Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2010

Διακοπές : Οδοιπορικό στη Νότια Ινδία

Όσοι έχουν επισκεφτεί την Ινδία την περιγράφουν ως έναν τόπο γεμάτο χρώματα, μυρωδιές και αξέχαστες εικόνες. Καμία όμως περιγραφή, καμία φαντασία δεν μπορεί να φτάσει αυτά που βλέπει και βιώνει κανείς όταν πάει εκεί
Το ταξίδι μας «χώρεσαν» τα δύο νότια διαμερίσματα της Ινδίας, το Tamil Nadu και η Kerala. Προσγειωθήκαμε στο Chennai (παλαιότερα γνωστό ως Mandras), από όπου θα ξεκινούσε το οδοιπορικό μας. H πέμπτη μεγαλύτερη πόλη της Ινδίας και πρωτεύουσα του Tamil Nadu αποτελεί πολιτιστικό και καλλιτεχνικό κέντρο και παρουσιάζει μοναδικές αντιθέσεις. Η πρώτη βόλτα στην πόλη είναι πραγματική επίθεση στις αισθήσεις του ταξιδιώτη: ζώα, αυτοκίνητα και τουκ-τουκ (τα παραδοσιακά ινδικά ταξί, τρίτροχα αμαξάκια κίτρινου χρώματος), γυναίκες με πολύχρωμα σάρι και άντρες με dhoti (μεγάλα κομμάτια ύφασμα που δένουν στη μέση σαν φούστες), όλα μαζί σε μια ατμόσφαιρα αποπνικτική, σχεδόν απόκοσμη.


Σκηνές που χαράσσονται για πάντα στη μνήμη, μέσα στη μοναδικότητα και ταυτόχρονα την απλότητά τους: άνθρωποι μιλάνε και γελάνε καθισμένοι ή και ξαπλωμένοι στους δρόμους, μια γυναίκα χτενίζει τα μαλλιά της κόρης της, ένας άντρας φτιάχνει γυναικεία κοσμήματα με λευκά άνθη σε έναν αυτοσχέδιο πάγκο, μια αγελάδα περνάει το δρόμο, άνθρωποι κουβαλούν στο κεφάλι τους τεράστιους όγκους από άχυρα, ένας άντρας παίζει με μια μαϊμού στην άκρη του δρόμου, κόσμος, βοή και φασαρία. Η δυσωδία έντονη - οι υπόνομοι δεν είναι παρά μεγάλα χαντάκια κατά μήκος του δρόμου, η φασαρία αβάσταχτη, η κοσμοσυρροή ασταμάτητη. Και όμως, υπάρχει κάτι σε όλα αυτά τόσο δυνατό και ιδιαίτερο, τόσο παράξενο και ελκυστικό. Είναι η απόλυτη αντίθεση με όσα έχει δει κανείς μέχρι τότε, η αίσθηση ότι πρόκειται για έναν άλλο πλανήτη.

Οι κάτοικοι, με μια παιδικότητα σχεδόν αφοπλιστική, πλησιάζουν τους ξένους, τους κοιτάζουν παράξενα -δεν έχουν συνηθίσει την παρουσία τουριστών σε αυτά τα μέρη-, καμιά φορά προσπαθούν να τους αγγίξουν. Βρίσκουν ευκαιρία να μιλήσουν τα λίγα αγγλικά που ξέρουν, κοιτάζουν πονηρά και χαμογελούν συνέχεια. Αυτή η πρώτη ημέρα είναι η αποκάλυψη ενός τελείως διαφορετικού κόσμου, όπου οι άνθρωποι ζουν υπερήφανοι μέσα στην απόλυτη ένδεια.

Την επόμενη ημέρα ξεκινήσαμε για το Mahabalipuram, 60 χλμ. από το Chennai, πόλη μεγάλου ιστορικού ενδιαφέροντος, με γνωστά ιστορικά αξιοθέατα. Στο δρόμο σταματήσαμε στο Dakshin Chitra, μια υπαίθρια έκθεση παραδοσιακής τέχνης της Νότιας Ινδίας. Ο επισκέπτης μπορεί να χαζέψει στους πάγκους με τα χειροποίητα κοσμήματα, τις ζωγραφιές και τα τεχνουργήματα, να περιηγηθεί τις κατάφυτες εκτάσεις, όπου διάφοροι καλλιτέχνες εκθέτουν τα έργα τους, να κάνει τατουάζ από χένα, να παρακολουθήσει ζωντανά θεατρικές ή ταχυδακτυλουργικές παραστάσεις και να πάρει αρκετές πληροφορίες για την τοπική κουλτούρα και τέχνη.

Το Mahabalipuram (Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς UNESCO), χτισμένο ανάμεσα στον 7ο και τον 9ο αιώνα, αποτελεί έναν τόπο πλούσιο σε ιστορικά μνημεία μεγάλης αρχαιολογικής σημασίας. Η περιοχή λέγεται ότι αποτελούσε σχολείο για μαθητευόμενους γλύπτες, θεωρία συμβατή με τη μεγάλη πληθώρα γλυπτών -κυρίως μονολιθικά-που συναντάει κανείς εκεί. «Descent of the Ganges», «Shore Temple», «Pancha Rathas» είναι μερικοί μόνο από τους πολυάριθμους μνημειακούς τόπους που συναντήσαμε. Πάντα ξυπόλυτοι -απαγορεύονται τα παπούτσια σε όλους τους αρχαιολογικούς χώρους- αφεθήκαμε σε ένα μαγευτικό ταξίδι στο χρόνο, μέσα από τις υπέροχες ιστορίες που μας αφηγούνταν ο ξεναγός μας.

Η παραλία του Mahabalipuram -στον Κόλπο της Βεγγάλης- είναι από τις μεγαλύτερες σε πλάτος παγκοσμίως. Με φόντο τον πάντα τρικυμιώδη Ινδικό ωκεανό, τα σκουπίδια στην αμμώδη παραλία και τις ιερές αγελάδες που είναι πανταχού παρούσες, η παραλία αυτή μας χάρισε πολλές ώρες βόλτας - και μια εξαιρετική ψαροκατάνυξη στο γωνιακό ταβερνάκι. Αυτό που εντυπωσιάζει στην επαφή των Ινδών με το υγρό στοιχείο είναι ότι συνήθως βουτούν -έστω και μέχρι τη μέση- φορώντας τα ρούχα τους, στοιχείο που προσθέσαμε τότε στη λίστα μας με τα «αξιοπερίεργα» αυτού του τόπου.

Ο επόμενος σταθμός μας ήταν το Pondicherry, παλιά γαλλική αποικία με σαφή τα σημάδια των τότε κατακτητών. Πρόκειται για μέρος περισσότερο τουριστικό και οικείο από τα προηγούμενα - όσο προχωρούσαμε από την Ανατολή προς τη Δύση, η παρουσία του ευρωπαϊκώς εννοούμενου «πολιτισμού» γινόταν πιο έντονη (πάντα βέβαια με απόλυτο ινδικό χρώμα και ύφος). Παρ' όλα αυτά, στο Pondicherry ζήσαμε αρκετές αντιθέσεις: Eπισκεφτήκαμε το πρώτο μας Ινδικό Ashram, τόπο λατρείας και διαλογισμού, με πλούσια βιβλιοθήκη και πολλά εκθέματα. Πήγαμε σε ένα πολύ όμορφο εστιατόριο παρέα με τον Γάλλο ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου που μέναμε. Περάσαμε από την παραλία που είχε χτυπηθεί από το τσουνάμι του 2004 και ζήσαμε εικόνες απόλυτης αθλιότητας και φτώχειας· κατσίκες που έτρωγαν χαρτιά, άνθρωποι που έμεναν σε αχυρένιες καλύβες χωρίς νερό, ένας γέρος αποστεωμένος με καπέλο Αϊ-Βασίλη κοιτούσε τη θάλασσα με μάτια που δεν έβλεπαν πουθενά.

Και μετά από αυτό το τοπίο, πάλι σημάδια πολιτισμού, πάγκοι με χυμό ζαχαροκάλαμων στους δρόμους, αγορά μπαχαρικών με ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, υπαίθρια κιόσκια για ζεστό τσάι, μαθητές με τις σχολικές στολές τους, τουκ-τουκ, κίνηση, άνθρωποι, αγελάδες. Και το βράδυ το πρώτο ινδικό μασάζ, σε απόλυτα μυστικιστική ατμόσφαιρα, must do για κάθε ταξιδιώτη.

Την πέμπτη ημέρα φτάσαμε στο Tanjore, πόλη με μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον, με γνωστότερο το Brihadishwara Temple, τον πρώτο ολοκληρωμένο ναό από γρανίτη και υπόδειγμα ινδικής αρχιτεκτονικής. Ο ξεναγός μάς εξήγησε πολλά για την ιστορία των τοπικών εθίμων και τελετών, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά καθεμιάς από τις ινδουιστικές θεότητες.

Την επομένη, στο δρόμο προς το Trichy, σταματήσαμε στο Srirangam, ένα από τα πιο σημαντικά ινδουιστικά συμπλέγματα ναών και το μεγαλύτερο σε λειτουργία. Πρόκειται για έναν τόπο λατρείας με 7 θύρες - «Pilgrims», συνολικής έκτασης περίπου 630 τ.χλμ. Στο χώρο αυτό έρχονται πιστοί από όλη την Ινδία, με αυτούς από το Ρατζαστάν να ξεχωρίζουν μέσα στις πολύχρωμες φορεσιές τους. Εξω από τον αρχαιολογικό χώρο μπορεί κανείς να περάσει ατελείωτες ώρες περιδιαβαίνοντας τα παζάρια ή βγάζοντας φωτογραφίες με πλουμιστά ντυμένους ελέφαντες και μαϊμούδες.

Στο Trichy ανεβήκαμε στο Tiruchirapalli Rock Fort, ινδουιστικό ναό χτισμένο σε ένα βράχο, με απίθανη θέα σε όλη την πεδιάδα. Εκεί μπορεί κανείς να δει από ψηλά πόσο πυκνοκατοικημένος είναι αυτός ο τόπος, γεμάτος καλύβες και χαμόσπιτα.

Το Madurai (γνωστό και ως «Αθήνα της Ανατολής») ήταν ο επόμενος προορισμός μας και τελευταίος σταθμός στο Tamil Nadu. Ηδη το τοπίο είχε γίνει πιο οικείο, η ατμόσφαιρα καθαρότερη και το περιβάλλον πιο αστικό. Το παλάτι του βασιλιά Thirumalai Nayak, χτισμένο με τη συμβολή ενός Ιταλού αρχιτέκτονα το 1636, ήταν άκρως εντυπωσιακό με την πολύ ιδιαίτερη τεχνοτροπία του. Ο δε ναός Meenakshi Amman είναι ένας τόπος λατρείας απόλυτα μυστικιστικός, που αντικατοπτρίζει τα 2.500 χρόνια ζωής του Madurai και προκαλεί απόλυτη κατάνυξη ακόμη και στον απλό επισκέπτη. Εκεί παρακολουθήσαμε το ίδιο βράδυ μια ινδουιστική τελετή, με εικόνες που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ: πιστοί που ακολουθούσαν μέσα σε θρησκευτικό παραλήρημα, ιερείς ημίγυμνοι που έσπαγαν καρύδες και μοίραζαν τον ιερό χυμό, παιδάκια με βαμμένα μαλλιά και πρόσωπα που βρίσκονταν εκεί για την πρώτη τους μύηση και απόκοσμες μελωδίες να αντηχούν παντού. Μετά από αυτό βγήκαμε στην πόλη -περπατώντας πλέον σχεδόν μόνιμα ξυπόλυτοι, χαζέψαμε για αρκετή ώρα στην τεράστια αγορά μπαχαρικών και, σοκαρισμένοι ακόμα από την προηγούμενη εμπειρία μας, γυρίσαμε στο ξενοδοχείο. Η επόμενη ημέρα θα έκρυβε πολλές εκπλήξεις, καθώς θα ξεκινούσε το δεύτερο μέρος του ταξιδιού μας, στην εξωτική Kerala.

KERALA

Η πεντάωρη διαδρομή προς το Thekkady (πρώτος σταθμός μας στην επαρχία της Kerala) ήταν μέσα από κατάφυτες πεδιάδες, φυτείες τσαγιού, βουνά, καταρράκτες, ναούς και πολλές-πολλές μαϊμούδες, που πετάγονταν συνέχεια μπροστά μας. Στο Thekkady θα μέναμε σε ένα σπίτι ντόπιων, συνηθισμένη πρακτική για ταξιδιώτες που θέλουν να βιώσουν τον τρόπο ζωής του μέρους που επισκέπτονται. Η κυρία που μας φιλοξένησε ήταν μια κομψή Ινδή γύρω στα 45, που έμενε με το γιο της και νοίκιαζε δωμάτια σε διερχόμενους τουρίστες. Η οικοδέσποινα μας μαγείρεψε ένα υπέροχο φαγητό (εξαιρετικά καυτερό αλλά πεντανόστιμο, όπως και ό,τι άλλο φάγαμε στην Ινδία) και, κατά την προσφιλή συνήθεια των Ινδών, κάθισε κοντά μας όσο τρώγαμε. Το επόμενο πρωινό κάναμε μια διαδρομή με ελέφαντα μέσα στο δάσος -επίσης must σε αυτό το μέρος- και περάσαμε την ημέρα κάνοντας βόλτες στην πόλη.

Το Kumarakom ήταν ο επόμενος προορισμός μας, πέντε ώρες μακριά. Το τοπίο ήταν πλέον τελείως εξωτικό με συνεχή δέντρα και φυτείες. Οταν φτάσαμε, επιβιβαστήκαμε κατευθείαν σε ένα μικρό ποταμόπλοιο στο οποίο θα μέναμε τις επόμενες δύο ημέρες πλέοντας στα διάσημα Backwaters της Kerala. Ενα τεράστιο σύμπλεγμα από κανάλια δημιουργεί ένα από τα πιο όμορφα φυσικά τοπία του κόσμου, καθώς η πυκνή βλάστηση στις όχθες ενώνεται με το νερό δημιουργώντας μια πανδαισία χρωμάτων. Το ποταμόπλοιο (kettuvallam στην τοπική διάλεκτο) που είχαμε νοικιάσει είχε δύο υπνοδωμάτια, μια κουζίνα -όπου έμενε και το τριμελές πλήρωμα το βράδυ- και έναν ενιαίο χώρο μπροστά στην πλώρη, ο οποίος κατέληγε σε ένα τεράστιο στρώμα ακριβώς στη μύτη του πλοίου. Εκεί, πίσω από τον καπετάνιο που οδηγούσε, καθόμασταν καθώς ξετυλίγονταν μπροστά μας σαν ταινία του Robert Altman οι ζωές των Ινδών στις όχθες των καναλιών: παιδιά με σχολικές ποδιές και τεράστιες τσάντες που έτρεχαν για το σχολείο, πιτσιρικάδες που έκαναν επίδειξη βουτώντας με ακροβατικές φιγούρες στο νερό, άνθρωποι που μας χαιρετούσαν, κυνηγώντας νοητά την πορεία του πλοίου. Περάσαμε τη νύχτα χαζεύοντας τον ουρανό τόσο βαρύς από τα αναρίθμητα αστέρια, τόσο φωτεινός μέσα στη σκοτεινιά. Εκείνες τις δύο ημέρες φτάσαμε όσο κοντά μπορεί να φτάσει κανείς στην απόλυτη γαλήνη, μια εμπειρία μοναδική, που απέχει πολύ από την καθημερινότητα του δυτικού πολιτισμού.

Το τέρμα της διαδρομής μας ήταν το Allepey (ή Allappuzha), ένας εξωτικός προορισμός, όπου θα μέναμε σε μια μεγάλη φάρμα μέσα στο δάσος. Το μέρος ανήκε σε ένα ζευγάρι ευκατάστατων και πολύ μορφωμένων Ινδών που νοίκιαζαν δωμάτια σε τουρίστες. Η φάρμα ήταν στη μέση του πουθενά και ήμασταν πολύ τυχεροί, καθώς δεν υπήρχε κανείς άλλος εκείνη την περίοδο. Εχοντας όλο το χώρο στη διάθεσή μας, περάσαμε δύο ημέρες διαβάζοντας, κάνοντας κανό στο ποτάμι, τρώγοντας ψάρια με μοναδικά καρυκεύματα και μπαχαρικά, παίζοντας επιτραπέζια παιχνίδια, παρακολουθώντας μαθήματα μαγειρικής και χαλαρώνοντας στις αναπαυτικές αιώρες. Φεύγοντας από τη φάρμα, μετά τη χαλάρωση των τελευταίων τεσσάρων ημερών, νιώθαμε ότι είχαμε βρει τον εαυτό μας και ήμασταν σχεδόν έτοιμοι να γυρίσουμε στην άχρωμη καθημερινότητά μας. Η συνέχεια όμως προμηνυόταν εξίσου εντυπωσιακή.

Το επόμενο ξημέρωμα μας βρήκε στο Allepey Railway Station, από όπου θα παίρναμε το τρένο για την πρωτεύουσα της Kerala, το Trivaνdrum (ή αλλιώς Thiruvanathapuram - σαφώς προτιμούσαμε την πρώτη ονομασία). Τα ινδικά τρένα σίγουρα έχουν βελτιωθεί, αυτό όμως που αφήνει έκπληκτο τον ανυποψίαστο ταξιδιώτη είναι οι νεαροί Ινδοί με κόκκινα πουκάμισα που μπαίνουν σε κάθε βαγόνι τρέχοντας, ελπίζοντας να βγάλουν το μεροκάματο κουβαλώντας τις βαλίτσες των επιβατών. Στην αρχή νομίζαμε ότι είχαμε πέσει θύματα ληστείας, μετά όμως τους είδαμε να προπορεύονται σε κοντινή απόσταση με τις αποσκευές στα κεφάλια τους και συνεχίσαμε μέχρι την έξοδο του σταθμού χωρίς βάρος, αφήνοντάς τους στο τέλος ένα φιλοδώρημα. Από το σταθμό του Trivavdrum πήγαμε στο Kovalam, ένα παραθάλασσιο θέρετρο γνωστό για την όμορφη παραλία του. Δυστυχώς, η παραλία δεν ήταν ακριβώς εκεί (ήταν δηλαδή πολύ περιορισμένη), αφού είχε προηγηθεί η περίοδος των βροχών και η θάλασσα είχε φουσκώσει πολύ. Παρ' όλα αυτά, η ημέρα εκεί πέρασε με μπάνιο και κολύμπι. Το συγκεκριμένο μέρος ήταν σαφώς πιο τουριστικό από τα προηγούμενα, δημιουργώντας την αίσθηση ότι σιγά-σιγά πλησιάζουμε τον πολιτισμό.

Προτελευταίος μας προορισμός το Somatheeram Ayurveda Center, ένα αγιουρβεδικό κέντρο διαλογισμού και χαλάρωσης. Εκεί, έχοντας νοικιάσει για την ημέρα ένα μπανγκαλόου στις καταπράσινες εκτάσεις του κέντρου, κάναμε το καλύτερο foot message που μπορεί κανείς να βρει και απολαύσαμε για άλλη μία φορά την επαφή με τη θάλασσα και τη φύση.

Η επόμενη ημέρα μάς βρήκε στο Cochin (ή Kochi). Η πανέμορφη αυτή πόλη της Kerala είναι γνωστή μεταξύ άλλων και για την τεράστια ψαραγορά της, όπου κανείς μπορεί να βρει τη μεγαλύτερη ποικιλία σε ψάρια και θαλασσινά, να τα αγοράσει επιτόπου και να τα πάει σε μια ταβέρνα εκεί κοντά για να τα ψήσει. Το φαγοπότι που έγινε εκεί ήταν τρομερό, γιατί πουθενά στον κόσμο δεν μπορεί κανείς να φάει αστακούς, ξιφίες, καβούρια, όλων των ειδών μεγάλα ή μικρά ψάρια και να πληρώσει τόσο λίγο (περίπου 5 ευρώ το άτομο). Το καλύτερο δε ήταν όταν μας ρώτησαν οι σερβιτόροι αν θέλαμε να πιούμε «τσάι» ή «σπέσιαλ τσάι». Τους κοιτάξαμε απορημένοι και τότε μας εξήγησαν συνωμοτικά ότι, επειδή δεν έχουν άδεια για πώληση αλκοόλ, σερβίρουν την μπίρα από κανάτες τσαγιού σε φλιτζάνια, το οποίο βέβαια και επιλέξαμε. Το Cochin είναι ένας τόπος αρκετά εξευρωπαϊσμένος, που διατηρεί βέβαια το ινδικό χρώμα, με πολλές όμως επιρροές από τη Δύση. Το ντύσιμο των αντρών είναι κυρίως ευρωπαϊκό (οι γυναίκες φυσικά επιμένουν στο σάρι) και μπορεί κανείς να βρει ακόμη και μεγάλα κλαμπ το βράδυ. Ηταν ό,τι έπρεπε λοιπόν για μια πιο ομαλή προσαρμογή πριν από την επιστροφή.

Την επιστροφή από έναν τόπο όπου οι κάτοικοι διδάσκουν πώς μπορεί κανείς να είναι ευτυχισμένος μακριά από τις ανέσεις του δυτικού πολιτισμού και που κρατούν με πείσμα την κουλτούρα και τα έθιμά τους ζωντανά. Εναν τόπο όπου οι άνθρωποι γίνονται ένα με τη φύση, δεν σταματούν να χαμογελούν και το άγχος, η γκρίνια και το άσκοπο κυνήγι της ύλης δεν τους αφορούν.


ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ

• Στην Ινδία θα είναι πολύ δύσκολο να οδηγήσετε. Μπορεί να σας φανεί υπερβολικό, όμως καλύτερα να κλείσετε κάποιον οδηγό που θα σας συνοδεύσει σε όλη τη διαδρομή. Θα σας βοηθήσει και στις συνεννοήσεις γενικότερα και θα διευκολύνει πολύ το ταξίδι σας.
• Τα πάντα σε αυτήν τη χώρα είναι απίστευτα φτηνά για τα δεδομένα του Ευρωπαίου ή Αμερικανού τουρίστα. Είναι κρίμα να χάσετε την ευκαιρία να τρώτε μοναδικά γεύματα με 3 ή 4 ευρώ το άτομο, γι' αυτό μη φοβηθείτε τα ντόπια φαγάδικα ή τους υπαίθριους πάγκους. Τρώτε πάντα μαγειρεμένα ή ψημένα πιάτα, αλλά αποφύγετε ΤΕΛΕΙΩΣ το νερό. Η παραμικρή κατάποση μπορεί να σας αφήσει στο κρεβάτι πολλές ημέρες.
• Στην Ινδία θα νιώσετε κάπως όπως οι σταρ του κινηματογράφου, καθώς θα τρέχουν καταπάνω σας δεκάδες αυτοχθόνων -κυρίως παιδιά- ειδικά σε μη τουριστικά μέρη. Δεν θέλουν λεφτά, θέλουν απλώς να σας μιλήσουν και να φωτογραφηθούν μαζί σας - παρότι τη φωτογραφία την κρατάτε εσείς, αφού είναι με δική σας κάμερα! Εχετε πάντα μαζί σας κάτι - ένα απλό σουβενίρ ή έστω καραμέλες, γιατί συνήθως θα σας ζητάνε κάποιο ενθύμιο.
• Η καλύτερη εποχή να ταξιδέψει κανείς στην Ινδία είναι κατά τους χειμερινούς μήνες - από Οκτώβριο μέχρι Φεβρουάριο. Αποφύγετε την περίοδο Μάρτιο με Μάιο, καθώς έχει πολλή υγρασία και ζέστη.
• Το εθνικό νόμισμα είναι η ρουπία - INR Indian Rupee (1 ευρώ ισούται με περίπου 70 ρουπίες).


Βόλτα με ποταμόπλοιο
Η Δέσποινα Σκλάβου διηγείται τη δική της μοναδική εμπειρία, κατά τη διήμερη βόλτα της με ποταμόπλοιο στα νερά του ποταμού Pump, στην επαρχία της Κεράλα. Πρόκειται για την υδάτινη όαση της Ινδίας που αποτελείται από 40% νερό, 60% στεριά, άπειρα ποτάμια και εκατοντάδες κανάλια



Aφήνουμε πίσω το αεροδρόμιο του Cochin και ταξιδεύουμε νότια για το χωριό Αllepey, κάτω από έναν ευχάριστα συννεφιασμένο ουρανό, που εμποδίζει τον ήλιο να μας τσουρουφλίσει. Το τζιπ μας καταπίνει γρήγορα τα χιλιόμετρα και σε περίπου δύο ώρες φτάνουμε στο παράκτιο χωριό. Επιβιβαζόμαστε στο ποταμόπλοιο, το οποίο αποδεικνύεται καλύτερο και από τις πιο τρελές μας προσδοκίες. Το προσωπικό του πλοίου, τρεις ευγενέστατοι Ινδοί, μας υποδέχονται στην πανέμορφη, αποκλειστικά δική μας για τις επόμενες δύο ημέρες, πλεούμενη κατασκευή. Η βάση του ποταμόπλοιου μοιάζει με τεράστιο κανό. Το άνω τμήμα του είναι φτιαγμένο από μπαμπού, ενώ έχει σκεπαστή τραπεζαρία, ανοιχτή βεράντα, ένα υπέροχο υπνοδωμάτιο και πολυτελέστατο μπάνιο.

Ξεκινάμε αμέσως. Διασχίζουμε τα στενά κανάλια και αντικρίζουμε δάση από φοίνικες να αντανακλούν το χρώμα τους μέσα στο γυάλινο νερό σχηματίζοντας ονειρικές εικόνες. Πυκνόφυλλα μάνγκο στις όχθες του ποταμού, με τις φυλλωσιές τους να γέρνουν τόσο που να αγγίζουν το νερό, σταματούν το βλέμμα. Η ανθρώπινη παρουσία διάχυτη παντού κατά μήκος των ακτών. Ανθρωποι κάθε ηλικίας καταπιάνονται με κάθε είδους δραστηριότητα. Αλλοι λούζονται, άλλοι κολυμπούν, μια γυναίκα πλένει τα πιατικά της, μια άλλη τα λαχανικά της, μια τρίτη έχει βάλει μπουγάδα. Ενας ηλικιωμένος ψαρεύει, παιδιά πλατσουρίζουν χαρούμενα και τα κανό πηγαινοφέρνουν ανθρώπους και εμπορεύματα. Τα φέρι σταματούν στους μόλους για να επιβιβάσουν και να αποβιβάσουν επιβάτες.

Οι χωρικοί εδώ περνούν περισσότερη ώρα στο νερό παρά στη στεριά. Ποια στεριά, δηλαδή, που τα σπίτια και οι δρόμοι είναι τρεις μήνες το χρόνο -από τον Ιούνιο ώς τον Αύγουστο- πλημμυρισμένοι, ενώ σε πολλά σημεία υπάρχει μόνο μια μικρή λωρίδα γης που χωρίζει το ποτάμι από τη στεριά. Εκεί βόσκουν τα ζώα, εκεί περπατούν οι άνθρωποι, εκεί είναι χτισμένα πολλά καλυβόσπιτα. Παρ' όλα αυτά, τα πρόσωπά τους έχουν πάντοτε ένα χαμόγελο να χαρίσουν. Ασχολούνται με τους αγρούς και τα ζώα τους, ενώ υπάρχουν και αυτοί που εργάζονται σε ένα τοπικό εργοστάσιο επεξεργασίας κοκοφοίνικα.

Οπως μας πληροφορεί ο καπετάνιος, το πλοίο μας διασχίζει τον ποταμό Pump. Τα νερά του ξεκινούν από τους λόφους Sabarimala, όπου υπάρχουν ιεροί ινδουιστικοί τόποι προσκυνήματος και ρέουν για 110 χλμ. μέχρι τη λίμνη Vembanad και από εκεί μέχρι το Cochin. Στο κατέβασμά τους από το βουνό παρασύρουν προς την πεδιάδα πολλά υλικά που καθιστούν το έδαφος εξαιρετικά γόνιμο.

Την επομένη σταματάμε για ξενάγηση και προμήθειες στο χωριό Chambakkulam. Στις όχθες του δεσπόζει η καθολική εκκλησία St Mary που έχτισαν οι Πορτογάλοι πριν από 480 χρόνια. Για τις εικόνες και τα γλυπτά του ναού χρησιμοποίησαν χρώματα από φρούτα και λαχανικά και για τις τοιχογραφίες του έφεραν καλλιτέχνες από τη Σρι Λάνκα. Στο προαύλιο είναι χτισμένο σχολείο, που λειτουργεί για όλα τα παιδιά του χωριού, αλλά και κατηχητικό ξεχωριστά για τα χριστιανόπουλα. Τρεις ιερείς εκτελούν τα διαφορετικά εκκλησιαστικά καθήκοντα, υπάρχει εξομολογητήριο και οι πιστοί συναθροίζονται έξω από το σπίτι του ενός εκ των ιερέων, ο οποίος διεμένει σε οίκημα της εκκλησίας, για να δεχτούν καθοδήγηση για την καθημερινή ζωή τους.

Στην Κεράλα ο Θεός έχει πολλές μορφές. Μέσα από τα χρόνια, οι θρησκείες του κόσμου έφτασαν εδώ με όλο τους τον πλούτο και παρέμειναν αναλλοίωτες συνυπάρχοντας αρμονικά.

Ο χριστιανισμός και ο ιουδαϊσμός βρήκαν ένα αληθινό σπίτι εδώ, αλλά και ο ισλαμισμός έχει μεγάλη απήχηση, μια και υπήρχε ακόμη και πριν από την εποχή του Μοχάμεντ μεγάλη επικοινωνία μέσω του εμπορίου, ανάμεσα στους Αραβες και τους Ινδούς της Κεράλα.

Τελευταίο πρωινό στο ποταμόπλοιο. Τα νερά εντελώς ακίνητα. Ο ουρανός καθαρός. Καθώς παίρνουμε το πρωινό μας στην ανοιχτή τραπεζαρία, μια εκπληκτική συναυλία γλυκών απόκοσμων ήχων χαϊδεύει τα αυτιά μας. Πουλιά που το καθένα δηλώνει παρουσία με τον δικό του μοναδικό τρόπο, μουγκανίσματα αγελάδων, ινδουιστικοί ψαλμοί ανακατεμένοι με τη χριστιανική λειτουργία, ενορχηστρωμένα έτσι που να συμπληρώνουν αρμονικά την οπτική τελειότητα.

ΚΕΙΜΕΝΟ:ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΣΚΛΑΒΟΥ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΣΚΛΑΒΟΥ


Πηγή
http://trans.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_taxworld_1_16/10/2009_302716