Η Ελληνική κυβέρνηση Μεταξά μετά την κήρυξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου προσπαθούσε να κρατήσει μια στάση ουδετερότητας.Το ίδιο έπραξε και μετά τον τορπιλισμό του καταδρομικού Έλλη απο ιταλικό υποβρύχιο ενω βρισκόταν στο λιμάνι της Τήνου για τον δεκαπενταύγουστο.
Στις 3 το πρωι της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα Γκράτσι επέδωσε τελεσίγραφο στον Μεταξά ερχόμενος στο σπίτι του στην Κηφισιά με το οποίο ζητούσε ελεύθερη διάβαση των ιταλικών στρατευμάτων και κατάληψη στρατηγικών θέσεων ώστε να εξασφαλιστεί η ελληνική ουδετερότητα.
Ο Μεταξάς ερμηνεύοντας τα αισθήματα ολόκληρου του ελληνικού λαού και γνωρίζοντας οτι αντίθετη απάντηση θα ισοδυναμούσε με προδοσία είπε το ΟΧΙ.
Οι Ιταλοί την παραμονή της επίθεσης είχαν στην Αλβανία δυο σώματα στρατού που με τους 4.000 Αλβανούς έφθαναν τους 97.000 άνδρες. Επιπλέον με στοχο το μέτωπο της Ηπείρου το ΧΧV σώμα Τσαμουριάς με τις μεραρχίες πεζικού Φεράρα και Σιένα και την τεθωρακισμένη μεραρχία Κενταύρων σύνολο 42.000 άνδρες.
Στο μέτωπο Δυτ.Μακεδονίας το XXVI σώμα αποτελούμενο απο τις μεραρχίες:Πάρμα,Πιεμόντε,Βενέτσια και Αρέτζο με 44.000 άνδρες.Τέλος με στόχο την διάσπαση του μετώπου στο Μέτσοβο και με χώρο επιχειρήσεων την Πίνδο παρατάχθηκαν 11.000 άνδρες της μεραρχίας αλπινιστών Τζούλια.
Η ιταλική αεροπορία αριθμούσε περισσότερα απο 500 αεροπλάνα.Ενω τα στοιχεία πυροβολικού ήταν 3 φορές περισσότερα των Ελλήνων. Επίσης υπήρχε δύναμη 90 τεθωρακισμένων.Διοικητής των ιταλικών δυνάμεων ήταν ο στρατηγός Βισκόντι Πράσκα.
Απο ελληνικής πλευράς στη γραμμή Ιονίου-Σμόλικα παρατάχθηκε η VIII μεραρχία Ιωαννίνων με διοικητή τον υποστράτηγο Κατσιμήτρο που μετα την επιστράτευση αριθμούσε 37.000 άνδρες.Στο μέτωπο της Δυτ.Μακεδονίας τοποθετήθηκε το απόσπασμα Πίνδου και η μεραρχία Καστοριάς με διοικητή τον συνταγματάρχη Δαβάκη και βοήθεια απο μια πυροβολαρχία και 3 τάγματα πεζικού που αποτελούσαν την φρουρά της Κέρκυρας σύνολο 36.000 άνδρες.Επίσης βοήθεια πρόσφεραν οι Κύπριοι αδερφοί με το σύνταγμα Κυπρίων καθώς και οι Δωδεκανήσιοι που αν και κατεχόμενοι απο τους Ιταλούς απο τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο κατάφεραν να στείλουν και αυτοί ενα σύνταγμα.
Η ελληνική αεροπορία αριθμούσε 58 αεροπλάνα τα περισσότερα παλαιά ενω για τεθωρακισμένα δεν γίνεται φυσικά λόγος καθώς οι περισσότεροι Έλληνες οπλίτες δεν είχαν καν ξαναδεί στη ζωή τους.Οσο αφορά την θάλασσα σε μεγάλο ποσοστό η ελληνική κυβέρνηση στηριζόταν στο βρετανικό ναυτικό αφού μαζι με την Ιταλία και την Ιαπωνία ήταν οι μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις της εποχής.
Το ελληνικό ΓΕΣ μετά την επίδοση του τελεσιγράφου αποφάσισε την άμυνα μέχρις εσχάτων στην γραμμή Ιωάννινα-Μέτσοβο διατάζοντας τον Κατσιμήτρο να υποχωρήσει σε αυτή τη θέση αφήνοντας τα Ιωάννινα στον εχθρό με την ελπίδα ότι οι ελληνικές δυνάμεις θα κατάφερναν σε εκείνο το σημείο να αναχαιτίσουν τον εχθρό έχοντας λιγότερες απώλειες.
Παρακούοντας την διαταγή ο Κατσιμήτρος και βλέποντας το ηθικό των αντρών του αποφάσισε να κρατήσει την αμυντική γραμμή στην τοποθεσία Ελαία-Κάλαμα μην παραχωρώντας σπιθαμή εθνικού εδάφους.Συγκινητική ήταν η βοήθεια των κατοίκων που έσκαβαν οχυρωματικά έργα με εθελοντική εργασία.
Στις 5:30 μισή ωρα πριν εκπνεύσει το τελεσίγραφο οι Ιταλοί επιτέθηκαν στο μέτωπο της VIII μεραρχίας με σκοπό την διάνοιξη του δρόμου πρός το Καλπάκι ενω αεροπλάνα βομβάρδισαν την Καστοριά,την Θεσσαλονίκη και την Πάτρα προκαλώντας τον θάνατο πολλών αμάχων.Παρόλα αυτά μετα δυο μέρες οι δυο αντιμαχόμενοι βρισκόταν στην ίδια γραμμή μετώπου.
Στις 2 Νοεμβρίου οι Ιταλοί αφού βομβάρδισαν τις ελληνικές θέσεις καθώς και την πόλη των Ιωαννίνων επιτέθηκαν στο τομέα των Νεγράδων που οδηγούσε στον κύριο δρόμο για τα Ιωάννινα.Το ύψωμα της Γραμπάλας δέχθηκε το μεγαλύτερο κύμα της επίθεσης μάταια όμως καθώς οι εύστοχες βολές του ελληνικού πυροβολικού και η έφοδος των τσολιάδων που ακολούθησε έτρεψαν τον εχθρό σε φυγή.Την νύχτα όμως οι Ιταλοί εκμεταλλευόμενοι την βροχή κατάφεραν να καταλάβουν το ύψωμα καθώς δεν έγιναν αντιληπτοί απο την φρουρά.
Το ξημέρωμα όμως της επόμενης μέρας ο ελληνικός στρατός με την λόγχη επανακατέλαβε το ύψωμα.Στις 4 και 5 Νοεμβρίου νεα προσπάθεια ιταλικής επίθεσης στην περιοχή του Καλαμά ενισχυμένη απο άρματα αυτή την φορά αποκρούστηκε απο το ελληνικό πυροβολικό και τις αντιαρματικές τάφρους που είχαν σκαφτεί..Μερικοί Ιταλοί κατόρθωσαν να διαβούν το ποτάμι αλλά έπαθαν πανωλεθρία καθώς θερίστηκαν απο τα πυροβόλα και πολλοί πνίγηκαν αφού έπεσαν στο ποτάμι για να σωθούν.
Ο μόνος προβληματισμός του ΓΕΣ ήταν το σπάσιμο του μετώπου της Θεσπρωτίας και η κατάληψη της Ηγουμενίτσας στις 6 Νοεμβρίου.Στο μέτωπο της Πίνδου οι 2.000 άνδρες του συνταγματάρχη Δαβάκη βρέθηκαν απέναντι στους 11.000 αλπινιστές της Τζούλια μέσα σε αντίξοες συνθήκες καθώς αναγκάστηκαν για 24 ώρες να αντιμετωπίζουν ολόκληρη μεραρχία.Ο Δαβάκης βλέποντας την κρισιμότητα της κατάστασης αποφάσισε να υποχωρήσει στο Επταχώρι με σκοπό να ανασυνταχθεί.
Στις 3 Οκτωβρίου μετά απο διαταγή του υποστράτηγου Βραχνού διοικητή της Ι μεραρχίας ο Δαβάκης άρχισε αντεπίθεση με δυο διλοχίες και κατεύθυνση τον Προφήτη Ηλία.Η πρώτη απωθήθηκε απο τους Ιταλούς ενω η δεύτερη προσπάθεια προς το ύψωμα Τσούκα αν και το κατέλαβε αρχικά μετα απωθήθηκε.Στην προσπάθεια αυτή να ανακαταλάβει το ύψωμα σκοτώθηκε και ο Δωδεκανήσιος έφεδρος υπολοχαγός Αλέξανδρος Διάκος.Ηταν ο πρώτος αξιωματικός που έπεσε υπέρ πατρίδος.
Στις 2 Νοεμβρίου τελικά μετά απο πεισμώδη αγώνα ο Δαβάκης κατέλαβε την θέση στον Προφήτη Ηλία.Και ενω ετοίμαζε επίθεση στην θέση Ταμπούρι τραυματίστηκε στο στήθος.Ο ταγματάρχης Καραβίας που πήρε την θέση του διοικητή του μετά απο προτροπή του τραυματισμένου Δαβάκη λέγοντας του "Γιάννη πες με πεθαμένο.Μόνο μην σου πάρουν το ύψωμα χάνεται η Ελλάδα.Τράβα!" επικεφαλής 700 ανδρών με εφ' όπλου λόγχη έπεσε με ορμή πάνω στους 2.500 Ιταλούς και μετά απο μάχη που κράτησε μέχρι που νύχτωσε εκδίωξε τον εχθρό.
Στις 10 Νοεμβρίου και μετά απο εκαθαριστικές επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού και της ταξιαρχίας ιππικού που προέλαυνε αργα αλλά σταθερά απο βορρά ο ιταλός στρατηγός Τζιρότι φοβούμενος την περικύκλωση της Τζούλια στο Σμόλικα διέταξε υποχώρηση στη θέση Αρματα.Σε όλο το μήκος του μετώπου ο εχθρός υποχωρούσε και με προσκαιρες επιθέσεις προσπαθούσε να σταματήσει την προέλαση του ελληνικού στρατού.
Στις 16 Νοεμβρίου η μεραρχία ιππικού μπήκε στην Κόνιτσα και την βρήκε καμένη απο τους Ιταλους και Αλβανούς που τους ακολουθούσαν.Ενω στις 17-21 Νοεμβρίου διεξήχθησαν οι τελευταίες μάχες επι ελληνικού εδάφους στην περιοχή του Σαραντάπορου.
Μετα την εκδίωξη του εχθρού απο το εθνικό έδαφος στις 22 Νοεμβρίου στις 3 το απόγευμα μετα απο 10ημερη μάχη το απόσπασμα του συνταγματάρχη Μπεγέτη μπήκε στην Κορυτσά προκαλώντας συγκίνηση και ενθουσιασμό στον ελληνικό πληθυσμό που γέμισε τα μπαλκόνια με την γαλανόλευκη.Το ΓΕΣ ΣΤΗΝ αναφορά του έγραψε "ο εχθρός εκδιώχθηκε απο το πάτριο έδαφος και έπεσε η Κορυτσά καθώς και το Λεσκοβίκι".
Μετα απο αυτό το ΓΕΣ διέταξε το Α σώμα στρατού να καταλάβει τους Αγίους Σαράντα πράγμα που έγινε ανήμερα της γιορτής του Αγίου Νικολάου καθώς οι Ιταλοί εγκατέλειψαν την πόλη απο φόβο μήπως κυκλωθούν.Στις 8 Δεκεμβρίου κατελήφθη και το Αργυρόκαστρο.
Στις 10 Ιανουαρίου κατελήφθη η Κλεισούρα ενω ο μικρός ελληνικός στόλος βομβάρδισε την Αυλώνα.Οι Ιταλοί ντροπιασμένοι παντού εγκατέλειπαν τις θέσεις τους.Μην μπορώντας ο Μουσολίνι να ανεχτεί άλλες ήττες κατέστρωσε την εαρινή αντεπίθεση αναλαμβάνοντας ο ίδιος την αρχιστρατηγία.
Στις 9 Μαρτίου 1941 στις 6:30 οι ιταλικές μεραρχίες ανέλαβαν την επίθεση με σπουδαιότερη την μάχη στο ύψωμα 731 με σκοπό την κατάληψη της Κλεισούρας.
Αυτή ήταν ισως και η ποιό αιματηρή συμπλοκή καθώς διεξήχθη τις περισσότερες φορές σώμα με σώμα.Το αποτέλεσμα ήταν 1243 νεκροί και 4.016 τραυματίες Ελληνες ενω απο ιταλικής πλευράς οι νεκροι έφτασαν τους 12.000 και 8.000 τραυματίες και αιχμαλώτους.
Στις 21 Μαρτίου ο Μουσολίνι εγκατέλειψε τα Τίραννα που βρισκόταν για να οργανώσει την επίθεση επιστρέφοντας στην Ρώμη σημειώνοντας με αυτό τον τρόπο και το τέλος των επιχειρήσεων.
Πηγή
http://protesilaos.blogspot.com/