Κυριακή 31 Ιουλίου 2011

Το περπάτημα σε όρθια στάση εμφανίστηκε πριν από 3,7 εκατ. χρόνια

Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ στην Αγγλία ανακάλυψαν ότι ο ανθρώπινος τρόπος βαδίσματος –δηλαδή το περπάτημα σε όρθια στάση και χωρίς την παραμικρή βοήθεια των χεριών– εμφανίστηκε δύο εκατομμύρια χρόνια νωρίτερα απ’ ό, τι υπολογιζόταν μέχρι σήμερα.

Η ανακάλυψη αυτή έρχεται σε αντίθεση με πολλές ερευνητικές εργασίες που έχουν δημοσιευθεί στο παρελθόν και οι οποίες υποστηρίζουν πως η όρθια βάδιση, όπως και τα απαραίτητα ανατομικά χαρακτηριστικά στο πέλμα, πρωτοεμφανίστηκαν στο γένος Homo, περίπου πριν από 1,9 εκατομμύρια χρόνια. Οι Αγγλοι επιστήμονες, ωστόσο, υποστηρίζουν πως στην πραγματικότητα αυτό συνέβη σε έναν πρόγονο του ανθρώπου, ο οποίος έζησε πριν από 3,7 εκατομμύρια χρόνια. Η μελέτη δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες στο περιοδικό Interface της Βασιλικής Εταιρείας Επιστημών του Λονδίνου και βασίστηκε στη μελέτη των έντεκα αποτυπωμάτων από πατημασιές τα οποία εντοπίστηκαν τη δεκαετία του ’70 στην περιοχή Laetoli της Τανζανίας – τα αρχαιότερα αποτυπώματα που έχουν βρεθεί ποτέ και τα οποία αποδίδονται στο είδος Australopithecus afarensis. Για να φτάσουν στο συμπέρασμα πως το είδος αυτό περπατούσε με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ό, τι οι χιμπαντζήδες ή οι γορίλλες, οι ερευνητές δημιούργησαν τρισδιάστατα εικονικά αντίγραφα όλων των αποτυπωμάτων.

Σε ψηφιακή μορφή τα ίχνη

Στη συνέχεια, συνέκριναν τα αντίγραφα με στοιχεία από άλλες μελέτες σχετικά με την ανατομία του ποδιού και τον τρόπο με τον οποίο περπατά ο σύγχρονος άνθρωπος και τα πρωτεύοντα θηλαστικά. Με προσομοιώσεις σε υπολογιστή, κατάφεραν έπειτα να δημιουργήσουν σε ψηφιακή μορφή τα ίχνη που θα άφηνε ο Australopithecus afarensis για τέσσερις διαφορετικές εκδοχές βαδίσματος. Αντιπαραβάλλοντας αυτά τα ίχνη με τα πραγματικά αποτυπώματα, συμπέραναν ότι ο πρόγονος του ανθρώπου δεν θα μπορούσε να περπατά σκυμμένος, σπρώχνοντας το έδαφος με την εξωτερική πλευρά του πέλματος, όπως κάνουν οι γορίλλες. Αντίθετα, προχωρούσε με τον κορμό του σε εντελώς κατακόρυφη στάση, στηρίζοντας το περισσότερο βάρος του στο μεσαίο τμήμα του πέλματος. Το συμπέρασμα των ερευνητών μάλιστα ενισχύθηκε από ένα αναπάντεχο εύρημα, καθώς βρήκαν πως πολλοί άνθρωποι στην πραγματικότητα βαδίζουν αφήνοντας ίχνη τα οποία ταιριάζουν περισσότερο με αυτά των γοριλλών και των χιμπαντζήδων, και λιγότερο με τις πατημασιές από τη Laetoli. Η συγκεκριμένη ανακάλυψη για τα ίχνη από την Τανζανία θεωρείται σημαντική επειδή η ανάπτυξη της δίποδης βάδισης αποτέλεσε ένα κρίσιμο εξελικτικό χαρακτηριστικό, που βοήθησε τον πρόγονο του ανθρώπου να μεταναστεύσει εκτός Αφρικής. Από την άλλη μεριά, δημιουργεί με τη σειρά της έναν νέο γρίφο, από τη στιγμή που τα κάτω άκρα και ο κορμός του Australopithecus afarensis είναι βέβαιο ότι δεν είχαν τις αναλογίες του ανθρώπινου σώματος – δηλαδή τα μεγάλου μήκους πόδια και τον βραχύ κορμό που μας επιτρέπουν να διανύουμε δεκάδες χιλιόμετρα, ακόμη κι όταν μεταφέρουμε μεγάλα βάρη. Αντίθετα, η ανατομία του σώματος του ανθρωπίδη φαίνεται να υποδεικνύει πως ζούσε κυρίως στα δέντρα, μετακινούμενος από κλαδί σε κλαδί, ενώ χρησιμοποιούσε το έδαφος μόνο για να καλύπτει μικρές αποστάσεις. Ετσι, οι επιστήμονες θεωρούν πως ο επόμενος στόχος είναι να βρουν πότε ο πρώτος πρόγονός μας ανέπτυξε την ικανότητα να περπατά, αλλά και να τρέχει για μεγάλες αποστάσεις, ένα χαρακτηριστικό που του επέτρεψε να αποικίσει τον πλανήτη.

Πηγή
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_2_30/07/2011_450981