**Ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα
Πρέπει να διαχωρίσουμε την αλλεργική επιπεφυκίτιδα από την ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα. Η ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα είναι ένα σύνδρομο συνυφασμένο με το έκζεμα. Υπάρχουν συχνά οιδηματώδη και εκζεματώδη βλέφαρα με αποφολίδωση του κερατινοποιημένου επιθηλίου, πολλά επιφανειακά μικροέλκη του δέρματος και του βλεννογόνου του βλεφαρικού χείλους και πιθανόν κάποιες μικρές διηθήσεις του κερατοειδούς, οι οποίες βέβαια δεν είναι ορατές σε μία απλή εξέταση του ματιού, αλλά απαιτείται εξέταση με μεγέθυνση στη σχισμοειδή λυχνία από οφθαλμίατρο. Η ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα, πέραν του ότι αποτελεί μία σημαντική μορφή επιπεφυκίτιδας, κυρίως σε αγόρια παιδικής ηλικίας, όσον αφορά την οφθαλμολογία αποτελεί κι ένα πολύ συχνό προοίμιο του κερατόκωνου, ενός προβλήματος του κολλαγόνου του κερατοειδούς, το οποίο δυστυχώς στη χώρα μας είναι εξαιρετικά συχνό, προσβάλλει συνήθως έφηβους άρρενες και προκαλεί λέπτυνση και εκτασία του κερατοειδούς, με αποτέλεσμα, σε σοβαρές περιπτώσεις, να απαιτείται ακόμα και μεταμόσχευση κερατοειδούς από την αρχή της δεύτερης δεκαετίας της ζωής. Σε κάποιες περιπτώσεις, σοβαρές ατοπικές κερατοεπιπεφυκίτιδες μπορεί να προκαλέσουν και πρόσθιο πολικό καταρράκτη στο φακό του ματιού.
**Εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα
Η εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα είναι μια μορφή επιπεφυκίτιδας η οποία συνήθως είναι αυστηρά εποχική, ξεκινάει την άνοιξη με την πρώτη γύρη και μπορεί να διαρκέσει μέχρι και το φθινόπωρο, παρουσιάζεται σε παιδιά, συνήθως αγόρια, άρχεται στην ηλικία των τριών-τεσσάρων ετών και συνήθως υποχωρεί στην εφηβεία. Ορισμένες μορφές της εαρινής κερατοεπιπεφυκίτιδας αφορούν τα βλέφαρα, ενώ άλλες αφορούν κυρίως το limbus, το σκληροκερατοειδικό όριο. Η κλινική εικόνα περιλαμβάνει πολύ σημαντικό κνησμό, δακρύρροια και φωτοφοβία. Αλλα χαρακτηριστικά είναι το πλούσιο σε βλέννη δάκρυ που παράγεται, πτώση του βλεφάρου εξαιτίας του σοβαρού οιδήματος, η πρόκληση έλκους στον κερατοειδή εξαιτίας της τριβής του με την έσω εξελκωμένη επιφάνεια του βλεφάρου και δυστυχώς σε ένα σημαντικό ποσοστό, της τάξης του 5%, μόνιμα προβλήματα οράσεως, κυρίως από παραμόρφωση της επιφάνειας του κερατοειδούς χιτώνα.
**Γιγαντιαία θηλώδης επιπεφυκίτιδα
Η γιγαντιαία θηλώδης επιπεφυκίτιδα αποτελεί ένα άλλο είδος αλλεργίας, που πάλι σχετίζεται με ερεθισμό, βλέννη, υπεραιμία, καθώς και με διόγκωση των θηλών στην έσω επιφάνεια του βλεφάρου, στο βλεφαρικό επιπεφυκότα, κυρίως στο άνω βλέφαρο. Η μορφή αυτή σχετίζεται συνήθως με τη χρήση φακών επαφής. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα νεαρά άτομα είναι εξαιρετικά ευαίσθητα στη γιγαντιαία θηλώδη επιπεφυκίτιδα σε σχέση με άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και για το λόγο αυτό πρέπει να αποφεύγεται η χρήση φακών επαφής για παραπάνω από μία ημέρα σε παιδιά ή νεαρούς έφηβους. Στις περιπτώσεις αυτές προτιμούμε φακούς γρήγορης αντικατάστασης, όπως είναι οι ημερήσιοι, για να μειωθεί η πιθανότητα γιγαντιαίας θηλώδους επιπεφυκίτιδας, καθώς σε αυτές τις περιπτώσεις, αν διακοπεί η χρήση των φακών επαφής, δεν υπάρχει εναλλακτική, όπως η διόρθωση της μυωπίας ή του αστιγματισμού με laser, μέχρι την ηλικία των 18 ετών.
Πολλοί άλλοι παράγοντες μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα επιπεφυκίτιδας, όπως είναι ο καπνός, αλλεργιογόνα στο περιβάλλον, υλικά από γυψοσανίδα σε περιοχές του σπιτιού ή του σχολείου όπου γίνονται επισκευές, έκθεση σε μονωτικά υλικά όπως είναι ο υαλοβάμβακας, πολλές φορές ακόμα και καλλυντικά, που μπορεί να χρησιμοποιούνται στο σπίτι του παιδιού, μπορεί να προκαλέσουν ερεθισμό στα βλέφαρα.
**Βακτηριδιακή επιπεφυκίτιδα
Η βακτηριδιακή επιπεφυκίτιδα αποτελεί την πιο επικίνδυνη μορφή επιπεφυκίτιδας, καθώς μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές στα μάτια, αν και είναι εξαιρετικά σπάνια και πολλές φορές αυτοϊάται. Είναι εξαιρετικά μεταδοτική, παρουσιάζεται με επιπεφυκοτική ένεση, πόνο και ίσως και βλεφαρικό οίδημα, συνήθως διαρκεί λιγότερο από μία εβδομάδα, ενώ το πιο συχνό αποτέλεσμα των καλλιεργειών είναι μικρόβια του τύπου του αιμόφιλου, συνεπώς οι αμινογλυκοσίδες είναι η πιο ενδεδειγμένη αντιμετώπιση, με την τομπραμυκίνη ή τη γενταμυκίνη να είναι τα πιο συχνά συνταγογραφούμενα φάρμακα για βακτηριδιακές επιπεφυκίτιδες. Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι πολλές διαγνώσεις βακτηριδιακών επιπεφυκίτιδων αφορούν τελικά άτομα που πάσχουν από ιογενείς μορφές.
**Ιογενής επιπεφυκίτιδα
Οι ιογενείς επιπεφυκίτιδες είναι πιο σπάνιες στα νεαρά παιδιά, καθώς συνήθως αυτοί οι αδενοϊοί τούς προκαλούν μικρά κρυολογήματα με συμπτώματα από το ανώτερο αναπνευστικό. Αποτελούν όμως φορείς μετάδοσης ιογενούς επιπεφυκίτιδας στους ενήλικους, στους οποίους προσβάλλεται αρχικά το ένα μάτι, με σημαντικό οίδημα των βλεφάρων που μπορεί να επεκταθεί έως και στο ήμισυ του προσώπου, λεμφαδενική διόγκωση των προωτιαίων λεμφαδένων και άλγος, ενώ έπειτα από τέσσερις-πέντε ημέρες προσβάλλεται και το άλλο μάτι. Αυτό είναι σχεδόν παθογνωμονικό σημείο της επιπεφυκίτιδας από αδενοϊό. Η προσβολή του έτερου ματιού είναι συνήθως μικρότερης βαρύτητας. Δεν υπάρχει ουσιαστικά φαρμακευτική αντιμετώπιση της ιογενούς επιπεφυκίτιδας.
Συνήθως χορηγείται κορτιζόνη για υποχώρηση της φλεγμονής, αλλά δυστυχώς η χρήση κορτιζόνης μπορεί να προκαλέσει, αφότου διακοπεί, αντίδραση και μόνιμες θολερότητες στον κερατοειδή, οπότε υπάρχει και η θεωρία τού να αποφεύγεται η χρήση κορτιζόνης στην ιογενή επιπεφυκίτιδα. Το κύριο μέλημα στην ιογενή επιπεφυκίτιδα είναι η πρόληψη, καθώς είναι εξαιρετικά μεταδοτική, όπως χαρακτηριστικά φαίνεται από το γεγονός ότι μπορεί να καλλιεργηθεί αδενοϊός που μπορεί να προκαλέσει ιογενή επιπεφυκίτιδα από ένα πόμολο πόρτας, ακόμα κι ένα εικοσιτετράωρο μετά την έκθεσή του σε κάποιον που πάσχει.
***Επιπεφυκίτιδα από βλεφαρίτιδα και ροδόχρου ακμή
Τέλος, η επιπεφυκίτιδα οφειλόμενη σε βλεφαρίτιδα και ροδόχρου ακμή είναι εξαιρετικά επιθετική σε νεαρά άτομα, αν και είναι πιο σπάνια σε αυτά και πιο συχνή σε ενήλικους που ζουν στη νότια Μεσόγειο. Η μορφή αυτή εκδηλώνεται με βλεφαρικό οίδημα, δυσκολία των σμηγματογόνων αδένων των βλεφάρων να παροχετεύσουν τις εκκρίσεις τους, οι οποίες αποτελούν σημαντικό μέρος της σύστασης των δακρύων, και με επιθηλιακή κερατίτιδα. Ωστόσο, υπάρχει το ενδεχόμενο να ευνοηθεί η ανάπτυξη αποικιών επιδερμικού σταφυλόκοκκου στο βλεφαρικό χείλος και να δημιουργηθούν φλύκταινες στον κερατοειδή, κάτι που μπορεί θεωρητικά να είναι επικίνδυνο για πιθανή τήξη και διάτρηση του κερατοειδούς, ακόμα και για απώλεια όρασης. Οπότε η ροδόχρους ακμή και η βλεφαρίτιδα, αν και σχετικά σπάνιες σε παιδιά, αποτελούν σημαντικό στοιχείο στη διαφοροδιάγνωση του κόκκινου ματιού ή επιπεφυκίτιδας.
***Ενδείξεις παραπομπής στον ειδικό
Καθώς έγινε αντιληπτό, η κλινική εικόνα του «κόκκινου ματιού» στα παιδιά, αν και συχνά αποδίδεται σε αλλεργική επιπεφυκίτιδα, ενδέχεται να οφείλεται σε μια ποικιλία άλλων μορφών επιπεφυκίτιδας, η διαφοροδιάγνωση των οποίων αποτελεί αντικείμενο του ειδικού οφθαλμιάτρου. Αν και υπάρχει μια γενικότερη αντίληψη ότι η επιπεφυκίτιδα αποτελεί μια εν πολλοίς αθώα και αυτοϊώμενη νόσο, οι επιπλοκές που περιεγράφησαν προηγουμένως και που σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να έχουν αποτέλεσμα απώλεια οπτικής οξύτητας και να απαιτήσουν ακόμη και μεταμόσχευση κερατοειδούς για την αποκατάστασή τους, καθιστούν σαφές ότι κάθε επιπεφυκίτιδα και ειδικά στα παιδιά θα πρέπει να εξετάζεται και να παρακολουθείται από οφθαλμίατρο. Ο οφθαλμίατρος είναι ο μόνος υπεύθυνος για τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, εάν λάβουμε υπόψη ότι ορισμένες μορφές επιπεφυκίτιδας δεν απαιτούν κάποια ιδιαίτερη θεραπεία, ενώ κάποιες άλλες απαιτούν εξειδικευμένη θεραπεία, καθώς επίσης και το γεγονός ότι ακόμη και εντελώς αθώα και ευρέως χρησιμοποιούμενα κολλύρια, σε χρόνια ή αλόγιστη χρήση, παρουσιάζουν τοξικότητα για τον οφθαλμό. Επιπλέον, ο οφθαλμίατρος σε συνεργασία με τον παιδίατρο είναι οι υπεύθυνοι για την παροχή συμβουλών στην οικογένεια του παιδιού σχετικά με τη διαχείριση της νόσου και το χρόνο επιστροφής του παιδιού στο σχολείο και τις συνήθεις δραστηριότητές του, καθώς ορισμένες μορφές επιπεφυκίτιδας είναι εξαιρετικά μεταδοτικές.
Σε γενικές γραμμές, θα μπορούσε να λεχθεί ότι οι μορφές red eye που μπορούν να αντιμετωπιστούν από τον παιδίατρο σε αρχική φάση είναι οι οφειλόμενες σε αλλεργική, βακτηριδιακή, ιογενή επιπεφυκίτιδα, σε μεϊβομιανίτιδα-βλεφαρίτιδα ή ήπιους τραυματισμούς του κερατοειδούς. Αντιθέτως, ο ειδικός θα πρέπει εξαρχής να αναλάβει τη θεραπευτική αντιμετώπιση του παιδιού σε περίπτωση που υπάρχει υποψία εαρινής επιπεφυκίτιδας, ατοπικής κερατοεπιπεφυκίτιδας, επιπεφυκίτιδας των γιγαντιαίων θηλών, προσβολής από απλό έρπητα ή έρπητα ζωστήρα, έλκους του κερατοειδούς, ραγοειδίτιδας, σοβαρού τραυματισμού, εάν ο ασθενής είναι χρήστης φακών επαφής, ή σε αποτυχία της χορηγούμενης θεραπευτικής αγωγής.Πηγή
http://www.enet.gr/?i=news.el.ygeia&id=262557