Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010
Ιστορία μιας ζωής
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην οδό Νιόβης.
* Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου τη δεκαετία του '70, μου έχει μείνει η ανάμνηση ότι οι πόρτες σε όλα τα σπίτια ήταν ανοικτές. Έπαιζα κρυφτό τότε μαζί με τα άλλα παιδιά της γειτονιάς και έμπαινα άφοβα από τις ανοικτές εξώπορτες για να κρυφτώ για τις ανάγκες του παιχνιδιού. Μέχρι σήμερα που είμαι 40 ετών θυμάμαι καλά όλα τα κλιμακοστάσια και όλα τα υπόγεια των πολυκατοικιών του δρόμου, το πως μπαίνει (αν μπαίνει) το φως του ήλιου και ακόμα τις χαρακτηριστικές μυρωδιές τους. Οι ένοικοι των πολυκατοικιών γνωρίζανε εμένα και τις οικογένειες του πατέρα και του παππού μου και με το παραμικρό γνωρίζανε ποιό κουδούνι να χτυπήσουν (και για τα παράπονα).
* Μπάλλα, κυνηγητό, κρυφτό, μήλα, αγώνες με αυτοκινητάκια κλπ περιελάμβανε το ρεπερτόριο των παιχνιδιών μας μέχρι να πέσει ο ήλιος και να μη μπορούμε να βλέπουμε τίποτα. Μόνο τότε επιστρέφαμε στα σπίτια μας, πτώματα στην κούραση και μαύροι από τη βρώμα. Η μάνα μου ποτέ δε με απέτρεψε από το παιχνίδι, γιατί απλά δε φοβήθηκε ούτε μία στιγμή.
* Μέχρι σήμερα θυμάμαι τους φίλους του παππού μου και του πατέρα μου που συχνάζανε στον καφενέ στη γωνία Αχαρνών και Νιόβης: Δικαστές, Αξιωματικοί, Γιατροί, Επιχειρηματίες, Καλλιτέχνες. Στις παιδικές μου (ίσως εξιδανικευμένες) αναμνήσεις είναι όλοι τους καλοντυμένοι, όλοι τους αξιοπρεπείς η δε περιοχή χωρίς να είναι Κολωνάκι, ήταν μία από τις καλές περιοχές της Αθήνας.
* Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '80 εγώ ήμουν μαθητής. Το 41ο γυμνάσιο (εγκατεστημένο μετά το σεισμό του '81 στο παλιό ιδιωτικό Τυχόπουλου) θυμάμαι είχε καλό όνομα (αφού οι περισσότερες καλές οικογένειες της περιοχής δεν είχαν φύγει ακόμα από εκεί).
* Όταν με το καλό πήγα λύκειο, άρχισαν τα ιδιαίτερα μαθήματα. Που αλλού θα πήγαινα, παρά στα φροντιστήρια γύρω από την πλατεία Κάννιγγος; Ποτέ κύριε Νικήτα μου δε φοβήθηκα να πάω εκεί και να γυρίσω (βράδυ μετά τις 10 μ.μ. με συγκοινωνία ή και με τα πόδια μέσω της Πατησίων ή της Αριστοτέλους). Ακόμα και όταν είχε γίνει η κατάληψη του Χημείου (το '86 ή το 87 δε θυμάμαι με ακρίβεια) και κλαίγαμε από τα δακρυγόνα στην Εμμ. Μπενάκη. Ακόμα και στις φασαρίες του Πολυτεχνείου, ακόμα και μέσα από τα κακόφημα Εξάρχεια, ακόμα και όταν στη Νιόβης άνοιξε η Pub Scandy στην οποία γινόταν διακίνηση. Έφηβος θα μου πεις.
* Τα χρόνια περάσανε. Η πλατεία Συντάγματος και η πλατεία Ομονοίας ξηλώθηκαν και ξαναφτιάχτηκαν κι εγώ δεν ξέρω πόσες φορές. Ήρθε το '90, τα σύνορα ανοίξανε με την γνωστή εγκληματική ελληνική προχειρότητα, ανοργανωσιά, απουσία σχεδιασμού και πάνω απ' όλα απουσία στόχων (ή μήπως υπήρξε δόλος). Η γειτονιά (ίσως νομοτελειακά) άρχισε να φθίνει.
* Οι πολυκατοικίες πάλιωναν και δεν μπορούσαν να αντικατασταθούν με νέες, καθώς οι παλιές μονοκατοικίες είχαν ήδη (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) μετατραπεί σε πολυκατοικίες. Οι ανύπαρκτοι χώροι πρασίνου, οι ανύπαρκτες πλατείες, οι ανύπαρκτοι χώροι στάθμευσης, η ασφυκτική πολυκοσμία, αποτελέσματα όλα του ανύπαρκτου πολεοδομικού σχεδιασμού κατά το κτίσιμο της πόλης σταδιακά δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μείγμα. Οι τιμές των (παλαιών πια) ακινήτων έπεσαν, το ίδιο και τα ενοίκια. Πολλοί άνθρωποι από αυτούς που σας παρέθεσα παραπάνω, σταδιακά άρχισαν είτε να πεθαίνουν, είτε να φεύγουν για άλλα μέρη, με νεόδμητες κατοικίες και λιγότερο πυκνοκατοικημένα (Κηφισιά, Μαρούσι, Θρακομακεδόνες, Άγιο Στέφανο, Μαραθώνα, Νέα Μάκρη, κλπ) και στη θέση τους έρχονταν κατά κύριο λόγο μετανάστες οι οποίοι χωρίς να λέω ότι ήταν κακοί άνθρωποι (κάθε άλλο), απλά όπως και να το κάνουμε δεν ήταν της ιδίας ποιότητας με τους παλιούς αγαπημένους φίλους που εγκατέλειπαν τη γειτονιά (και η σύγκριση αυτή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει ρατσισμό - γιατί όπως και να το κάνουμε, άλλο ο παράνομος (ή μη) αλβανός που έζησε όλη του τη ζωή σαν αγρίμι υπό το καθεστώς του Χότζα που ήρθε μέχρι την Αθήνα με τα πόδια με μόνη περιουσία του τα ρούχα που φόραγε (υπερβάλλω;) κι άλλο ο καλοζωισμένος / μορφωμένος έλληνας).
* Οι πόρτες δε θα έμεναν ποτέ πια ανοικτές.
* Εγώ τη δεκαετία αυτή έβγαλα το πανεπιστήμιο ('88 - '95), πήγα στρατιώτης ('93 - '95), έπιασα δουλειά ('96), αλλά η οικογένειά μου έμενε πιστή στην περιοχή, έχοντας ένα ισχυρό συναισθηματικό δέσιμο το οποίο μας εμπόδιζε ίσως να βλέπουμε τη φορά των πραγμάτων.
* Όλα αυτά τα χρόνια, ακόμα και όταν η κατάσταση είχε αρχίσει να χαλάει λίγο, ποτέ δεν αισθάνθηκα άσχημα. Θυμάμαι ότι από το 1987 που τελειώσαμε το σχολείο μέχρι και το 1993 που παρουσιάστηκα φαντάρος, πηγαίναμε πολλά βράδια με τους κολλητούς φίλους στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμωνα ή στο παγκάκι της στάσης Καμέλια (Αχαρνών και Νιόβης) και καθόμασταν μέχρι 3 - 4 η ώρα το βράδυ φιλοσοφώντας για τη ζωή, τις γυναίκες, κλπ και τίποτα δε μας φόβιζε.
* Θυμάμαι ακόμα ότι όλα τα χρόνια που ήμουν φοιτητής στο Οικονομικό της Νομικής μου άρεσε να περπατάω από και προς το πανεπιστήμιο (για όσους δε γνωρίζουν Σόλωνος και Σίνα) και να χαζεύω τις γωνιές της Αθήνας. Περπάταγα λοιπόν στο Κολωνάκι, τα Εξάρχεια, στο Πεδίο του Άρεως, στα Χαυτεία, από την Ομόνοια μέχρι και τον Άγιο Νικόλαο και από το Σταθμό Λαρίσης, τον Κολωνό και τα Σεπόλια μέχρι την Άνω Κυψέλη και το Γαλάτσι. Μόλις τελείωσα τη θητεία μου και έπιασα δουλειά το 1996, στις παραπάνω περιοχές λόγω της τοποθεσίας της δουλειάς προστέθηκαν το Σύνταγμα, η Πλάκα, το Θησείο, του Ψυρρή, το Γκάζι και το Μεταξουργείο. Ποτέ δε φοβήθηκα. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι κάτι κακό μπορεί να μου συμβεί. Λέτε αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι ήμουν ακόμα ένα ρωμαλέο αντράκι που αδιαφορούσε ή και ακόμα αγνοούσε τον κίνδυνο; "Ίσως" θα απαντήσω, "αλλά όχι αποκλειστικά" θα συμπληρώσω.
* Το 1998 (αν θυμάμαι καλά), ήρθε το σκηνικό με τον Ματέι. Χαλασμός! Όλα ξετυλίχτηκαν μπροστά στα τα μάτια μας. Έξω από την πόρτα μας. Η Αμαλία ήταν ένας από εμάς. Γνωστή φυσιογνωμία από το σχολείο και αυτη, τα αδέλφια της και η φουκαριάρα η μητέρα της. Το γεγονός αυτό γκρέμισε στα μάτια μου την εξιδανικευμένη εικόνα που είχα (28 χρονών πια) για την περιοχή μου. Για την πατρίδα μου τα Κάτω Πατήσια.
* Ξαφνικά διαπίστωσα ότι όλοι οι φίλοι της οικογένειας βρίσκονταν αλλού. Το ίδιο και οι δικοί μου φίλοι με εξαίρεση μόνο δύο (σήμερα μόνο ένας).
* Στους φίλους αλβανούς προστέθηκαν σταδιακά, οι φίλοι ρώσοι, πακιστανοί, μπαγκλαντέσιοι, αφρικανοί κλπ.
* Ο πρώτος όροφος στην πολυκατοικία της μάνας μου νοικιάστηκε αρχικά από ρώσους και κατέληξε σε μπαγκλαντέσιους, οι οποίοι σταδιακά το μετατρέψανε σε τζαμί της κοινότητάς τους (αφού κανείς δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για τις ανάγκες αυτών των ανθρώπων) με αποτέλεσμα την ύπαρξη σημαντικής κίνησης στην είσοδο της πολυκατοικίας. Αλλά και πάλι δεν φοβηθήκαμε.
* Και πάλι δεν τα παρατήσαμε. Αντιθέτως φίλοι μου αποφάσισα να αγοράσω και σπίτι επί της οδού Νιόβης εν έτει 2003 για να είμαι κοντά στους γονείς μου. Το αγόρασα με 15 ετές δάνειο και με τη χρηματική (και όχι μόνο) συνδρομή των γονιών μου το έφτιαξα από την αρχή. Το καλοκαίρι του 2003 βρήκα τη γυναίκα της ζωής μου.
* Οι ολυμπιακοί αγώνες του 2004 τελείωσαν. Τα καινούργια πλακάκια της οδού Αχαρνών ξεκόλλησαν σχεδόν αμέσως γεμίζοντας νερά από τα πρωτοβρόχια και τα πάντα επέστρεψαν στους γνωστούς ρυθμούς τους.
* Το 2005 παντρευτήκαμε, στεγάσαμε τα όνειρά μας στο σπίτι μου, κάναμε το 2006 το πρώτο μας παιδί, όμως...
* Η μπόχα από τα σκουπίδια που δεν μάζευαν τα περήφανα απορριματοφόρα τα οποία πληρώνονται (όπως και οι υπάλληλοι που τα συνοδεύουν) από τα δημοτικά τέλη που και εγώ καταβάλλω μέσω της ΔΕΗ και όχι μόνο, έφταναν στον τέταρτο όροφο του σπιτιού μου. Την ευωδιά αυτή δεν ανεχόμουν, όχι επειδή είμαι ευαίσθητος (κάθε άλλο), αλλά επειδή είχα νεογέννητο παιδί ΜΕ αναπνευστικά προβλήματα κύριε Νικήτα. Αντίστοιχα με την μπόχα στον αέρα, ήταν φυσικά και η κατάσταση στο πεζοδρόμιο, όπου το καροτσάκι του μωρού μου δε μπορούσε να προχωρήσει απάνω στο πεζοδρόμιο λόγω σκουπιδιών και παρατημένων στρωμάτων, ξύλων, επίπλων, μπάζων κλπ και φυσικά αναγκαζόμασταν να κυκλοφορούμε με το καρότσι στο δρόμο (Προς απόδειξη των λεγομένων μου έχω φυλαγμένες φωτογραφίες με αντίστοιχες ημερομηνίες).
* Επειδή κύριε Κακλαμάνη μου έχω διάφορες ανησυχίες, αποφάσισα να ανακυκλώσω. Αλλά που ήταν ο κάδος; Τηλεφώνησα στο τηλέφωνο του Δήμου για να μου πουν που ήταν τοποθετημένος ο πλησιέστερος κάδος ανακύκλωσης. Με παρέπεμψαν στο αντίστοιχο Διαμέρισμα, η δε απάντηση ποιά ήταν; Ψάξτε εκεί τρυγύρω και θα τον βρείτε!! Και τι έκανα λοιπόν; Το πρωί που πήγαινα στη δουλειά μου με τα πόδια έβαζα τα χαρτιά κλπ σε μία σακούλα και περπατούσα μέχρι τη πλατεία Βικτορίας όπου υπήρχε ένα από αυτά τα κιόσκια ανακύκλωσης που τα βάζουν ιδιώτες. Ιδιώτες κύριε Κακλαμάνη μου. Σήμερα για να είμαι δίκαιος, έχει τοποθετηθεί κάδος ανακύκλωσης αρκετά κοντά στο παλιό μου σπίτι.
* Το δυστύχημα όμως, ήταν το κλείσιμο της Pub Scandy (ναι εκεί που γινόταν διακίνηση). Το μαγαζί ενοικιάστηκε από ένα ζευγάρι (αυτός νιγηριανός, αυτή ελληνίδα) και η pub Scandy μετετράπη σε pub Africana.
* Τα ναρκωτικά συνεχίσανε να διακινούνται. Αυτή τη φορά και έξω από την pub.
* Οι μεθυσμένοι άρρενες θαμώνες (αυτοί που λέγεται ότι έχουν κάποια ιδιαίτερα προσόντα αν με εννοείτε) δεν ικανοποιούσαν την ανάγκη τους στις τουαλέτες, παρά χρησιμοποιούσαν το δρόμο και το πεζοδρόμιο, χωρίς να διαθέτουν καμία αίσθηση ντροπής. Έχω γυναίκα και παιδιά όμως και δεν μου αρέσουν κάτι τέτοια.
* Οι πόρνες που στην περιοχή μας παραδοσιακά βρίσκονταν κλεισμένες μέσα στα δωμάτια των οίκων της οδού Φυλής, αποκτήσανε μαύρο χρώμα και στέκι στη γωνία Νιόβης και Φυλής. Εκεί που ποτέ μέχρι τότε δεν είχε ξεμυτήσει πόρνη.
* Οι φασαρίες μεταξύ των θαμώνων της pub ήταν συχνές και η τζαμαρία του μαγαζιού ούκ ολίγες φορές σπασμένη.
* Παρασκευές και Σάββατα, το μενού περιελάμβανε live ορχήστρα. Φυσικά μέχρι το ξημέρωμα! Η κυρία του πρώτου της πολυκατοικίας στην οποία βρισκόνταν η pub μέσα σε λίγο καιρό από το άνοιγμα του "κέντρου" γέρασε απότομα. Υπέφερε βλέπετε και κανένας δεν της έδινε βοήθεια. Κάποια μέρα χτύπησε το κουδούνι του σπιτιού μου και μου ζήτησε να βοηθήσω. Είχε απευθυνθεί όπου ήταν δυνατόν να απευθυνθεί. Στο αστυνομικό τμήμα Αγίου Παντελεήμονα όπου υπαγεται η περιοχή, στο Δήμο Αθηναίων, στο Συνήγορο του πολίτη, σε δικηγόρους, σε εφημερίδες. Από πουθενά καμία ανταπόκριση. Ο ένας την παρέπεμπε στον άλλο γιατί ήταν "αναρμόδιος". Μάλιστα μέσα σε όλη της την προσπάθεια, είχε "τσιμπήσει" την πληροφορία, ότι έχει γίνει κάποια σιωπηλή συμφωνία μεταξύ του Δήμου (ο οποίος ήταν ουσιαστικά ο φορέας που μπορούσε να δώσει τη λύση στο πρόβλημα) και της Πρεσβείας της Νιγηρίας προκειμένου να υπάρξει κάποιου είδους ασυλία για το συγκεκριμένο μαγαζί. Ομολογώ ότι πέρα από μία υπογραφή σε ένα χαρτί δεν της έδωσα παραπάνω βοήθεια.
* Δεν ήταν λίγες οι φορές που κάλεσα ο ίδιος την αστυνομία λόγω των φασαριών που δε μας αφήναν να κοιμηθούμε τα βράδια του καλοκαιριού που τα παράθυρα μέναν υποχρεωτικά ανοικτά. Όμως όταν η αστυνομία έκανε την εμφάνισή της, ο κύριος που λειτουργεί την pub α) "το έπαιζε" ότι δεν καταλάβαινε τίποτα από ελληνικά και β) ούκ ολίγες φορές σήκωνε τη φωνή του στους αστυνόμους που έρχονταν για συστάσεις και αν θυμάμαι καλά κάποια φορά είχαμε και σπρωξίματα. Εννοείται ότι μόλις το περιπολικό έφευγε, όλα γίνονταν όπως πρίν.
* Η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Αποφασίσαμε με τη γυναίκα μου για το καλό των παιδιών μας να πάμε στη Νέα Σμύρνη. Έβαλα πωλητήριο στο σπίτι μου και έπεισα τη μάνα μου να πουλήσει το δεύτερο διαμέρισμα της προίκας της προκειμένου να τσοντάρει για το καινούργιο σπίτι. Κατά μία εξωφρενική εύνοια της τύχης και τα δύο σπίτια πωλήθηκαν σε χρόνο ρεκόρ, αλλά σε τιμή όχι πολύ συμφέρουσα. Το σπίτι μου το αγόρασε έλληνας ομογενής από την Αλβανία, το δε σπίτι της μητέρας μου αλβανός που δήλωνε τουρκαλβανός με δάνειο από τον ΟΕΚ, (ενώ και το δεύτερο σπίτι της μάνας μου - αυτό στο οποίο μεγάλωσα - πωλείται κοψοχρονιά οσονούπω, πάλι με δάνειο του ΟΕΚ σε αφρικανό μετανάστη). Το δάνειο για την αγορά του νέου σπιτιού μου, επίσης βγήκε γρήγορα και μία Μεγάλη Εβδομάδα του 2008, χρεωμένος για τα επόμενα 30 χρόνια της ζωής μου, τα μάζεψα κακήν κακώς και μετακόμισα σε μία ήσυχη γειτονιά της Νέας Σμύρνης, η οποία με όλα της τα προβλήματα δε συγκρίνεται σε καμία περίπτωση με τη σκοτεινιά, τη βρωμιά και τη μιζέρια της αγαπημένης μου Αθήνας. Α! έχω και τον κάδο ανακύκλωσης έξω από την πόρτα μου.
Πηγή
http://ainatem.capitalblogs.gr/showArticle.asp?id=26837&blid=287