Το λάδι, το ουσιαστικό
Όταν αποτυγχάνουν όλες οι άλλες μέθοδοι για την επίτευξη μιας συμφωνίας αναλαμβάνει ρόλο το λάδι, “δίνω σε κάποιον χρήματα για να με ευνοήσει σε κάτι”, (βλ. συνώνυμα: λαδώνω, μιζάρω, δωροδοκώ).
Το ευεργετικό λάδι βοηθάει τον αποδέκτη (βλ. ο λαδιάρης, ο πιάσμαν) να σκεφτεί καλύτερα (ενισχύει την σκέψη), λαδώνει τα γρανάζια του συστήματος (όταν ο έτερος των πλευρών είναι μηχανισμός, π.χ. δημόσιο) γιατί, ως γνωστόν, μια εκ των βασικών ιδιοτήτων του ελαίου είναι να μειώνει τoν συντελεστή τριβής όταν παρεμβάλλεται μεταξύ δύο εφαπτομένων κινουμένων επιφανειών.
Πολύ σπάνια δεν επιτυγχάνεται μια οικονομική συμφωνία, αν φτάσει στο λάδι.
Ο κύριος λόγος μιας τέτοιας αποτυχίας είναι η διαφωνία στην ποσότητα λαδιού (βλ. μίζα, λάδωμα)...
Φυσικά, στην περίπτωση αυτή, το λάδι χρησιμοποιείται μεταφορικά καθώς σήμερα έχει πλέον αντικατασταθεί από το ζεστό χρήμα.
Παλαιότερα όμως η χρήση του όρου λάδι ήταν κυριολεκτική, ειδικά σε περιόδους ανέχειας, γιατί ποτέ δεν έπαψε να είναι ένα πολύτιμο προϊόν (βλ. λαδώνω).
Το λάδι βέβαια, πέρα από τη συναλλαγή ανθρώπου με άνθρωπο, χρησιμοποιήθηκε και ως μέσο συναλλαγής ανθρώπου με άγιο.
Στους ναούς οι πιστοί λαδώνουν και τους αγίους με προσφορές λαδιού...
(σχέδιο του Πέτρου Ζερβού)Πηγή
http://www.eyploia.gr/