Γράφει ο Δρ. Κωνσταντίνος Γρίβας*
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η απόφαση για την επίθεση ή μη της Δύσης στη Συρία απέχει μερικές ημέρες ή και ώρες. Από στρατιωτικής άποψης οι ικανότητες των Συριακών Ενόπλων Δυνάμεων είναι τέτοιες που καθιστούν παρόμοια ενέργεια εξαιρετικά παρακινδυνευμένη. Μεταξύ των άλλων, συστήματα παράκτιας άμυνας και αντιαεροπορικά όπλα υψηλής τεχνολογίας μπορεί να προκαλέσουν βαρύτατες απώλειες στους επιτιθέμενους. Αιχμή του δόρατος της συριακής παράκτιας άμυνας είναι το ρωσικό σύστημα K – 300P Bastion με υπερηχητικούς πυραύλους εδάφους – επιφανείας P – 800 Yakhont, το βεληνεκές των οποίων ξεπερνά τα 250 χλμ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εφημερίδα New York Times στις 16 Μαΐου 2013 ανέφερε ότι η Συρία έχει παραλάβει προσφάτως και επιπρόσθετους πυραύλους Yakhont με βελτιωμένους αισθητήρες. Η Συρία έχει επισήμως αποκτήσει πυραύλους Yakhont το 2011 αλλά τώρα αναφερόμαστε σε πιο σύγχρονες εκδόσεις. Οποιοδήποτε πολεμικό πλοίο μπει στην εμβέλεια των πυραύλων αυτών θέτει τον εαυτό του σε θανάσιμο κίνδυνο.
Το πιο επικίνδυνο όπλο παράκτιας άμυνας της Συριακής Αεροπορίας είναι πιθανώς οι, επίσης ρωσικής κατασκευής, υπερηχητικοί πύραυλοι εναντίον πλοίων Kh – 31A και η αντιραντάρ παραλλαγή τους Kh – 31P (κωδική ονομασία ΝΑΤΟ, AS – 17 ‘Krypton’). Οι τελευταίοι είναι εξειδικευμένοι στο να προσβάλλουν τα ραντάρ AN/SPY – 1 του ναυτικού συστήματος αεράμυνας Aegis, τα οποία διαθέτουν τα αμερικανικά αντιτορπιλικά Arleigh Burke και τα καταδρομικά Ticonderoga.
Ο Kh – 31P χρησιμοποιεί αυλωθητή και επιτυγχάνει ταχύτητα 2,94 Mach. Ο Kh – 31P έχει βεληνεκές 110 χλμ και ο Kh – 31 εβδομήντα χλμ και πιθανώς τοποθετούνται στα βομβαρδιστικά Sukhoi Su – 24ΜΚ ‘Fencer’ που διαθέτει η Συρία. Ας μην μπει κανείς στον πειρασμό να υποθέσει ότι τα αεροσκάφη αυτά δεν θα έχουν καμιά πιθανότητα επιβίωσης έναντι των αεροπορικών δυνάμεων που θα προστατεύουν τα αμερικανικά πολεμικά. Σε αιφνιδιαστικές επιθέσεις hit – and – run είναι πιθανόν μαχητικά αεροσκάφη που θα πετούν με υψηλή υπερηχητική ταχύτητα να διανύσουν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μια απόσταση εκατοντάδων χιλιομέτρων, να εκτοξεύσουν εν συνεχεία τους υπερηχητικούς πυραύλους τους από απόσταση ασφαλείας και να διαφύγουν γρήγορα ξανά προς τη Συρία, ξεφεύγοντας από τα αμερικανικά καταδιωκτικά. Σε ό,τι αφορά την αντιαεροπορική άμυνα οι συριακές δυνάμεις έχουν προμηθευτεί πυραυλικά συστήματα S – 300 στη βελτιωμένη έκδοση PMU – 2, χωρίς όμως να είναι 100% σίγουρο ότι τα έχουν παραλάβει. Αυτά που σίγουρα υπάρχουν είναι το BUK M2 (κωδική ονομασία ΝΑΤΟ, SA – 17 ‘Grizzly’), με βεληνεκές που ξεπερνά τα 50 χλμ, και το Pantsir S1 (κωδική ονομασία ΝΑΤΟ, SA – 22 ‘Greyhound’) με βεληνεκές που φθάνει τα 20 χλμ, αμφότερα ρωσικής κατασκευής και υψηλής τεχνολογίας. Ιδιαίτερα δε το δεύτερο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και εκτιμάται ότι αποτελεί το πληρέστερο αντιαεροπορικό βραχέος βεληνεκούς (SHORAD) στον πλανήτη, εξειδικευμένο για την αντιμετώπιση αεροσκαφών stealth χάρη στο εξελιγμένο ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης που διαθέτει. Φήμες σύμφωνα με τις οποίες η Συρία έχει παραλάβει S – 400 δεν φαίνεται να ευσταθούν. Στο κατώτερο μέρος του φάσματος της αντιαεροπορικής άμυνας οι συριακές δυνάμεις διαθέτουν πλήθος φορητών αντιαεροπορικών πυραύλων (MANPADS) διαφόρων τύπων και διαμορφώσεων. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι τελευταίας γενεάς Igla – S (SA – 24) ρωσικής κατασκευής, οι οποίοι από πολλούς θεωρούνται ανώτεροι των αμερικανικών Stinger. Επίσης, υπάρχουν πληροφορίες ότι η Ρωσία έχει εφοδιάσει τη Συρία με το σύστημα υποκλοπής ηλεκτρονικών πληροφοριών (ELINT) IL222 Avtobaza, το οποίο χρησιμοποιείται σε ρόλους αεράμυνας για τον εντοπισμό ραντάρ και είναι εποχούμενο. Το ίδιο σύστημα έχει πωληθεί στο Ιράν και έχει υποστηριχθεί ότι ήταν υπεύθυνο για την αναγκαστική προσγείωση του αμερικανικού stealth μη επανδρωμένου αεροχήματος RQ – 170 στις 4 Δεκεμβρίου 2011, κάτι ωστόσο που ειδικοί εκτιμούν ότι δεν μπορεί να είναι αληθές, δεδομένης της παθητικής λειτουργίας του Avtobaza. Σε κάθε περίπτωση είναι εξαιρετικά πιθανόν ότι μπορεί να εντοπίζει αεροσκάφη stealth.
Αυτή η πυκνή και πολυστρωματική άμυνα καθιστά εξαιρετικά παρακινδυνευμένη την προσβολή της Συρίας με μαχητικά αεροσκάφη. Κατά συνέπεια, το πιο πιθανόν είναι ότι αν διεξαχθεί επίθεση αυτή θα είναι με μπαράζ πυραύλων cruise, κυρίως τακτικούς Tomahawk, από πολεμικά πλοία επιφανείας και υποβρύχια, τόσο αμερικανικά όσο και βρετανικά. Σε αυτήν την περίπτωση τα πλοία αυτά, ιδιαίτερα τα επιφανείας, θα πρέπει να βρίσκονται σε αποστάσεις αρκετών εκατοντάδων ή και χιλιάδων χλμ από τις ακτές της Συρίας ώστε να επιχειρούν με ασφάλεια και να είναι εκτός του βεληνεκούς των Yakhont και των Kh – 31. Άρα, αναφερόμαστε ουσιαστικά σε μια επίθεση χαμηλών γεωστρατηγικών στοχοθετήσεων που θα προσφέρει εντυπωσιακό θέαμα αλλά μικρή ουσία όσον αφορά τη μείωση των στρατιωτικών ικανοτήτων του καθεστώτος Άσαντ. Σε περίπτωση που οι αμερικανικές δυνάμεις αποφασίσουν να προχωρήσουν σε αποστολές καταστολής και καταστροφής της συριακής αεράμυνας (SEAD και DEAD αντιστοίχως) τότε αυτό θα σημαίνει ότι θα εγκλωβιστούν σε ένα επίπονο και επικίνδυνο έργο και αυτό θα αποτελεί σοβαρή ένδειξη ότι δεν επιθυμούν απλώς την «τιμωρία» του καθεστώτος Άσαντ, έστω και συμβολικό επίπεδο, για την υποτιθέμενη χρήση χημικών όπλων αλλά την ανατροπή του. Βέβαια, κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να συμβεί για μια σειρά από λόγους η ανάλυση των οποίων ξεφεύγει από τα όρια αυτού του κειμένου.
Αξίζει να επισημανθεί ότι οι μέχρι τώρα πολεμικές επιχειρήσεις δεν έχουν επηρεάσει τα συστήματα υψηλής τεχνολογίας της συριακής αεράμυνας αν και το δίκτυο των παλαιότερων πυραύλων και των ραντάρ έχει υποστεί σοβαρές ζημιές από τη δράση των ανταρτών. Για παράδειγμα, στις 2 Νοεμβρίου 2012 αντάρτες κατέλαβαν μια βάση ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης στη βορειοδυτική Συρία. Η βάση βρίσκεται περίπου πέντε χλμ νότια της πόλης Salaqin της επαρχίας Idlib. Η περιοχή είναι ιδανική για την κάλυψη του εναέριου χώρου πάνω από την τουρκική επαρχία Χατάι και την ανατολική Μεσόγειο. Στη βάση βρίσκονταν έξι ραντάρ, με βάση τα βίντεο που ανέβασαν στο ίντερνετ οι αντάρτες. Δύο ραντάρ επιτήρησης τύπου P – 18 ‘Spoon Rest’ και άλλα δύο P – 19 ‘Flat Face B,’ ένα ραντάρ προσδιορισμού υψομέτρου PRV – 11 ‘Side Net’ και άλλο ένα επίσης προσδιορισμού υψομέτρου PRV – 09 ‘Thin Skin’ καθώς και μια κεραία IFF NRZ – 12. Τον Ιούνιο του 2012 μια άλλη βάση ραντάρ αεράμυνας της Συρίας κατελήφθη από αντάρτες. Η βάση αυτή περιελάμβανε ένα ραντάρ Ρ – 18, ένα άλλο που φαίνεται να είναι κινεζικής κατασκευής Type 120 καθώς και ένα NRZ – 12. Τον Ιούνιο του 2012 οι αντάρτες κατέλαβαν επίσης μια βάση αντιαεροπορικών πυραύλων S – 75 (SA – 2 ‘Guideline’) βόρεια της Homs, μια δεύτερη στη Halab τον Οκτώβριο του 2012 και μια Τρίτη πάλι τον Οκτώβριο στην περιοχή Al Ghutah, ανατολικά της Δαμασκού. Στις βάσεις αυτές βρίσκονταν πυραυλικά συστήματα S – 75, S – 125 (SA – 3 ‘Goa’) και S – 200 (SA – 5 ‘Gammon’) παλαιάς τεχνολογίας.
(*) Ο Κωνσταντίνος Γρίβας διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το τελευταίο του βιβλίο «Η Στρατιωτική Άνοδος της Κίνας και η Γεωπολιτική του Πολέμου στη Μέση Ανατολή», κυκλοφόρησε προσφάτως από τις εκδόσεις Λιβάνη και από αυτό προέρχονται κατά κύριο λόγο οι πληροφορίες που παρατίθενται στο παρόν άρθρο.
Πηγή
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η απόφαση για την επίθεση ή μη της Δύσης στη Συρία απέχει μερικές ημέρες ή και ώρες. Από στρατιωτικής άποψης οι ικανότητες των Συριακών Ενόπλων Δυνάμεων είναι τέτοιες που καθιστούν παρόμοια ενέργεια εξαιρετικά παρακινδυνευμένη. Μεταξύ των άλλων, συστήματα παράκτιας άμυνας και αντιαεροπορικά όπλα υψηλής τεχνολογίας μπορεί να προκαλέσουν βαρύτατες απώλειες στους επιτιθέμενους. Αιχμή του δόρατος της συριακής παράκτιας άμυνας είναι το ρωσικό σύστημα K – 300P Bastion με υπερηχητικούς πυραύλους εδάφους – επιφανείας P – 800 Yakhont, το βεληνεκές των οποίων ξεπερνά τα 250 χλμ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εφημερίδα New York Times στις 16 Μαΐου 2013 ανέφερε ότι η Συρία έχει παραλάβει προσφάτως και επιπρόσθετους πυραύλους Yakhont με βελτιωμένους αισθητήρες. Η Συρία έχει επισήμως αποκτήσει πυραύλους Yakhont το 2011 αλλά τώρα αναφερόμαστε σε πιο σύγχρονες εκδόσεις. Οποιοδήποτε πολεμικό πλοίο μπει στην εμβέλεια των πυραύλων αυτών θέτει τον εαυτό του σε θανάσιμο κίνδυνο.
Το πιο επικίνδυνο όπλο παράκτιας άμυνας της Συριακής Αεροπορίας είναι πιθανώς οι, επίσης ρωσικής κατασκευής, υπερηχητικοί πύραυλοι εναντίον πλοίων Kh – 31A και η αντιραντάρ παραλλαγή τους Kh – 31P (κωδική ονομασία ΝΑΤΟ, AS – 17 ‘Krypton’). Οι τελευταίοι είναι εξειδικευμένοι στο να προσβάλλουν τα ραντάρ AN/SPY – 1 του ναυτικού συστήματος αεράμυνας Aegis, τα οποία διαθέτουν τα αμερικανικά αντιτορπιλικά Arleigh Burke και τα καταδρομικά Ticonderoga.
Ο Kh – 31P χρησιμοποιεί αυλωθητή και επιτυγχάνει ταχύτητα 2,94 Mach. Ο Kh – 31P έχει βεληνεκές 110 χλμ και ο Kh – 31 εβδομήντα χλμ και πιθανώς τοποθετούνται στα βομβαρδιστικά Sukhoi Su – 24ΜΚ ‘Fencer’ που διαθέτει η Συρία. Ας μην μπει κανείς στον πειρασμό να υποθέσει ότι τα αεροσκάφη αυτά δεν θα έχουν καμιά πιθανότητα επιβίωσης έναντι των αεροπορικών δυνάμεων που θα προστατεύουν τα αμερικανικά πολεμικά. Σε αιφνιδιαστικές επιθέσεις hit – and – run είναι πιθανόν μαχητικά αεροσκάφη που θα πετούν με υψηλή υπερηχητική ταχύτητα να διανύσουν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μια απόσταση εκατοντάδων χιλιομέτρων, να εκτοξεύσουν εν συνεχεία τους υπερηχητικούς πυραύλους τους από απόσταση ασφαλείας και να διαφύγουν γρήγορα ξανά προς τη Συρία, ξεφεύγοντας από τα αμερικανικά καταδιωκτικά. Σε ό,τι αφορά την αντιαεροπορική άμυνα οι συριακές δυνάμεις έχουν προμηθευτεί πυραυλικά συστήματα S – 300 στη βελτιωμένη έκδοση PMU – 2, χωρίς όμως να είναι 100% σίγουρο ότι τα έχουν παραλάβει. Αυτά που σίγουρα υπάρχουν είναι το BUK M2 (κωδική ονομασία ΝΑΤΟ, SA – 17 ‘Grizzly’), με βεληνεκές που ξεπερνά τα 50 χλμ, και το Pantsir S1 (κωδική ονομασία ΝΑΤΟ, SA – 22 ‘Greyhound’) με βεληνεκές που φθάνει τα 20 χλμ, αμφότερα ρωσικής κατασκευής και υψηλής τεχνολογίας. Ιδιαίτερα δε το δεύτερο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και εκτιμάται ότι αποτελεί το πληρέστερο αντιαεροπορικό βραχέος βεληνεκούς (SHORAD) στον πλανήτη, εξειδικευμένο για την αντιμετώπιση αεροσκαφών stealth χάρη στο εξελιγμένο ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης που διαθέτει. Φήμες σύμφωνα με τις οποίες η Συρία έχει παραλάβει S – 400 δεν φαίνεται να ευσταθούν. Στο κατώτερο μέρος του φάσματος της αντιαεροπορικής άμυνας οι συριακές δυνάμεις διαθέτουν πλήθος φορητών αντιαεροπορικών πυραύλων (MANPADS) διαφόρων τύπων και διαμορφώσεων. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι τελευταίας γενεάς Igla – S (SA – 24) ρωσικής κατασκευής, οι οποίοι από πολλούς θεωρούνται ανώτεροι των αμερικανικών Stinger. Επίσης, υπάρχουν πληροφορίες ότι η Ρωσία έχει εφοδιάσει τη Συρία με το σύστημα υποκλοπής ηλεκτρονικών πληροφοριών (ELINT) IL222 Avtobaza, το οποίο χρησιμοποιείται σε ρόλους αεράμυνας για τον εντοπισμό ραντάρ και είναι εποχούμενο. Το ίδιο σύστημα έχει πωληθεί στο Ιράν και έχει υποστηριχθεί ότι ήταν υπεύθυνο για την αναγκαστική προσγείωση του αμερικανικού stealth μη επανδρωμένου αεροχήματος RQ – 170 στις 4 Δεκεμβρίου 2011, κάτι ωστόσο που ειδικοί εκτιμούν ότι δεν μπορεί να είναι αληθές, δεδομένης της παθητικής λειτουργίας του Avtobaza. Σε κάθε περίπτωση είναι εξαιρετικά πιθανόν ότι μπορεί να εντοπίζει αεροσκάφη stealth.
Αυτή η πυκνή και πολυστρωματική άμυνα καθιστά εξαιρετικά παρακινδυνευμένη την προσβολή της Συρίας με μαχητικά αεροσκάφη. Κατά συνέπεια, το πιο πιθανόν είναι ότι αν διεξαχθεί επίθεση αυτή θα είναι με μπαράζ πυραύλων cruise, κυρίως τακτικούς Tomahawk, από πολεμικά πλοία επιφανείας και υποβρύχια, τόσο αμερικανικά όσο και βρετανικά. Σε αυτήν την περίπτωση τα πλοία αυτά, ιδιαίτερα τα επιφανείας, θα πρέπει να βρίσκονται σε αποστάσεις αρκετών εκατοντάδων ή και χιλιάδων χλμ από τις ακτές της Συρίας ώστε να επιχειρούν με ασφάλεια και να είναι εκτός του βεληνεκούς των Yakhont και των Kh – 31. Άρα, αναφερόμαστε ουσιαστικά σε μια επίθεση χαμηλών γεωστρατηγικών στοχοθετήσεων που θα προσφέρει εντυπωσιακό θέαμα αλλά μικρή ουσία όσον αφορά τη μείωση των στρατιωτικών ικανοτήτων του καθεστώτος Άσαντ. Σε περίπτωση που οι αμερικανικές δυνάμεις αποφασίσουν να προχωρήσουν σε αποστολές καταστολής και καταστροφής της συριακής αεράμυνας (SEAD και DEAD αντιστοίχως) τότε αυτό θα σημαίνει ότι θα εγκλωβιστούν σε ένα επίπονο και επικίνδυνο έργο και αυτό θα αποτελεί σοβαρή ένδειξη ότι δεν επιθυμούν απλώς την «τιμωρία» του καθεστώτος Άσαντ, έστω και συμβολικό επίπεδο, για την υποτιθέμενη χρήση χημικών όπλων αλλά την ανατροπή του. Βέβαια, κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να συμβεί για μια σειρά από λόγους η ανάλυση των οποίων ξεφεύγει από τα όρια αυτού του κειμένου.
Αξίζει να επισημανθεί ότι οι μέχρι τώρα πολεμικές επιχειρήσεις δεν έχουν επηρεάσει τα συστήματα υψηλής τεχνολογίας της συριακής αεράμυνας αν και το δίκτυο των παλαιότερων πυραύλων και των ραντάρ έχει υποστεί σοβαρές ζημιές από τη δράση των ανταρτών. Για παράδειγμα, στις 2 Νοεμβρίου 2012 αντάρτες κατέλαβαν μια βάση ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης στη βορειοδυτική Συρία. Η βάση βρίσκεται περίπου πέντε χλμ νότια της πόλης Salaqin της επαρχίας Idlib. Η περιοχή είναι ιδανική για την κάλυψη του εναέριου χώρου πάνω από την τουρκική επαρχία Χατάι και την ανατολική Μεσόγειο. Στη βάση βρίσκονταν έξι ραντάρ, με βάση τα βίντεο που ανέβασαν στο ίντερνετ οι αντάρτες. Δύο ραντάρ επιτήρησης τύπου P – 18 ‘Spoon Rest’ και άλλα δύο P – 19 ‘Flat Face B,’ ένα ραντάρ προσδιορισμού υψομέτρου PRV – 11 ‘Side Net’ και άλλο ένα επίσης προσδιορισμού υψομέτρου PRV – 09 ‘Thin Skin’ καθώς και μια κεραία IFF NRZ – 12. Τον Ιούνιο του 2012 μια άλλη βάση ραντάρ αεράμυνας της Συρίας κατελήφθη από αντάρτες. Η βάση αυτή περιελάμβανε ένα ραντάρ Ρ – 18, ένα άλλο που φαίνεται να είναι κινεζικής κατασκευής Type 120 καθώς και ένα NRZ – 12. Τον Ιούνιο του 2012 οι αντάρτες κατέλαβαν επίσης μια βάση αντιαεροπορικών πυραύλων S – 75 (SA – 2 ‘Guideline’) βόρεια της Homs, μια δεύτερη στη Halab τον Οκτώβριο του 2012 και μια Τρίτη πάλι τον Οκτώβριο στην περιοχή Al Ghutah, ανατολικά της Δαμασκού. Στις βάσεις αυτές βρίσκονταν πυραυλικά συστήματα S – 75, S – 125 (SA – 3 ‘Goa’) και S – 200 (SA – 5 ‘Gammon’) παλαιάς τεχνολογίας.
(*) Ο Κωνσταντίνος Γρίβας διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το τελευταίο του βιβλίο «Η Στρατιωτική Άνοδος της Κίνας και η Γεωπολιτική του Πολέμου στη Μέση Ανατολή», κυκλοφόρησε προσφάτως από τις εκδόσεις Λιβάνη και από αυτό προέρχονται κατά κύριο λόγο οι πληροφορίες που παρατίθενται στο παρόν άρθρο.
Πηγή
Διαβάστε περισσότερα...