Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Οι ταινίες της εβδομάδας 16 Ιουλίου 2010

RIFIFI - DU RIFIFI CHEZ LES HOMMES

Ένα κλασσικό φίλμ νουάρ σε σκηνοιεσία του αξέχαστου και κουρυφαίου Ζιλ Ντασέν με ηθοποιούς τους Ζαν Σερβέ, Καρλ Μένερ, Ρόμπερτ Μάνουελ, Ζανίν Νταρσέ, Πιέρ Γκρασέ, Ρόμπερτ Χοσεϊν.Πρόκειται για επανέκδοση της κόπιας του 1955 , μιά ταινία -σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου που κέρδισε Βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Φεστιβάλ Καννών( 1955 ),Βραβείο Καλύτερης Ταινίας, Γαλλικό Συνδικάτο Κριτικών Κινηματογράφου,( 1956), Ειδικό Βραβείο, Κριτικών Νέας Υόρκης, 2000


Υπόθεση: Ύστερα από πέντε χρόνια στη φυλακή, ο Tony Stephanois συναντά τους αγαπημένους φίλους του, Jo και τον Ιταλό Mario Ferrati που τον προκαλούν να ληστέψουν κοσμήματα από τη βιτρίνα του κοσμηματοπωλείου Mappin & Webb Ltd. Εκείνος, όμως, αρνείται. Ο Tony βρίσκει την πρώην φιλενάδα του, τη Mado, να έχει γίνει η ερωμένη του γκάνγκστερ ιδιοκτήτη του νυχτερινού κέντρου, L' Age d' Or, Louis Grutter, και την ταπεινώνει χτυπώντας την κι απογυμνώνοντάς την από τα κοσμήματα και τη γούνα της. Έπειτα τηλεφωνεί στους φίλους του και τους προτείνει να ληστέψουν το χρηματοκιβώτιο του κοσμηματοπωλείου. Καλούν τον διαρρήκτη ειδικό στα χρηματοκιβώτια Cesar να μπει στην ομάδα τους και σχεδιάζουν την τέλεια ληστεία. Το σχέδιο στέφεται με επιτυχία, όμως ο Δον Ζουάν, Cesar Θα γίνει η αιτία, τα πράγματα να πάρουν άσχημη τροπή.

Ενδεικτικό είναι τι έχει γραφτεί για την ταινία :


«Απλά, μια από τις καλύτερες ταινίες που έχουν γίνει ποτέ..»
The Sunday Times

«Μέσα στην παράδοση του γαλλικού αστυνομικού μυθιστορήματος, ο Ντασέν δημιουργεί κάτι σαν αρχέτυπο για ένα ολόκληρο κινηματογραφικό είδος.
Ο τρόπος που χρησιμοποίησε ένα μουσικό λάιτ-μοτίβο, για να δημιουργήσει ύφος και ατμόσφαιρα, ήταν επαναστατικός.
Η σεκάνς της ληστείας- εντελώς βουβή, εκτός από κάποιους σποραδικούς φυσικούς ήχους- είναι μια από τις κλασικές του σασπένς.»Martin Scorsese

Όντας στη μαύρη λίστα από το μεταπολεμικό, αντικομουνιστικό κυνήγι μαγισσών στο Χόλιγουντ, ο σκηνοθέτης Ζυλ Ντασσέν διέφυγε στην Ευρώπη όπου γύρισε ένα χαμηλού προϋπολογισμού Γαλλικό Θρίλερ. Ο τότε νέος κριτικός Francois Truffaut, χαρακτήρισε το Ριφιφί ως «το καλύτερο φιλμ νουάρ που έχω δει ποτέ».

Βασισμένο στο βιβλίο του Auguste Le Breton "Du Rififi Chez Les Hommes" – ή λέξη ριφιφί είναι αργκό του υποκόσμου που σημαίνει έντονη διαμάχη- είναι μια ταινία υπόδειγμα για τις ταινίες δράσης σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ο σκηνοθέτης ψυχογραφεί τους ήρωές του με μεγάλη λεπτομέρεια, ενώ η σεκάνς του ριφιφί είναι μια εκπληκτική, γεμάτη αγωνία σκηνή. Τριάντα σχεδόν λεπτά χωρίς διάλογο ή μουσική, δείχνει βήμα-βήμα τον επαγγελματισμό και την επινοητικότητα των ληστών. Δεν είναι , όμως αυτή η γοητεία που ασκεί η δουλειά των εγκληματιών που κάνει την ταινία να θεωρείται μπροστά από την εποχή της. Υπάρχει μια σοκαριστική σκηνή όπου ο Tony καταφέρει ένα χτύπημα τιμωρίας στην φίλη του και η ειλικρινής, σχεδόν ωμή απεικόνιση του ηρωινομανή αδελφού του. Επίσης η ασπρόμαυρη φωτογραφία των δρόμων, των μπαρ και των κλαμπ του Παρισιού του Philippe Agostini, προαναγγέλλει την προτίμηση των σκηνοθετών της Nouvelle Vague για τη σκοτεινή ατμόσφαιρα στα πλάνα τους.
Tom Dawson, BBCi.films

Το 1955 ο Jules Dassin βρισκόταν αυτοεξόριστος στο Παρίσι: Στη Μαύρη Λίστα του Μακαρθισμού, ο σκηνοθέτης έφυγε από την Αμερική για να αποφύγει την κλήτευσή του στην επιτροπή του Κογκρέσου που διερευνούσε την δράση των αριστερών μέσα στην κινηματογραφική βιομηχανία.

Η άφιξη του στην Ευρώπη δεν έλυσε το πρόβλημα επιβίωσης που αντιμετώπιζε: Το"μακρύ χέρι" των Χολιγουντιανών παραγωγών απαγόρευε στις ευρωπαϊκές εταιρίες να τον προσλάβουν. Μετά από 5 χρόνια απουσία ο Dassin επέστρεψε μ' αυτή την ταινία. Και η επιστροφή του υπήρξε θριαμβευτική: Αξίζει να σημειωθεί ότι η επιτυχία υπήρξε τόσο συντριπτική που επικράτησε στο κοινό λόγο η λέξη Ριφιφί ως συνώνυμο της διάρρηξης με ληστεία.

Το Rififi υπήρξε μια δουλειά που ο Dassin έκανε αποκλειστικά για λόγους επιβίωσης. Ωστόσο η σκηνοθετική προσέγγιση του μετέτρεψε αυτή την ιστορία με γκάνγκστερ, σε ένα μύθο για τις παράδοξες εκδοχές που μπορεί να λάβει μια ανδρική παρέα, για την τραγική κατάληξη που μπορούν να έχουν οι δεσμοί φιλίας. Κεντρική θέση μέσα στην αφήγηση της ταινίας κατέχει η διάρκειας 33 λεπτών σκηνή του ριφιφί. Χωρίς καθόλου διάλογο, η συγκεκριμένη σκηνή παρουσιάζει την ομάδα των κακοποιών να είναι αφοσιωμένοι και προσηλωμένοι απόλυτα στην εργασία τους. Εδώ το σασπένς οικοδομείται πάνω ακριβώς στην σχέση απουσίας- παρουσίας ήχων του περιβάλλοντος, που απειλούν να διαταράξουν την ηρεμία και την γαλήνη του κόσμου της εργασίας. Περίτεχνα κατασκευασμένο το Rififi είναι μια απόδειξη της σκηνοθετικής ιδιοφυίας του Dassin.

"Όταν την έκανα δεν γνώριζα τις ακριβώς θα ήταν. Ήμουν τόσο πολύ επικεντρωμένος στην εργασία -στις δουλειές που έκανα, το πώς σηκωνόμουν το πρωί και πήγαινα στην δουλειά, το πώς απολάμβανα την συντροφιά του συνεργείου. Μόνο αυτό υπήρχε στο μυαλό μου, τίποτε άλλο".

"Ήμουν Έλληνας ακόμα κι όταν δεν το γνώριζα. Η Ελλάδα είναι το σπίτι μου", είχε πεί ο Ντασέν , ο οποίος γνώρισε στο Παρίσι την Μελίνα Μερκούρη, ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν.Ο θάνατος τον βρήκε στις 31 Μαρτίου 2008 σε ηλικία 97 ετών.



ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΠΑΡΕΕΣ - KNIGHT & DAY

Κωμωδία με δράση και κατασκοπεία και πρωταγωνιστικό δίδυμο , απο τα μεγαλύτερα αστέρια του Χολιγουντ ,τους Τομ Κρουζ και Κάμερον Ντίαζ.Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Τζέιμς Μάνγκολντ , ο οποίος λέει για την ταινία:* "Είδαμε τις "Επικίνδυνες Παρέες" σαν μια σύγχρονη εκδοχή των θαυμάσιων χολιγουντιανών κινηματογραφικών ταινιών- μια ταινία γεμάτη ταξίδι, λάμψη, χιούμορ, έρωτα και περιπέτεια, αλλά με μοντέρνους ήρωες και έντονη δράση"."Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα για μένα, που έχω σκηνοθετήσει τόσο κωμωδίες όσο και δράματα, ήταν να μην μοιάζει η νέα μου ταινία σαν ένα φιλμ του Τζέιμς Μποντ.

Θέλαμε να κάνουμε κάτι πιο ευφάνταστο, περισσότερο σαν τα "Ραντεβού στο Παρίσι" και "Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων". Θέλαμε να δώσουμε στους θεατές την ευκαιρία για ένα διασκεδαστικό ταξίδι ανά τον κόσμο, ένα ταξίδι γεμάτο κωμικές στιγμές. Για να γίνουν αυτά, χρειαζόμασταν τους σωστούς ανθρώπους. Με τον Τομ και την Κάμερον, ήξερα ότι ήταν εφικτό. Ένα από τα πράγματα που έλειπε από τον Τομ τα τελευταία χρόνια ήταν ένας ρόλος ανθρώπινος και ταυτόχρονα διασκεδαστικός.

Στην ταινία αυτή υποδύεται τον Ρόι Μίλερ, στη ζωή του οποίου μπαίνει ξαφνικά η Τζουν Χέιβεν, με αποτέλεσμα να κάνει και να αισθάνεται πράγματα πρωτόγνωρα γι' αυτόν." Ο Ρόι Μίλερ είναι ένας κατάσκοπος του οποίου η αποστολή αλλάζει απροσδόκητα πορεία, όταν έρχεται αντιμέτωπος με τον φτερωτό Θεό. "Όταν βλέπουμε τον Ρόι στην αρχή της ταινίας, είναι ένα αίνιγμα, δεν καταλαβαίνουμε αν είναι καλός ή κακός, τι κάνει και γιατί", εξηγεί ο Μάνγκολντ.

Σύμφωνα με την υπόθεση ,ο μυστικός πράκτορας Ρόι γνωρίζεται με τη γοητευτική Τζουν στη διάρκεια μιας πτήσης. Ξαφνικά όλα θα αλλάξουν στις ζωές τους, καθώς μέσα από αναπάντεχες καταστάσεις και περιπετειώδεις στιγμές, ο ριψοκίνδυνος Ρόι θα βρεθεί "μπλεγμένος" στα δίχτυα του έρωτα και η Τζουν, αν και γυναίκα της διπλανής πόρτας, θα βιώσει τις πιο περίεργες καταστάσεις της ζωής της.

Οι δύο πρωταγωνιστές σχολιάζοντας την ταινία , σημειώνουν:


- "Οι "Επικίνδυνες Παρέες" έχουν ό,τι ακριβώς μου αρέσει στις ταινίες", υποστηρίζει ο Τομ Κρουζ. "Είναι μια τέλεια μίξη δράσης, κωμωδίας και φρέσκων, αναγνωρίσιμων χαρακτήρων, με ένα love story που έχει ουσία. Το πιο ενδιαφέρον στην ιστορία του Ρόι και της Τζουν είναι το ότι ο,τιδήποτε τους συμβαίνει, συμβαίνει μέσα από το πρίσμα της δράσης. Η πρόκληση για μένα και την Κάμερον Ντίαζ ήταν να βρούμε τρόπους να αναπτύξουμε τους χαρακτήρες που υποδυόμαστε μέσα από καταστάσεις κινδύνου- δείχνοντας μάλιστα πώς αυτοί οι δύο τελικά έρχονται κοντά ο ένας στον άλλον."

- "Αυτό που μου κέντρισε το ενδιαφέρον στην ταινία δεν ήταν μόνο η άφθονη δράση της, αλλά και το παθιασμένο love story ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που προέρχονται από τελείως διαφορετικούς κόσμους", δηλώνει η Κάμερον Ντίαζ.

Τα άλλα πρόσωπα της ταινίας είναι :


-Ο Φιτζγκέραλντ(τον υποδύεται ο Πίτερ Σάρσγκααρντ) είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται σε αναζήτηση του Ρόι , το αφεντικό του, που προσπαθεί να πείσει την Τζουν ότι ο Ρόι είναι ένας κακός κατάσκοπος.

- Η Βαϊόλα Ντέιβις (γνωστή κυρίως από τον ρόλο της στην "Αμφιβολία" με την Μέριλ Στριπ) υποδύεται την διευθύντρια της CIA Ίζαμπελ Τζορτζ, που επιβλέπει τις προσπάθειες της αμερικανικής αντικατασκοπίας και έχει τη δική της βεντέτα με τον Ρόι Μίλερ.

- Στην ιστορία γίνεται ένας διεθνής αγώνας να ελεγχθεί ένα είδος νέας τεχνολογίας, που σχεδιάζει ένας νεαρός εφευρέτης. Πρόκειται για τον Σάιμον Φεκ, που τον υποδύεται ο Πολ Ντάνο, γνωστός από τις ερμηνείες του στα "Little Miss Sunshine" και "Θα Χυθεί Αίμα".


ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ ΜΑΓΟΣ - THE SORCERER'S APPRENTICE

Αμερικανικη ταινία, δράσης και φαντασίας, με βασική ιδέα την αρχαία τέχνη της μαγείας στη σύγχρονη Νέα Υόρκη. Σε σκηνοθεσία Τζον Τερτελτάουμπ με τους Νίκολας Κέιτζ , Μόνικα Μπελούτσι, Άλφρεντ Μολίνα, Τζέι Μπαρουσέλ

Υπόθεση: O Μπαλτάζαρ Μπλέικ (Νίκολας Κέιτζ) είναι ένας μάγος αυθεντία στο είδος του! Ζει στο σύγχρονο Μανχάταν και προσπαθεί να προστατεύσει την πόλη από τις σκοτεινές δυνάμεις που απειλούν να την καταστρέψουν, με αρχηγό τον Μάξιμ Χόρβατ (Άλφρεντ Μολίνα). Ο Μπαλτάζαρ όμως δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνος γι’ αυτό και προσλαμβάνει ένα μαθητευόμενο, τον Ντέιβ Στάτλερ (Τζέι Μπαρούσελ), ένα φαινομενικά συνηθισμένο νεαρό που όμως διαθέτει μαγικές δυνατότητες ….

Ο μάγος δίνει στον απρόθυμο συνεργό του ένα δυνατό πρώτο μάθημα για την τέχνη και την επιστήμη της μαγείας, και μαζί, αυτοί οι δύο μάλλον αταίριαστοι συνεργάτες αναμετρούνται με τους πιο αδίστακτους κακούς όλων των εποχών. Ο Ντέιβ θα πρέπει να επιστρατεύσει όλο του το κουράγιο για να επιβιώσει από τη δοκιμασία της εκπαίδευσης,για να μπορέσει να σώσει την πόλη αλλά και να κερδίσει το κορίτσι των ονείρων του!

Να τι λέει ο σκηνοθέτης για την ταινία:


«Μια βασική ιδέα πίσω από την ταινία είναι ότι οι μάγοι και η αρχαία τέχνη της μαγείας ζουν και βασιλεύουν ακόμη και σήμερα στη Νέα Υόρκη» . «Είναι πολύ πιο ενδιαφέρον να δείχνεις στο κοινό τη μαγεία μέσα σε ένα αναγνωρίσιμο περιβάλλον παρά να δημιουργείς έναν τελείως φανταστικό κόσμο». Με άλλα λόγια, το έργο παρουσιάζει τη Νέα Υόρκη που ξέρουμε, αλλά έτσι όπως δεν την έχουμε δει ποτέ.

«Στόχος μας δεν ήταν να αλλάξουμε την όψη της πόλης, αλλά να την αγκαλιάσουμε έτσι όπως ακριβώς είναι και να τη μεταμορφώσουμε με τη μαγική μας ματιά» εξηγεί ο διευθυντής φωτογραφίας Μπόγιαν Μπάζελι. «Σε κάθε πλάνο υπάρχει έντονη η αντίθεση ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Επίσης συνεργαστήκαμε με τους πιο δημιουργικούς επαγγελματίες για να παρουσιάσουμε στους θεατές μια Νέα Υόρκη φρέσκια, διαφορετική και γεμάτη μαγεία».

Στην ταινία φαίνονται χαρακτηριστικές τοποθεσίες του Μεγάλου Μήλου όπως η Times Square και πολλά σημεία του Μανχάταν, το Washington Square Park στο Greenwich Village, το κτίριο Grosvenor στην Tribeca, το κέντρο Ροκφέλερ με το μεγάλο άγαλμα του Άτλαντα στην είσοδό του και πολλά ακόμα αναγνωρίσιμα κτίρια και περιοχές. Επίσης βλέπουμε τη νεοϋορκέζικη Τσάιναταουν κατά τον εορτασμό του Κινέζικου Νέου Έτους , όπου για τις ανάγκες της σκηνής χρησιμοποιήθηκαν 2000 κομπάρσοι.


Όσον αφορά στην ιστορία και τους χαρακτήρες, ο Τέρτελταουμπ εξηγεί: «ο Ντέιβ είναι ένας επιστήμονας που θέλει να μάθει την αλήθεια για τα πάντα. Πρέπει να ανοίξει τους ορίζοντές του και να δεχτεί ότι υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος τον οποίον μέχρι τώρα αγνοούσε». Ο σεναριογράφος Ματ Λόπεζ συμπληρώνει: «ο Ντέιβ πιστεύει στον κόσμο της επιστήμης και της φυσικής, ενώ ο Μπαλτάζαρ σε αυτόν της μαγείας.

Όμως στην πραγματικότητα αυτοί οι δύο κόσμοι δε διαφέρουν: η μαγεία είναι για τη φυσική ό,τι η αλχημεία για τη χημεία. Όπως εξηγεί σε κάποιο σημείο και ο ίδιος ο Μπαλτάζαρ, όλα όσα κάνουν οι μάγοι υπακούν στους νόμους της φυσικής, απλά αυτοί οι νόμοι δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστοί».

Ο σεναριογράφος Κάρλο Μπέρναρντ επισημαίνει άλλες πτυχές και διαστάσεις της ιστορίας: «ο Ντέιβ δεν πιστεύει στον εαυτό του, όμως στην εξέλιξη της ιστορίας συνειδητοποιεί ότι μπορεί να γίνει ήρωας. Από την πλευρά του, ο Μπαλτάζαρ ενσαρκώνει την ιδέα του να βάζεις το σύνολο πάνω από τον εαυτό σου: υπάρχουν πράγματα και αξίες εκεί έξω που είναι σημαντικότερα από οποιονδήποτε μεμονωμένο άνρθωπο».

Η πρώτη εντυπωσιακή αναμέτρηση ανάμεσα στους δύο μάγους πραγματοποιείται στο παλαιοπωλείο Arcana Cabana: για τη συγκεκριμένη σκηνή χρειάστηκε να υπάρξει στενή συνεργασία ανάμεσα σε όλα τα τμήματα, από την καλλιτεχνική διεύθυνση μέχρι τα οπτικά και ειδικά εφέ αλλά και τους κασκαντέρ. «Αυτή η σκηνή δείχνει όλες τις εξωπραγματικές ικανότητες των μάγων» λέει ο Τζον Νέλσον, υπεύθυνος των οπτικών εφέ και βραβευμένος με Όσκαρ για τη δουλειά του στο φιλμ ‘Μονομάχος’.

«Είναι ένα πραγματικό αποτέλεσμα συνεργασίας και συνδυασμού σκηνοθεσίας, φωτογραφίας, υποκριτικής, πρακτικών εφέ και επιδεξιότητας των κασκαντέρ». Το εντυπωσιακό μάλιστα είναι, όπως επισημαίνει ο Άλφρεντ Μολίνα, ότι τα γυρίσματα του έργου ξεκίνησαν από αυτήν ακριβώς την τόσο δύσκολη σκηνή, χωρίς καλά-καλά να προλάβουν οι ηθοποιοί να γνωριστούν μεταξύ τους. Η κορύφωση του έργου πραγματοποιείται στη σκηνή της νυχτερινής αναμέτρησης ανάμεσα στο «καλό» και το «κακό»: είναι η απόλυτη αναμέτρηση μάγων και για τα γυρίσματα επιλέχθηκε το ιστορικό πάρκο Bowling Green στο Μανχάταν.

Ενδιαφέρον έχει η σκηνή της καταδίωξης , όπου όλα συμβαίνουν , και τα πιό απίθανα ,όταν στο τιμόνι βρίσκονται μάγοι: τα αυτοκίνητα μεταμορφώνονται και οι νόμοι της φυσικής ξαφνικά παύουν να ισχύουν. Έτσι ο Μπαλτάζαρ ξεκινά το κυνηγητό μέσα σε μια Ρολς Ρόις Phantom (συλλεκτικό και σπάνιο κομμάτι του 1935), η οποία στην πορεία μετατρέπεται σε ένα SUV Mercedes McLaren και στη συνέχεια σε ένα Pinto του 1976. Ο Χόρβαθ με τη σειρά του ξεκινά με μία Mercedes GL500, την οποία μεταμορφώνει αρχικά σε ταξί, μετά σε Ferrari F30 και τέλος σε σκουπιδιάρικο. Για τη σκηνή χρειάστηκε να απομονωθούν μεγάλα κεντρικά κομμάτια της Νέας Υόρκης, γύρω από την Times Square και την Έκτη Λεωφόρο, και τα γυρίσματα κράτησαν τρεις ολόκληρες εβδομάδες.



Ο ΤΡΕΛΟΣ ΠΙΕΡΟ - PIERROT LE FOU

Επανέκδοση κόπιας του 1965 σε σκηνοθεσία Ζαν-Λικ Γκοντάρ με τους Ζαν Πολ Μπελμποντό, Άνα Καρίνα, Γρατζιέλα Γκαλβάνι, Σάμιουελ Φούλερ.

Μιά ταινία γαλλοιταλικής παραγωγής με 2 βραβεία:Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας και BFI SUTHERLAND TROPHY (1965).Τότε ο Γκοντάρ αρνήθηκε να πάει στο Φεστιβάλ Βενετίας εξ αιτίας των προβλημάτων του ελληνικού τύπου , όπως είχε πεί τότε,(σσ ήταν η εποχή της αποστασίας, πτώση της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου και των Ιουλιανών) και έστειλε μιά επιστολή , που παραθέτουμε για την ιστορία: Με τίτλο "Ελλάδα σε ευχαριστώ θα σε υπερασπίζομαι πάντα" έγραφε ο Γκοντάρ :

«Θα έπρεπε να ευχαριστήσουμε την Ελλάδα. Είναι η Δύση που χρωστάει στην Ελλάδα. Η φιλοσοφία, η δημοκρατία, η τραγωδία... Πάντα ξεχνάμε τη σχέση ανάμεσα στην τραγωδία και τη δημοκρατία. Χωρίς Σοφοκλή δεν θα υπήρχε Περικλής. Χωρίς τον Περικλή δεν θα υπήρχε Σοφοκλής. Ο τεχνολογικός κόσμος στον οποίο ζούμε τα χρωστά όλα στην Ελλάδα. Ποιος ανακάλυψε τη λογική; Ο Αριστοτέλης... Όλος ο κόσμος χρωστάει χρήματα σήμερα στην Ελλάδα. Θα μπορούσε να ζητήσει από το σημερινό κόσμο μας χιλιάδες εκατομμύρια για τα πνευματικά της δικαιώματα και θα ήταν λογικό να της τα δώσουμε. Κατηγορούν τους Έλληνες ότι είναι και ψεύτες... Αυτό μου θυμίζει ένα παλιό συλλογισμό στα μαθητικά μου χρόνια. Ο Επαμεινώνδας είναι ψεύτης ή όλοι οι Έλληνες είναι ψεύτες, άρα ο Επαμεινώνδας είναι Έλληνας. Δεν έχουμε προχωρήσει καθόλου από τότε».

Στην υπόθεση τώρα : Ο Φερντινάν, επι χρόνια , βρίσκεται εγκλωβισμένος σε έναν γάμο που τον βοήθησε στην κοινωνική του ανέλιξη, αλλά τον έχει βυθίσει στην ανία. Η τυχαία συνάντησή του με τη Μαριάν Ρενουάρ, έναν παλιό του έρωτα, είναι η αφορμή που έψαχνε για να τα τινάξει όλα στον αέρα και να αποδράσει μαζί της προς άγνωστη κατεύθυνση. Αφού σβήσουν τα ίχνη τους και απομονωθούν σαν σύγχρονοι ναυαγοί θα εξασφαλίσουν τα προς το ζην με τα πιο απίθανα κόλπα φτάνοντας μέχρι τον γαλλικό νότο. Εκεί όπου θα γίνει το οριστικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Πειραματισμός, νεωτερισμός και αντισυμβατικές ιδέες εκφράζονται με έντονα χρώματα και φίλτρα, σε μια ταινία την εποχή που στην Ευρώπη και ειδικά στη Γαλλία επικρατεί μια ατμόσφαιρα που μυρίζει μπαρούτι. Το ίδιο εκρηκτικός είναι και ο αυθορμητισμός στον Τρελό Πιερό, που δεν είναι παρά μία διαδρομη χωρίς ουσιαστική - η καλύτερα γεωγραφική- αφετηρία και τέλος. Μια ματιά σε αναπάντητα ερωτήματα. Ο υλισμός και ο πολιτισμός, η έλλειψη επικοινωνίας, οι αρχετυπικές ασυμβατότητες των δύο φύλων.



ΤΡΑΓΟΥΔΩΝΤΑΣ ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ -SINGIN' IN THE RAIN

Και αυτή η ταινία είναι επανέκδοση 1952 , ένα μιούζικαλ σε σκηνοθεσία των Στάνλεϊ Ντόνεν, Τζιν Κέλι με τους Τζιν Κέλι, Ντόναλντ Ο' Κόνορ, Ντέμπι Ρέινολντς, Τζιν Χάγκεν


Υπόθεση: Πρωταγωνιστικό ζευγάρι του βωβού κινηματογράφου καλείται να περάσει με επιτυχία στον ομιλούντα. Πρώτος και καλύτερος ο μεγάλος σταρ Ντον Λόκγουντ ( Τζιν Κέλι, ), ο οποίος μετατρέπει την τελευταία του βουβή ταινία σε ομιλούσα με μεγάλη επιτυχία εν αντιθέσει με τη συμπρωταγωνίστριά του Λίνα Λαμόντ (Τζιν Χάγκεν ), η οποία έχει απαίσια φωνή και χρειάζεται ντουμπλάρισμα. Αυτόν τον ρόλο αναλαμβάνει η καλλίφωνη Κάθι Σέλντεν, την οποία ερμήνευσε στο πλευρό του Τζιν Κέλι η 19χρονη τότε Ντέμπι Ρέινολντς. Η Κάθι, και στο σινεμά, και στη σκηνή, ανατρέπει τη συναισθηματική ισορροπία των πρωταγωνιστών, κοινώς κάνει τη Λίνα να καταλάβει ότι δεν είναι ερωτευμένη με τον Ντον, και τον Ντον να καταλάβει ότι είναι ερωτευμένος με την Κάθι.

Το «Τραγουδώντας στη βροχή» αποτελεί μια σπουδή πάνω στην αλλαγή που φέρνει η τεχνολογία στη ζωή. Κι αυτή η προβληματική ξετυλίγεται μέσα από μια υπέροχη ιστορία, που υμνεί τη χαρά, την παιδικότητα που έχει χιούμορ, αυτοσαρκασμό κι έναν δυνατό μύθο. Που έχει επίσης χαριτωμένες εκτός σκηνής ιστορίες, όπως ότι ο Τζιν Κέλι βρεχόταν την ώρα που τραγουδούσε το «Singin' in the rain» όχι μόνο με νερό αλλά και με γάλα, για να γράφει καλύτερα η βροχή στην κάμερα.

Όταν το 1952, βγήκε στις αίθουσες , το «Τραγουδώντας στη βροχή» άρεσε, αλλά δεν ενθουσίασε (ήρθε όγδοο στο box office εκείνη τη χρονιά) και δεν πήρε κανένα Οσκαρ. Όμως, τώρα πια ανήκει στον κατάλογο της βιβλιοθήκης του αμερικανικού Κογκρέσου με τους εθνικούς καλλιτεχνικούς θησαυρούς .

Ο Κέλι ήταν σαράντα ετών όταν χόρεψε μέσα στη βροχή το «Singin' in the rain» για την ομώνυμη ταινία του Στάνλεϊ Ντόνεν. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι αυτή του η εικόνα θα γινόταν κομμάτι της παγκόσμιας ιστορίας του σινεμά.

Tο «Singin' in the rain» δεν γράφτηκε για την ταινία. Αντιθέτως, η ταινία γυρίστηκε γι' αυτό και γι' άλλα τραγούδια που ο παραγωγός της, Αρθουρ Φριντ, είχε γράψει μαζί με τον συνθέτη Νάτσιο Χερμπ Μπράουν , είκοσι ολόκληρα χρόνια πριν! Ακούστηκε δε, πρώτη φορά, στο «Hollywood revue» το 1929, ενώ το τραγούδησε και η Τζούντι Γκάρλαντ το 1940 στην ταινία «Little Nellie Kelly». Ο Κέλι το έκανε συνώνυμο της νεανικής ανεμελιάς. Και το '71 ο ιδιοφυής Στάνλεϊ Κιούμπρικ στο «Κουρδιστό πορτοκάλι» έδωσε στο τραγούδι κόντρα ρόλο βάζοντας τον πρωταγωνιστή του (Μάλκολμ Μακ Ντάουελ) να το χορεύει στην περίφημη σκηνή του βιασμού. Λέγεται, μάλιστα, πως, όταν προβλήθηκε η ταινία, ο Κέλι προσεβλήθη τόσο, ώστε, όταν συνάντησε τον Μακ Ντάουελ σε μια εκδήλωση, του επιτέθηκε άγρια..



Πηγή

http://culture.ana-mpa.gr/view5.php?id=9741