Σε κίνδυνο φτώχειας ήταν
το 23,1% του πληθυσμού της χώρας, ή 2.529.000 άτομα, σύμφωνα με την
έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών 2013 της ΕΛΣΤΑΤ (εισοδήματα 2012).
Μάλιστα, το κατώφλι της φτώχειας μειώθηκε το 2013 (εισοδήματα 2012) σε 5.023 ευρώ, από 5.708 ευρώ το 2012, ενώ το 2008 το κατώφλι της φτώχειας ήταν στις 6.897,30 ευρώ (εάν υπήρχε σήμερα το συγκεκριμένο όριο, το ποσοστό του κινδύνου σε φτώχεια θα ήταν στο 44,3%).
Παράλληλα, στη σχετική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τον κίνδυνο της φτώχειας, δεν έχουν συμπεριληφθεί πληθυσμιακές ομάδες που κατά τεκμήριο είναι φτωχές, όπως οι άστεγοι, τα άτομα σε ιδρύματα, οι παράνομοι οικονομικοί μετανάστες, οι Ρομά, κ.ά.
Αν ληφθεί υπόψη ο κίνδυνος της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, τότε το ποσοστό «εκτινάσσεται» στο 35,7% και αφορά 3.904.000 άτομα (επιπλέον 108.700 άτομα από το 2012), σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Επιπλέον, συναφής έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών, έτους 2013, (με περίοδο αναφοράς εισοδήματος και πάλι το 2012) δείχνει πως το 20,3% του πληθυσμού ζούσε σε συνθήκες «υλικής στέρησης» (στέρηση βασικών αγαθών διαβίωσης), με αποκορύφωμα το γεγονός ότι το 79,1% του φτωχού πληθυσμού και το 39,1% του μη φτωχού πληθυσμού είχε οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες, ακόμη και περίπου 550 ευρώ.
Ειδικότερα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια (2010-2013), παρατηρείται αύξηση της «υλικής στέρησης», δηλαδή του πληθυσμού που, λόγω οικονομικών δυσκολιών, στερείται τεσσάρων τουλάχιστον βασικών αγαθών και υπηρεσιών από τον κατάλογο των εννέα αγαθών και υπηρεσιών που καταγράφει η ΕΛΣΤΑΤ.
Το ποσοστό αυτό ήταν 20,3% το 2013 (από 19,5% το 2012, 15,2% το 2011 και 11,6% το 2010). Μάλιστα η «υλική στέρηση» είναι μεγαλύτερη στα άτομα έως 64 ετών.
Ο κατάλογος με τα εννέα βασικά αγαθά και υπηρεσίες που απαρτίζουν την «υλική στέρηση», έχει ως εξής:
1. Δυσκολίες ανταπόκρισης πληρωμής πάγιων λογαριασμών (ενοίκιο ή δόση δανείου, λογαριασμοί ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, φυσικού αερίου κ.λπ., δόσεις πιστωτικών καρτών, ή δόσεις δανείου για οικοσκευή, διακοπές κ.λπ., στεγαστικό δάνειο).
2. Οικονομική αδυναμία για μία εβδομάδα διακοπών.
3. Οικονομική αδυναμία για διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη μέρα κοτόπουλο κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας.
4. Οικονομική αδυναμία για αντιμετώπιση έκτακτων, αλλά αναγκαίων δαπανών, περίπου 550 ευρώ.
5. Οικονομική αδυναμία για τηλέφωνο (σταθερό ή κινητό).
6. Οικονομική αδυναμία για έγχρωμη τηλεόραση.
7. Οικονομική αδυναμία για πλυντήριο ρούχων.
8. Οικονομική αδυναμία για ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο.
9. Οικονομική αδυναμία για ικανοποιητική θέρμανση.
Αναλυτικότερα:
Διατροφή: Περίπου τα 4/10 του φτωχού πληθυσμού στερούνται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 4,7%.
Αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών (περίπου 550 ευρώ): Τα 8/10 του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσουν έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες.
Αδυναμία ικανοποιητικής θέρμανσης: Τα 5/10 του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν οικονομική αδυναμία να έχουν ικανοποιητική θέρμανση (και το 24,3% του μη φτωχού πληθυσμού).
Δαπάνες στέγασης: Τα 6/10 του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν ότι επιβαρύνονται πάρα πολύ από τις συνολικές δαπάνες στέγασης (το ίδιο και τα 4/10 του μη φτωχού πληθυσμού).
Πάγια έξοδα (φως, νερό, τηλέφωνο): Τα 6/10 του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν δυσκολία στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών εγκαίρως, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου κ.λπ.
Αντιμετώπιση συνήθων αναγκών: Τα 6/10 του φτωχού πληθυσμού αναφέρουν μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών τους με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά τους.
ΙΧ και ηλεκτρονικός υπολογιστής: Τα 2/10 του φτωχού πληθυσμού δεν διαθέτουν ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ούτε προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τον χρειάζονται.
Ποσοστιαία, τα τέσσερα από τα εννέα βασικά αγαθά και υπηρεσίες, στερούνται:
Από άλλη έρευνα για την οικονομική ανισότητα προκύπτει πως το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 6,6 φορές μεγαλύτερο από εκείνο του φτωχότερου 20% του πληθυσμού.
Παράλληλα, το 25% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα κατέχει μόλις το 8,9% του συνολικού εθνικού εισοδήματος και το 25% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα κατέχει το 47,1% του συνολικού εθνικού εισοδήματος.
Πηγή
Μάλιστα, το κατώφλι της φτώχειας μειώθηκε το 2013 (εισοδήματα 2012) σε 5.023 ευρώ, από 5.708 ευρώ το 2012, ενώ το 2008 το κατώφλι της φτώχειας ήταν στις 6.897,30 ευρώ (εάν υπήρχε σήμερα το συγκεκριμένο όριο, το ποσοστό του κινδύνου σε φτώχεια θα ήταν στο 44,3%).
Παράλληλα, στη σχετική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τον κίνδυνο της φτώχειας, δεν έχουν συμπεριληφθεί πληθυσμιακές ομάδες που κατά τεκμήριο είναι φτωχές, όπως οι άστεγοι, τα άτομα σε ιδρύματα, οι παράνομοι οικονομικοί μετανάστες, οι Ρομά, κ.ά.
Αν ληφθεί υπόψη ο κίνδυνος της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, τότε το ποσοστό «εκτινάσσεται» στο 35,7% και αφορά 3.904.000 άτομα (επιπλέον 108.700 άτομα από το 2012), σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Επιπλέον, συναφής έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών, έτους 2013, (με περίοδο αναφοράς εισοδήματος και πάλι το 2012) δείχνει πως το 20,3% του πληθυσμού ζούσε σε συνθήκες «υλικής στέρησης» (στέρηση βασικών αγαθών διαβίωσης), με αποκορύφωμα το γεγονός ότι το 79,1% του φτωχού πληθυσμού και το 39,1% του μη φτωχού πληθυσμού είχε οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες, ακόμη και περίπου 550 ευρώ.
Ειδικότερα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια (2010-2013), παρατηρείται αύξηση της «υλικής στέρησης», δηλαδή του πληθυσμού που, λόγω οικονομικών δυσκολιών, στερείται τεσσάρων τουλάχιστον βασικών αγαθών και υπηρεσιών από τον κατάλογο των εννέα αγαθών και υπηρεσιών που καταγράφει η ΕΛΣΤΑΤ.
Το ποσοστό αυτό ήταν 20,3% το 2013 (από 19,5% το 2012, 15,2% το 2011 και 11,6% το 2010). Μάλιστα η «υλική στέρηση» είναι μεγαλύτερη στα άτομα έως 64 ετών.
Ο κατάλογος με τα εννέα βασικά αγαθά και υπηρεσίες που απαρτίζουν την «υλική στέρηση», έχει ως εξής:
1. Δυσκολίες ανταπόκρισης πληρωμής πάγιων λογαριασμών (ενοίκιο ή δόση δανείου, λογαριασμοί ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, φυσικού αερίου κ.λπ., δόσεις πιστωτικών καρτών, ή δόσεις δανείου για οικοσκευή, διακοπές κ.λπ., στεγαστικό δάνειο).
2. Οικονομική αδυναμία για μία εβδομάδα διακοπών.
3. Οικονομική αδυναμία για διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη μέρα κοτόπουλο κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας.
4. Οικονομική αδυναμία για αντιμετώπιση έκτακτων, αλλά αναγκαίων δαπανών, περίπου 550 ευρώ.
5. Οικονομική αδυναμία για τηλέφωνο (σταθερό ή κινητό).
6. Οικονομική αδυναμία για έγχρωμη τηλεόραση.
7. Οικονομική αδυναμία για πλυντήριο ρούχων.
8. Οικονομική αδυναμία για ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο.
9. Οικονομική αδυναμία για ικανοποιητική θέρμανση.
Αναλυτικότερα:
Διατροφή: Περίπου τα 4/10 του φτωχού πληθυσμού στερούνται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 4,7%.
Αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών (περίπου 550 ευρώ): Τα 8/10 του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσουν έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες.
Αδυναμία ικανοποιητικής θέρμανσης: Τα 5/10 του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν οικονομική αδυναμία να έχουν ικανοποιητική θέρμανση (και το 24,3% του μη φτωχού πληθυσμού).
Δαπάνες στέγασης: Τα 6/10 του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν ότι επιβαρύνονται πάρα πολύ από τις συνολικές δαπάνες στέγασης (το ίδιο και τα 4/10 του μη φτωχού πληθυσμού).
Πάγια έξοδα (φως, νερό, τηλέφωνο): Τα 6/10 του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν δυσκολία στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών εγκαίρως, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου κ.λπ.
Αντιμετώπιση συνήθων αναγκών: Τα 6/10 του φτωχού πληθυσμού αναφέρουν μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών τους με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά τους.
ΙΧ και ηλεκτρονικός υπολογιστής: Τα 2/10 του φτωχού πληθυσμού δεν διαθέτουν ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ούτε προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τον χρειάζονται.
Ποσοστιαία, τα τέσσερα από τα εννέα βασικά αγαθά και υπηρεσίες, στερούνται:
- Το 23,3% των παιδιών ηλικίας κάτω των 18 ετών.
- Το 35,2% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
- Το 21,6% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 64 ετών
- Το 9,4% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
- Το 13,7% του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω.
- Το 15% των γυναικών ηλικίας 65 ετών και άνω
- Το 12,1% των ανδρών ηλικίας 65 ετών και άνω.
Από άλλη έρευνα για την οικονομική ανισότητα προκύπτει πως το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 6,6 φορές μεγαλύτερο από εκείνο του φτωχότερου 20% του πληθυσμού.
Παράλληλα, το 25% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα κατέχει μόλις το 8,9% του συνολικού εθνικού εισοδήματος και το 25% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα κατέχει το 47,1% του συνολικού εθνικού εισοδήματος.
Πηγή