Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2012

«Οργιο ανομίας» έξω από τις σχολές

Αφηγήσεις, εμπειρίες και καταγγελίες φοιτητών για την καθημερινότητά τους

Ο Γιάννης στρίβει ένα τσιγάρο έξω από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο, πρώην ΑΣΟΕΕ. Είναι φοιτητής σ' ένα τμήμα με τίτλο τόσο μακρύ, που είναι δύσκολο να συγκρατήσεις το όνομά του.
Χρηματοοικονομικά, στρατηγικές, μάρκετινγκ... Μπροστά του, ένα απέραντο παζάρι μαύρων μεταναστών με τσάντες «μαϊμού». Στο βάθος του δρόμου ένας σερνάμενος άνθρωπος που κάτι αγοράζει από έναν μελαψό άνδρα. Ο Γιάννης ανάβει το τσιγάρο τη στιγμή που τον ρωτάω για τον διδακτορικό φοιτητή της ΑΣΟΕΕ που τον λήστεψαν δύο άνδρες με μαχαίρι μία εβδομάδα πριν. Το αγόρι με κοιτάζει σαν να κατέβηκα απ' τον Αρη. «Κοίτα γύρω σου! Κοίτα πού είμαστε», λέει και δείχνει προς την Πατησίων. «Τι σημασία έχει αν έβγαινε ή έμπαινε στο πανεπιστήμιο; Εδώ σε ληστεύουν και δεν προλαβαίνεις να μιλήσεις».



Ο Γιάννης και οι συμφοιτητές του σπουδάζουν «Λογιστική» και «Οικονομικές επιστήμες» και «Διοίκηση επιχειρήσεων» στην πρώτη γραμμή του μετώπου της Αθήνας. Οποιον και να ρωτήσω στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, έχει και μια ιστορία απ' τον δικό του μικρό πόλεμο να μου πει. Ο Κώστας, που μπήκε φέτος στη σχολή, λέει πως πριν από ένα μήνα είχε αφήσει στο αμφιθέατρο το μπουφάν του για να πάει έξω να πάρει καφέ, και όταν γύρισε βρήκε την καρέκλα άδεια. «Πού να φανταστώ πως μπαίνουν και κλέβουν και στα αμφιθέατρα;» λέει. Αλλά πάλι, είναι μάλλον φυσικό - στην πύλη της ΑΣΟΕΕ, δεν υπάρχει κανείς να ελέγξει κανέναν. «Πρόσεχε τα πράγματά σου», λέει ο Κώστας. «Μιας φίλης μου μ' ένα ξυραφάκι τής έκοψαν την τσάντα και της πήραν το πορτοφόλι». Τον ρωτάω αν αυτό είναι το πιο παράξενο που έχει ακούσει. «Πρέπει να δεις τι γίνεται όταν βρέχει», μου απαντάει. «Οι ναρκομανείς μπαίνουν μέσα στη σχολή και ξαπλώνουν στον διάδρομο, για να μη βρέχονται». Αμέσως μετά, θα μάθω πως υπάρχουν και χειρότερα απ' το να μπαίνουν στη σχολή ναρκομανείς. Υπάρχουν φορές που δεν μπορούν οι φοιτητές να βγουν από τη σχολή!
«Κάποια απογεύματα έχουμε πόλεμο», λέει ο Γιάννης. «Την προηγούμενη εβδομάδα, βρέθηκα στην εμπόλεμη ζώνη χωρίς καν να το καταλάβω. Οι Αφρικανοί και οι αντιεξουσιαστές απ' τη μία, το περιπολικό απ' την άλλη. Μέχρι να φύγουν οι αστυνομικοί, γινόταν μάχη εδώ πέρα. Πέτρες, καδρόνια, ό, τι θες. Πέφταν κορμιά στο πεζοδρόμιο».
Λίγο πιο κάτω στην Πατησίων, βέβαια, υπάρχουν κάποιοι που καθόλου δεν εκπλήσσονται με όλ' αυτά. Είναι οι... βετεράνοι του φοιτητικού μετώπου, τα παιδιά της Αρχιτεκτονικής - στη δική τους σχολή, κάθε φοιτητής έχει εκπαίδευση καταδρομέα. «Τοσίτσα και Στουρνάρη, οι πιάτσες εναλλάσσονται», μου εξηγεί ο Νίκος. Είναι δευτεροετής, αλλά απ' το πρώτο έτος τού τα έχουν πει οι πιο παλιοί. «Ξέρουμε ποιος είναι ο ντίλερ, ξέρουμε ποιος αγοράζει από ποιον, ξέρουμε και πόσο θα επιμείνει το κάθε πρεζόνι για τα «είκοσι λεπτά, ρε φιλαράκο»», λέει. Μερικές φορές τα πράγματα αγριεύουν, αλλά οι φοιτητές έχουν μάθει να φυλάγονται. «Στο κάτω κάτω, εμείς δεν τα μάθαμε τώρα όλ' αυτά», λέει ο Νίκος. «Απ' το πρώτο έτος τα ξέραμε. Και το μόνο που δεν ξέρουμε, είναι γιατί όλ' αυτά που ξέρουμε εμείς δεν τα ξέρει και η αστυνομία».
Τον ρωτάω εάν στην αρχή τον τρόμαζαν οι εικόνες έξω απ' τη σχολή, αλλά ο Νίκος λέει πως ήξερε πού πάει να σπουδάσει. «Ενα χρόνο πριν μπω», μου εξηγεί, «με είχε φέρει μια μέρα ο αδελφός μου, που σπούδαζε κι αυτός εδώ, να δω πώς είναι το Πολυτεχνείο. Μου είχε φανεί σαν πολεμική επιχείρηση. Για να μπω στη σχολή, αναγκάστηκα να περάσω πάνω από ένα λιπόθυμο παιδί στην είσοδο. Αν το κάνεις αυτό στα 17 σου, τι να σε τρομάξει μετά;»

Το «παρακράτος» πέριξ της Νομικής

«Είναι επικίνδυνα τα πράγματα εδώ;» Tα παιδιά έξω απ’ τη Νομική κοιτάζονται μεταξύ τους. Προφανώς, φταίει η ερώτηση. «Οχι μωρέ!», μου λέει ένα απ’ τα κορίτσια. «Για κάνε πως πας προς το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, να δούμε: θα γυρίσεις πίσω;»

Η ώρα είναι επτά το απόγευμα, η Μαρία και η παρέα της περπατούν μπροστά απ’ την είσοδο της Νομικής. Δέκα μέτρα πιο πέρα, στο πάρκο μεταξύ Νομικής και Πνευματικού Κέντρου, η ίδια εικόνα ξανά και ξανά. Σώματα και σύριγγες στο μάρμαρο. Μ’ ένα λουρί σφιγμένο, το αγόρι στο παγκάκι ψάχνει φλέβα. Ιδια ηλικία με τη Λένα δίπλα μου – το πολύ 20 χρόνων. Τρεις μήνες τώρα, και οι δύο τους είναι κάθε μέρα εδώ. Το αγόρι στο παγκάκι, η Λένα στη σχολή. «Να, κοίτα, απ’ αυτόν αγοράζει», λέει η Λένα και μου δείχνει έναν τύπο μισοκρυμμένο στη γωνία της εκκλησίας. Πια, η Λένα, όπως όλα τα παιδιά της Νομικής ό, τι και να δουν δεν σοκάρονται.

Στο παρκάκι της σχολής τους, τριάντα, ίσως και παραπάνω άνθρωποι σ’ ένα ατελείωτο ντιλ ναρκωτικών. «Ηρθε η μάνα μου απ’ το νησί να με δει και τρόμαξε η καημένη», κάνει η Μαρία. «“Θα σε σκοτώσουν εδώ, κοριτσάκι μου!” τσίριζε, και άλλα τέτοια γραφικά. Εχουν περάσει μήνες και ακόμα με παίρνει κάθε βράδυ, να δει αν ζω». Η Μαρία γελάει, όσο περίεργο κι αν μοιάζει να γελάς μπροστά σ’ αυτό το θέαμα. «Μα κι εμένα με έκλεψαν», αντιδρά όταν της το λέω. Στη Νομική, μου εξηγεί, είναι πια συνηθισμένο να πηγαίνεις για μάθημα και να φτάνεις στην τάξη χωρίς την τσάντα σου. Εκείνη το έπαθε όταν πρωτοήρθε στην Αθήνα. «Μιλούσα στο κινητό», λέει, «και είχα την τσάντα στον ώμο. Πάνε και τα δύο. Επεσε ένας τύπος επάνω μου, με πέταξε κάτω, πάει!» Ηταν απόγευμα, χειμώνας, είκοσι μέτρα απ’ το πεζοδρόμιο της Σόλωνος. Μια μέρα σαν όλες τις μέρες.

Αλλά πάλι, έξω απ’ τη Νομική δεν χρειάζεται να πέσει το φως για να ζήσεις την άλλη πλευρά της φοιτητικής ζωής. «Ερχόμουν να παρουσιάσω μια εργασία», λέει ο Γιώργος, ο οποίος είναι στο πτυχίο, «και κατέβαινα τον πεζόδρομο προς την Ακαδημίας. Κρατούσα τις σημειώσεις, τις διάβαζα, και ξαφνικά νιώθω να με σπρώχνουν, να με πετάνε κάτω. Ηταν σαν να με πατούσε κοπάδι από άγρια ζώα. Εγώ στις λάσπες και από πάνω μου να περνάνε πόδια. Ούτε κατάλαβα τι μου συνέβη».

Αυτό που έπαθε ο Γιώργος δεν είναι σπάνιο έξω απ’ τη Νομική. Τον είχε μόλις τσαλαπατήσει μια ομάδα μαύρων νεαρών απ’ αυτούς που συνήθως πουλούν τσάντες στο πεζοδρόμιο της Ακαδημίας. Κάποιος αστυνομικός εμφανίστηκε και όλα τ’ άλλα ήταν θέμα στιγμής. «Οταν σηκώθηκα δεν ήξερα τι να κάνω, να κλάψω ή να γελάσω. Ημουν γεμάτος λάσπες, τσαλαπατημένος, χάλια. Ούτε στα καρτούν δεν γίνονται αυτά», λέει ο Γιώργος. «Υστερα, βέβαια, είδα τις σημειώσεις μου, την τσάντα μου, το λάπτοπ μου μες στις λάσπες. Και αυτό δεν μου φάνηκε καθόλου αστείο».

 Πηγή