Ο Ισοβίτης είναι ένας αδικημένος, από
δικαστική πλάνη, διανοούμενος. Ευαίσθητος και αλτρουιστής, δείχνεται
πρόθυμος να βοηθήσει κάθε δυστυχισμένο, έστω κι αν δεν μπορεί, ή
νοιάζεται για τις εκλογές, έστω κι αν δεν ψηφίζει. Δίπλα του ο
Μοντεχρήστος - ένας αρουραίος με νονό τον Αλέξανδρο Δουμά και μοναδική
«κομητεία» τη φυλακή - διαθέτει αξιοζήλευτη αμεριμνησία και όλο το
σκωπτικό πνεύμα του δημιουργού του.
Όταν, για παράδειγμα, ο Ισοβίτης
αρχίζει να φιλοσοφεί περί συνθηκών της φυλακής και καταλήγει: «Όπου και
να είσαι το ίδιο είναι! Παντού υπάρχει καταπίεση, εκμετάλλευση και
αδικία», ο γεννημένος εκεί μέσα αρουραίος συμπεραίνει: «Ξέρεις,
Ισοβίτη... Για μένα η φυλακή είναι ένας ολόκληρος κόσμος, ενώ για σένα
ολόκληρος ο κόσμος είναι μια φυλακή!». Αμέσως μετά την άψογη ρητορεία, ο
Μοντεχρήστος αναφωνεί: «Μα που τα βρίσκω ο πούστης!»....
Το χιούμορ του Αρκά μπορεί να κλίνει
πότε υπέρ και πότε κατά των διανοουμένων, δεν είναι όμως ένα
διανοουμενίοτικο χιούμορ. Μέσα από το δίπολο αγαθού και σαρκαστή νου, το
χιούμορ του Αρκά λειτουργεί αντιπαραθέτοντας τον κόσμο των οραμάτων
στον κόσμο των συμβάσεων κι αναδεικνύει το χάσμα ανάμεσα στην προσδοκία
και την εκπλήρωση, στις υψηλές επιδιώξεις και τις εμπράγματες τροπές
τους. Όλα, κατόπιν, γίνονται ευκαιρίες χλευασμού· όχι γιατί λείπει το
σθένος, μα γιατί περισσεύει η επίγνωση. Επίγνωση του ότι η ναρκοθέτηση
της εκπλήρωσης ενέχεται στην ίδια τη θεμελίωση της προσδοκίας.