γερμανοϊταλικός Άξονας.
Ιούνιος-Ιούλιος 1940
Η Σοβιετική Ένωση καταλαμβάνει την Εσθονία, τη Λιθουανία, τη Λετονία, τη Βεσαραβία και άλλα όμορα εδάφη.
Αύγουστος 1940
Οι Ιταλοί εισβάλλουν στην Αίγυπτο και οι Βρετανοί στη Σομαλία.
4 Οκτωβρίου 1940
Συνάντηση Χίτλερ και Μουσολίνι. Καμιά αναφορά για Ελλάδα και Ρουμανία.
28 Οκτωβρίου 1940
Στις τρεις τα ξημερώματα της Δευτέρας, 28 Οκτωβρίου του 1940, για τους Ιταλούς η δεκάτη ογδόη επέτειος από την φασιστική «πορεία προς τη Ρώμη», που έφερε, το 1922, τον Μουσολίνι στην εξουσία, ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα Γκράτσι, επισκέπτεται, στην οικία του, τον πρωθυπουργό της Χώρας, Ιωάννη Μεταξά και του επιδίδει τελεσίγραφο με το οποίο ζητούσε, εντός τριών ωρών, την ελεύθερη διέλευση και στάθμευση των ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα.
Με τη γαλλική φράση « Alors , c ' est la guerre », που σημαίνει « Πόλεμος λοιπόν », ο Μεταξάς απορρίπτει το ιταμό ιταλικό τελεσίγραφο και απευθύνει διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό.
Αρχίζει έτσι η ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδας, στο αλβανικό μέτωπο, την ώρα που ο λαός διαδηλώνοντας στους δρόμους της Αθήνας κατά της Ιταλίας, τρέχει με ενθουσιασμό να καταταγεί και να πολεμήσει στο μέτωπο.
Η Ιταλία επιδιώκει μ' αυτήν την αιφνιδιαστική, ακόμη και για τους συμμάχους της, επίθεση, δύο στόχους: Να δημιουργήσει αντιπερισπασμό στις επιτυχίες του Χίτλερ, βάζοντας φρένο στη γερμανική εξάπλωση στο βαλκανικό χώρο και ταυτόχρονα, να περιορίσει τις βρετανικές θέσεις στη Μεσόγειο. Η Ελλάδα, εμπόδιο σ' αυτές της τις φιλοδοξίες, έπρεπε με κάθε τρόπο τιμωρηθεί.
Η κατάσταση στα Δωδεκάνησα.
Την περίοδο της ιταλικής εισβολής στην Ελλάδα, πολιτικός και στρατιωτικός διοικητής στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα ήταν ο διαβόητος τετράρχης του φασισμού, ο Cesare Maria De Vecchi , Conte di Val Cismon , όπως υπέγραφε και όπως ήθελε να αποκαλείται, με αυτόν τον πομπώδη τρόπο.
28 Οκτωβρίου 1940
Οι Ιταλοί συγκεντρώνουν σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως ( Concentramento ) στην τάφρο του φρουρίου, όλους τους άρρενες Δωδεκανήσιους Έλληνες υπηκόους, ηλικίας 20-60 ετών.
Την ίδια ώρα στην Αθήνα, πυκνές ομάδες Δωδεκανησίων, κάθε ηλικίας, από τις συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά, αλλά και από άλλα κέντρα της Αττικής, συγκεντρώθηκαν, με τα δωδεκανησιακά λάβαρα, στο κέντρο της πρωτεύουσας και κατέκλυζαν τα γραφεία των Δωδεκανησιακών Συλλόγων για να τους πιέσουν να ενεργήσουν προς τα υπουργεία, ώστε να μπορέσουν να καταταγούν στον Εθνικό Στρατό. Ένα ήταν το αίτημα: « Να πολεμήσουν και οι Δωδεκανήσιοι ».
Πρόεδρος της Κεντρικής Δωδεκανησιακής Επιτροπής διορίζεται ο πατριώτης Ιωάννης Καζούλλης , ο οποίος είχε έλθει από την Αίγυπτο για ειδική αποστολή.
1 Νοεμβρίου 1940
Ο Αλέξανδρος Διάκος από τη Χάλκη, είναι ο πρώτος Έλληνας αξιωματικός που «πέφτει» ηρωικά μαχόμενος στο λόφο της Τσούκας.
13 Νοεμβρίου 1940
Με την υπ' αριθμ. Α.Π. 10234/13.11.1940 συγκροτείται το Σύνταγμα Εθελοντών Δωδεκανησίων , ως αυτοτελής μονάδα του στρατεύματος, με πρώτο προσωρινό διοικητή και διοικητή του Α' τάγματος, τον ταγματάρχη από τη Σύμη, Μάρκο Κλαδάκη .
27 Νοεμβρίου 1940 Ο Ιταλός κυβερνήτης De Vecchi φεύγει από τη Ρόδο για τη Ρώμη. Δεν θα επιστρέψει πλέον και θα αντικατασταθεί από τις 16 Δεκεμβρίου από τον στρατηγό Ettore Bastico .
25 Ιουλίου 1941
Ο νάυαρχος Inigo Campioni αναλαμβάνει κυβερνήτης των νησιών.
Το αφιέρωμα της Κεντρικής Δημόσιας Βιβλιοθήκης Ρόδου στην 28 η Οκτωβρίου 1940, περιλαμβάνει ένα σύνολο από κείμενα, επεξηγηματικά και διαφωτιστικά για τα γεγονότα, που περιληπτικά, περιλαμβάνονται στην εισαγωγή και στο χρονολόγιο.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΓΓΕΛΗΣ
ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Ο Αλέξανδρος Διάκος ήταν πρώτος Έλληνας αξιωματικός που έπεσε μαχόμενος στο ελληνοαλβανικό μέτωπο ,και συγκεκριμένα στις 1 Νοεμβρίου 1940 στην Πίνδο στην τοποθεσία Τσούκα.
Είχε γεννηθή στην Χάλκη της Ρόδου το 1911, που τότε ήταν υπό Ιταλική κατοχή. Το 1929 φεύγει στην Αθήνα και σπούδασε στην Σχολή Ευελπίδων μέχρι το 1934 που αποφοίτησε και εντάχτηκε στον Ελληνικό στρατό. Σύμφωνα με την αναφορά του Ταγματάρχη Καραβιά[1] ο λόχος δέχτηκε επίθεση απο πολλαπλάσιες Ιταλικές δυνάμεις Αλπινιστών ο Διάκος στεκόταν όρθιος κραυγάζοντας και δίνοντας εντολές για να εμψυχώσει τους στρατιώτες του, κατάφερε να ανασυντάξει τον λόχο του και να αντεπιτεθεί στους Ιταλούς κάνοντας έφοδο ,για την ανακατάληψη του υψώματος, και μπαίνοντας πρώτος στην μάχη, ριπή πολυβόλου τον φόνευσε. Στο σημείο που έγινε η μάχη έχει στηθή ανδριάντας του ενώ ο Ελληνικός στρατός έχει δώσει το όνομα του σε στρατόπεδο.
“Πολλαπλάσιαι ιταλικαί δυνάμεις αντεπετέθησαν κατά των οπλιτών του λόχου… Με αδάμαστον αποφασιστικότητα και ακλόνητον θάρρος ο υπολοχαγός Διάκος Αλ… κατόρθωσε ν’ ανασυντάξη εκ τρίτου τον λόχον, να τον εμψυχώση και να τον ρίψη μετά νέας ορμής εναντίον των λυσσωδώς αμυνομένων Ιταλών.”
Σε 13.748 ανήλθαν συνολικώς οι Έλληνες νεκροί και οι αγνοούμενοι κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Κάποιοι όμως είχαν τη θλιβερή τύχη να είναι οι πρώτοι που έπεσαν και έγιναν οι πρώτοι που έσυραν το χορό προς την τελική νίκη του Ελληνισμού.
Κατά την αντεπίθεση της 1ης Νοεμβρίου (ο διοικητής του 2ου Λόχου του 4ου Συντάγματος Πεζικού) , επετεύχθη η ανακατάληψη της Γραμμής “Γύφτισσα – Οξυά” συνελήφθησαν τρείς Ιταλοί αξιωματικοί και διακόσιοι είκοσι δύο οπλίτες, και περιήλθαν στα ελληνικά τμήματα 140 άλογα και αρκετά εφόδια, αλλά εκεί άφησε την τελευταία του πνοή και ο πρώτος ‘Ελληνας αξιωματικός του πολέμου, ο Υπολοχαγός Αλέξανδρος Διάκος.
Η αναφορά που έφθασε στα χέρια του θρυλικού συνταγματάρχη Δαβάκη αναφέρει:
«Πολλαπλάσιαι ιταλικαί δυνάμεις αντεπετέθησαν κατά των οπλιτών του λόχου… Με αδάμαστον αποφασιστικότητα και ακλόνητον θάρρος ο υπολοχαγός Διάκος Αλ… κατόρθωσε ν’ ανασυντάξη εκ τρίτου τον λόχον, να τον εμψυχώση και να τον ρίψη μετά νέας ορμής εναντίον των λυσσωδώς αμυνομένων Ιταλών. Καθ’ ον δε χρόνον διά τετάρτην φοράν ο δοκιμασθείς λόχος εκαλείτο με την λόγχην εφ’ όπλου ν’ αντιμετωπίση νέαν, θραυσθείσαν και αυτήν, αντεπίθεσιν του εχθρού διά της τελικής εφόδου του, ο δε ηρωικός διοικητής του λόχου αυτού, τεθείς επί κεφαλής, εκραύγαζε με φωνήν Άρεως: «Εμπρός, παιδιά, για μια μεγάλη Ελλάδα και μίαν ελεύθερη Δωδεκάνησο», ριπή πολυβόλου τον εφόνευσε».
Ο Αλέξανδρος Διάκος, από την ιταλοκρατούμενη Χάλκη της Δωδεκανήσου, γνώρισε την αθανασία σε ηλικία 29 ετών.
Τη διοίκηση του λόχου αναλαμβάνει ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Ελευθέριος Ντάσκας από τον Πλάτανο Τρικάλων. Λίγες στιγμές αργότερα ακολουθεί τον Διάκο στη λεωφόρο των ηρώων.
Είναι ο πρώτος νεκρός από τους εφέδρους αξιωματικούς. Ο πρώτος όμως νεκρός Έλληνας ήταν ένας απλός στρατιώτης.
————
Χάλκη – Το Νησί του Διάκου . Μεταξύ των μαθητών που αντιδρούσαν στις ιταλικές διαταγές και απαγορεύσεις, ήταν και ένας νέος Χαλκήτης, ο Αλέξανδρος Διάκος, φοιτητής τότε στο Γυμνάσιο της Ρόδου. Στις 25 Μαρτίου, μια χρονιά, κατέβασε την ιταλική σημαία στο Ελληνικό Γυμνάσιο και ανύψωσε την ελληνική. Οι Ιταλοί, ενοχλημένοι που δεν μπόρεσαν να σβήσουν την ελληνική φλόγα από την καρδιά του νεαρού Χαλκήτη, τον απείλησαν με φυλάκιση και εξορία.
Ο Διάκος αναγκάστηκε να φύγει από τη Ρόδο και να εγκατασταθεί στην Αθήνα, όπου εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων μαζί με άλλους Χαλκήτες, με την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να πολεμήσουν και να ελευθερώσουν τη γενέτειρά τους. Στο Διάκο δόθηκε η πρώτη ευκαιρία να πραγματοποιήσει το όνειρό του, όταν κηρύχθηκε ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος, στις 28 Οκτωβρίου του 1940. Ο υπολοχαγός Διάκος βρισκόταν τότε στην Πίνδο και ζήτησε να σταλεί πρώτος στο μέτωπο.
Από το Ημερολόγιο του Ιωάννη Μεταξά:
28 Οκτωβρίου, Δευτέρα
Νύκτα στις τρείς με ξυπνούν, ο Τραυλός. Έρχεται ο Grazzi. -Πόλεμος! -Ζητώ αμέσως Νικολούδη, Μαυρουδή. -Αναφέρω Bασιλέα. -Καλώ Πάλαιρετ και ζητώ βοήθειαν Αγγλίας. -Κατεβαίνω 5 Υπουργικόν Συμβούλιον. Όλοι πιστοί και Μαυρουδής. -Όλοι πλην Κύρου. -Βασιλεύς. Περιφορά μαζί του. Φανατισμός του λαού αφάνταστος. -Μάχαι εις σύνορα Ηπείρου. -Βομβαρδισμοί. Σειρήνες. - Αρχίζουμε να τακτοποιούμεθα.
Ο Θεός βοηθός!!
(Σημείωση: Τραυλός, είναι ο αρχιφύλαξ έξω από την οικία του Μεταξά.
Νικολούδης Θεολόγος, Υπουργός Τύπου και Τουρισμού. Μαυρουδής Νικόλαος, μόνιμος Υφυπουργός Εξωτερικών. Mίκαελ Πάλαιρετ, Πρέσβυς Μεγάλης Βρεταννίας. Αλέξης Κύρου, τμηματάρχης Υπουργείου Εξωτερικών)
Ημερολόγιο του Ι.Μεταξά την 28η Οκτωβρίου 1940
Η περιγραφή της επίδοσης του τελεσίγραφου από τον Εμμανουέλε Γκράτσι στον Ιωάννη Μεταξά την 28η Οκτωβρίου, είναι καταγεγραμμένη από πέντε ανθρώπους. Από τον Ιωάννη Μεταξά στο Ημερολόγιο του, από τον Εμ.Γκράτσι όπως την έζησε και από τους παρόντες Υπουργούς στο Υπουργικό Συμβούλιο της 5ης πρωινής της 28ης Οκτωβρίου 1940, Θεολόγο Νικολούδη, Κώστα Κοτζιά, Αμβρόσιο Τζίφο, που την άκουσαν από το στόμα του Ιωάννη Μεταξά. Η περιγραφή του Γκράτσι δεν διαφέρει από τις άλλες τέσσερις.
Ο Θεολόγος Νικολούδης, Υπουργός Τύπου και Τουρισμού, είναι ο πρώτος που άκουσε την εξιστόρηση όταν έφθασε στο σπίτι του Μεταξά, λίγο μετά την αναχώρηση του Γκράτσι. Εκεί έλαβε και τις εντολές για την σχετική δημοσίευση στον ημερήσιο τύπο της δευτέρας 28 Οκτωβρίου. Η περιγραφή αυτή δημοσιεύθηκε αργότερα και στην εφημερίδα Νίκη στις 30 Ιανουαρίου 1941.Είναι επίσης δημοσιευμένη σε μικρό έντυπο με τίτλο. «Ο Ι. Μεταξάς -4 άρθρα του Υπουργού κ. Θ. Νικολούδη».
Ο Κώστας Κοτζιάς, Υπουργός Διοικήσεως Πρωτευούσης, την κατέγραψε και την δημοσίευσε στο βιβλίο του «Ελλάς ο πόλεμος και η δόξα της» α' έκδοση Νέα Υόρκη Ιανουάριος1942, β' έκδοση Νέα Υόρκη Απρίλιος 1944, γ' έκδοση Αθήνα 1947, (σελ.24). Στο έργο αυτό περιγράφεται και το ιστορικό Υπουργικό Συμβούλιο στις 5.00 η ώρα τα χαράματα, στο οποίο οι Υπουργοί συνυπέγραψαν τα Διατάγματα για την Γενική Επιστράτευση κλπ.
Ο Εμμανουέλε Γκράτσι, έγραψε βιβλίο που εκδόθηκε στην Ρώμη το 1945.
E.Grazzi. Il principio della fine, Roma, Editrice Faro. 7 Νοεμβρίου 1945 σ.σ.243-245.
Στα ελληνικά κυκλοφόρησε με τίτλο «Η αρχή του τέλους» Εστία 1980, σ.σ.284-286.
Στο βιβλίο αυτό ο Γκράτσι καταγράφει όλες τις συναντήσεις και συζητήσεις που είχε με τον Ιωάννη Μεταξά, αρχίζοντας από την στιγμή που έφθασε στην Ελλάδα την άνοιξη του 1939.
Από τον Εμ. Γκράτσι υπάρχουν επίσης 21 άρθρα δημοσιευμένα λίγους μήνες νωρίτερα στην εφημερίδα Giornale del Matino, Ρώμη (28/7- 30/8). Η μετάφρασή τους βρέθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδος και δημοσιεύτηκαν από τις εκδόσεις Παπαζήση το 2008, με τίτλο «Ο Γκράτσι γράφει για την ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδας». Το αναφερόμενο στην 28η Οκτωβρίου είναι (άρθρο αρ.19, σελ.157 της 25 Αυγούστου 1945.
Ο Αμβρόσιος Τζίφος, Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, που παρέστη στο Υπουργικό Συμβούλιο της 5ης πρωινής άφησε ανέκδοτο κείμενό που βρίσκεται στα Γ.Α.Κ στο αρχείο του
Ι. Μεταξά (Κ 065) και έχει εκδοθεί μαζί με τα άλλα ντοκουμέντα στο «Ημερολόγιο» του Ιωάννη Μεταξά, (4ος τόμος Αθήνα Ίκαρος, 1960. σελ. 746).
Η τελεσιγραφική διακοίνωσις που επιδόθηκε από τον Πρεσβευτή της Ιταλίας Εμ. Γκράτσι στον Ιωάννη Μεταξά, Πρωθυπουργό και Υπουργό των Εξωτερικών, την 3η πρωινή της 28ης Οκτωβρίου, έχει δημοσιευθεί μαζί με όλα τα έγγραφα, που αφορούν τις διπλωματικές σχέσεις Ελλάδος Ιταλίας, σε έκδοση του Βασιλικού Υπουργείου των Εξωτερικών το Δεκέμβριο του 1940, σε τέσσερις γλώσσες ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά και γερμανικά. με αριθ. 178. Ο ελληνικός τίτλος είναι : «Ελληνική Λευκή Βίβλος 1940 - η ιταλική επίθεσις κατά της Ελλάδος».
Η γαλλική μετάφραση έχει τίτλο: «Livre Blanc Hellenique. Documents Diplomatiques. L' agression de l' Italie contre la Grece».
Το τελεσίγραφο επιδόθηκε στον Ιωάννη Μεταξά σε γαλλική γλώσσα. Με βάση αυτά τα επίσημα έγγραφα και τα αντίστοιχα δημοσιεύματα των εφημερίδων έχουν έκτοτε συνταχθεί πολλά άλλα ιστορικά ή λογοτεχνικά βιβλία.
Η απάντηση του Πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά, στον Γκράτσι την 28η Οκτωβρίου
"Alors c' est la guerre" επομένως έχουμε πόλεμο, σήμανε την έναρξη του ηρωικού αγώνα των Ελλήνων στα σύνορα της Ηπείρου και της Μακεδονίας αλλά και σε όλη την επικράτεια. Τίποτε δεν προέκυψε τυχαία αυτή την μεγάλη ώρα της ελληνικής ιστορίας. Ο λαός και ο στρατός πολέμησαν ηρωικά, και ο καθένας στη θέση που ετάχθη, άνδρες και γυναίκες με γενναιότητα, υπερηφάνεια, αυτοθυσία και αυταπάρνηση και με εμπιστοσύνη στον αρχηγό τους. Όλοι γνώριζαν ακριβώς για ποιά αγαθά της ζωής, της κοινωνίας και του πνεύματος, πολεμούσαν και τι ακριβώς υπερασπίζονταν. Όλα ήταν το αποτέλεσμα μελετημένων πράξεων και διαδικασιών μίας προκαθορισμένης εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, που στόχο είχε την άμυνα και την προετοιμασία σε περίπτωση πολέμου. Η πολιτική αυτή αναπτύχθηκε και εφαρμόστηκε επί μία τετραετία, από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου με πρόνοια και διορατικότητα. Η εφαρμογή όλων των μέτρων άρχισε να υλοποιείται σταδιακά και μεθοδικά από την πρώτη στιγμή που έγινε Πρωθυπουργός ο Ιωάννης Μεταξάς, τον Απρίλιο του 1936 όταν ανέλαβε ο ίδιος τα Πολεμικά Υπουργεία και το Υπουργείο Εξωτερικών και το 1938 το Υπουργείο Παιδείας.
Η ανασυγκρότηση κάλυψε όλους τους τομείς λαού και στρατού παράλληλα. Νόμοι δίκαιοι, υπέρ του λαού με συνέπεια και πρόνοια θεσμοθετήθηκαν έγκαιρα. Διατάγματα και αυστηρά μέτρα εις βάρος του τύπου ελήφθησαν. Λογοκρισία προκειμένου να εξασφαλισθεί η μυστικότητα ορισμένων έργων και μέτρων, που κρίνονταν απαραίτητα για την άμυνα ή που αφορούσαν την εσωτερική πολιτική και τη γαλήνη του τόπου.
Ένα ολόκληρο σχέδιο, για την αναπτέρωση του ηθικού, την εθνική ομοψυχία, με παράλληλα συνθήματα αισιοδοξίας, σε ένα πλαίσιο πειθαρχίας, συντελέστηκε και μέσω της οργανώσεως της Ε.Ο.Ν. και την δεδομένη στιγμή έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Όλα εκτελέστηκαν υπό την προσωπική καθοδήγηση και τον διορατικό, επιτελικό νου του Ιωάννη Μεταξά, που είχε πάρει την φοβερή απόφαση, να αμυνθεί η Ελλάδα σε περίπτωση επιθέσεως, τρείς εβδομάδες πριν γίνει η απόβαση των Ιταλών στην Αλβανία (7 Απριλίου 1939). 18 Μαρτίου. Φοβερά απόφασις μου εν περιπτώσει Ιταλικής απειλής και 6 μήνες πριν αρχίσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος.
1 Σεπτεμβρίου 1939. Ένα πνεύμα αισιοδοξίας, που υπήρξε ήδη από το 1939, ενεργοποιούσε την κοινωνία σε όλους τους τομείς. Οι νέοι ενίσχυσαν το πρόγραμμα του και ο ενθουσιασμός είναι φανερός στις φωτογραφίες των συγκεντρώσεων κόσμου κάθε ηλικίας, πολύ πριν την 28η, τον πόλεμο ή τον τορπιλισμό της Ελλης στα διάφορα κινηματογραφικά ντοκουμέντα κατά τις περιοδείες του Μεταξά ανά την Ελλάδα. Η πρώτη μεγάλη συγκέντρωση των φοιτητών που έγινε στον κινηματογράφο Πάλλας τον Δεκέμβριο του 1936 φανερώνει ήδη αυτόν τον ενθουσιασμό, Καθημερινή 10 Δεκεμβρίου 1936. που είναι καταγεγραμμένος και σε πολλά σημεία στο Ημερολόγιο.
Με ψυχραιμία και κυριολεκτικά χωρίς να ανοίξει ρουθούνι, ο Ιωάννης Μεταξάς κράτησε γερά το τιμόνι ανάμεσα από πολλές αντιξοότητες εσωτερικούς και εξωτερικούς κραδασμούς. Τον προβλημάτισαν δολοπλοκίες από «ένθερμους φίλους», από Υπουργούς που παραιτήθηκαν, από Διευθυντές Τραπεζών που δεν τηρούσαν το απόρρητο της θέσεώς τους, και πρόδιδαν κρατικά μυστικά, από πρόσωπα του πολιτικού κόσμου που επιθυμούσαν την ανατροπή του και από φανερούς εχθρούς του καθεστώτος, που αγωνίζονταν να τον ανατρέψουν. Εξορίστηκαν οι αμετανόητοι κομουνιστές αριθμητικά οι περίπου οι μισοί από όσους εξόρισε ο Βενιζέλος. Αναγκαστικά εξορίστηκαν και φυλακίστηκαν όσοι δοκίμασαν να υπονομεύσουν την πορεία της ανασυγκρότησης και την διάσπαση. Ουδείς εκτελέστηκε. Υπήρξε ψύχραιμος και σταθερός στις αποφάσεις του ακόμα και όταν βρέθηκε σε αντίθεση με τους Αγγλους συμμάχους και τις παράλογες απαιτήσεις τους. Αντιμετώπισε με θάρρος και υπευθυνότητα ακόμα και τον Βασιλέα Γεώργιο, την ημέρα που έγινε η απόβαση των Ιταλών στην Αλβανία και ο Βασιλέας Γεώργιος Β' του έδωσε το υπόμνημα του Σοφούλη περί Οικουμενικής. Ο Ιωάννης Μεταξάς δεν έσκυψε ποτέ το κεφάλι του σε κανένα.
7 Απριλίου, Μεγάλη Παρασκευή. Απόβασις των Ιταλών εις Αλβανίαν. Βαρεία ανησυχία.- Βράδυ Βασιλεύς με καλεί, μου δίδει υπόμνημα Σοφούλη. Θέλουν Οικουμενικήν Κυβέρνησιν κ.τ.λ. Αγανάκτησίς μου. Λέγω εις Βασιλέα ότι αν θέλη δοκιμάση να με απολύση και καλέση Σοφούλη. Δεν ετρελάθηκα απήντησε. Του είπα ότι τότε δεν κάμνω καμμίαν μεταβολήν, ότι δεν υπάρχουν κόμματα, ότι αυτοί είναι πτώματα. Του συνέστησα να ειπή εις Αγγελόπουλον να παύση να τους ενθαρρύνη.- Επιστρέφω εις Υπουργείον. Επιτελάρχαι. Μέτρα αντιστάσεως κατά Ιταλών.
μερικοι απο τους εφιαλτες
=========================================
Ο πρώτος νεκρός Έλληνας στρατιώτης
Ήταν 28 Οκτωβρίου 1940. Ελληνοαλβανικά σύνορα. Ώρα 5η πρωινή. Η ιταλική σφαίρα βρίσκει τον στόχο της: Ο στρατιώτης Βασίλειος Τσιαβαλιάρης ήταν ο πρώτος πεσών του Ελληνικού Έπους. Η σάλπιγγα έδινε το σύνθημα της μάχης ως ένα προσκλητήριο στον υπέρτατον αγώνα για την Ελευθερία. Πίσω από τά σκόπευτρα μέ τό δάκτυλο στήν σκανδάλη οι φρουροί τών προκεχωρημένων φυλακίων προσπαθούσαν νά διαπεράσουν τό σκοτάδι. Απέναντι σέ απόστασι λίγων μέτρων, ο εχθρός μόλις είχε αρχίσει τήν επίθεσί του. Προτού ακόμη εκπνεύσει τό τελεσίγραφό τους, οι Ιταλοί είχαν εξαπολύσει τίς ταξιαρχίες τους καί οι πρώτες σφαίρες έσκιζαν τήν νυκτερινή σιωπή πάνω στά βουνά τής Ηπείρου. Εκεί, στήν γραμμή τών συνόρων σέ ένα απομεμακρυσμένο φυλάκιο, έπεφτε νεκρός ο πρώτος Έλληνας στρατιώτης, ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης. Ένας φαντάρος πού έτυχε νά κάνη τήν πρωινή σκοπιά. Χωρίς ποτέ νά γίνει ήρωας, χωρίς ποτέ νά βγή από τήν ανωνυμία. Σύμφωνα μέ μαρτυρίες, οι τελευταίες λέξεις τού Έλληνος φαντάρου ήταν «τί θ’ απογίνουν τά παιδιά μου;».
Σήμερα στήν πατρίδα του Πιάλεια Τρικκάλων, κάθε χρόνο, γίνονται εκδηλώσεις μνήμης, καί βεβαίως τά παιδιά του δίδουν τό δικό τους «παρών»! Σέ ένα κεντρικό σημείο τής Πιαλείας δεσπόζει σήμερα, η προτομή τού Βασιλείου Τσιαβαλιάρη. Στήν σκιά τού ανδριάντα, γυρίζει τό ρολόϊ τού χρόνου γιά τόν ξεχασμένο στρατιώτη του μετώπου. «Ήταν ο πρώτος νεκρός τού πολέμου», λέγει ο στρατηγός Ιωάννης Κακουδάκης, ο επί κεφαλής τής Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού. «Υπηρετούσε στό 21ο φυλάκιο τής Πίνδου στό 51 Σύνταγμα τό οποίο είχε σχηματισθή από Θεσσαλούς. Τά ιταλικά στρατεύματα είχαν προχωρήσει σέ απόστασι αναπνοής από τά ελληνικά τμήματα προκαλύψεως. Στίς 5 τό πρωί ο Τσιαβαλιάρης είδε κάτι νά κινείται, φώναξε «άλτ, τίς εί» καί πυροβόλησε στόν αέρα».
Η πορεία προς το μέτωπο
Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ' τον άλλο, ίδια τυφλοί. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φορές εκαταβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας. Και τις λίγες φορές όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε, μήτε που αλλάζαμε κουβέντα, μονάχα σοβαροί και αμ ίλητοι, φέγγοντας μ' ένα μικρό δαδί, μία-μία εμοιραζόμασταν την σταφίδα. Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές, όσο να τρ έξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό, κι ήταν αυτό πιο και απ' την κούραση ανυπόφερτο. Τέλος, κάποτε ακουγότανε στα σκοτεινά η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε, και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε μπροστά να κερδίσουμε δρόμο, πριχού ξημερώσει και μας
βάλουνε στόχο τ' αεροπλάνα. Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια, κι όπως το 'χει συνήθειό του, στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως.
Τότες, χωμένοι μες στις ρεματιές, γέρναμε το κεφάλι από το μέρος το βαρύ, όπου δε
βγαίνουνε όνειρα. Και τα πουλιά μας θύμωναν, που δε δίναμε τάχα σημασία στα λόγια τους - ίσως και που ασκημίζαμε χωρίς αιτία την πλάση.
Οδυσσέα Ελύτη, Άξιον Εστί
Πηγή