Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Ρ. Ζουμῆ, Γενικοῦ Ἀρχιερατικοῦ Ἐπιτρόπου τῆς Ιερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας
Το θέμα μας είναι σοβαρό και δημιούργησε σημαντικά προβλήματα στην Εκκλησία. Γι΄αυτό ζητάω το ενδιαφέρον σας και την προσοχή σας, για να το καταλάβουμε όσο γίνεται καλύτερα.
Στην αρχή της ομιλίας μας θα αναφέρουμε λίγα στοιχεία εγκυκλοπαιδικά, θα έλεγα. Κατόπιν πως φτάσαμε από το Παλαιό ημερολόγιο στο νέο και τι προβλήματα εδημιούργησε. Θα δούμε την σημερινή κατάσταση των παλαιοημερολογιτών ή ζηλωτών, όπως λέγονται και το αδιέξοδο στο οποίο έφτασαν.
Μία από τις πρώτες και βασικές ανάγκες του ανθρώπου υπήρξε η μέτρηση του χρόνου και συνεπώς η κατάρτιση ημερολογίων.Κατά συνέπεια ημερολόγια καλούνται τα διάφορα συστήματα μετρήσεως και διαιρέσεως του χρόνου. Όλοι οι λαοί είχαν κάποιο ημερολόγιο αναλόγως των αναγκών και ασχολιών τους. Καταρτίσθηκαν ημερολόγια σχεδόν από όλους τους λαούς της αρχαιότητας και μάλιστα από αυτούς τους προϊστορικούς χρόνους. ΄Έχουμε ημερολόγια α) Ηλιακά, β) Σεληνιακά και γ) Σεληνοηλιακά.
Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ενιαίο ημερολόγιο αλλά οι διάφορες πόλεις – κράτη είχαν δικά τους, τα οποία διέφεραν μεταξύ τους. Είναι γνωστά τα ημερολόγια της Κρήτης, της Ιωνίας, της Δήλου, των Δελφών και το λεπτομερέστερο όλων το Αθηναϊκό. Άλλα ημερολόγια ήσαν το Ρωμαϊκό, το Αραβικό ή Μουσουλμανικό, το Εβραϊκό, το Αιγυπτιακό και το Κοπτικό.
Το Ρωμαϊκό ημερολόγιο από τον 7ο π.χ. αιώνα μέχρι το 45 π.χ. ήταν σεληνιακό και περιείχε 12 μήνες εναλλάξ των 29 και 30 ημερών. Επειδή το ημερολόγιο αυτό, όπως και όλα τα άλλα, είχε ατέλειες, έκανε την αναθεώρηση ο Ιούλιος Καίσαρ, σύμφωνα με τις υποδείξεις του ΄Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια.
Ορίστηκε δε μέσα σε τέσσερα διαδοχικά έτη τα τρία πρώτα να έχουν 365 ημέρες και το τέταρτο 366 ημέρες είναι το λεγόμενο δίσεκτο έτος. Αυτό το ημερολόγιο ονομάστηκε Ιουλιανό και εφαρμόσθηκε σε όλη την τότε Ρωμαϊκή επικράτεια. Αυτό το ημερολόγιο βρήκε λίγο αργότερα και ο χριστιανικός κόσμος και αυτό ακολούθησε, όπως ο υπόλοιπος πολιτισμένος κόσμος.
Βλέπουμε λοιπόν πως το ημερολόγιο είναι ένα κοσμικό σχήμα αστρονομικό και επιστημονικό και δεν έχει καμία σχέση με την Εκκλησία και με τα δόγματα της πίστεως μας. Αυτό βρήκαν οι χριστιανοί, αυτό ακολούθησαν. Αν υπήρχε εν χρήσει κάποιο άλλο, ασφαλώς εκείνο το άλλο θα ακολουθούσαν και πάλι δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα.
Το σφάλμα του ημερολογίου αυτού ήταν οκτώ χιλιοστά της ημέρας ανά έτος (0,008) και μέχρι το έτος 1582, που ήταν πάπας της Ρώμης ο Γρηγόριος ΙΓ! αν μαζεύαμε όλα τα κομμάτια που χάνονταν, μας έκαναν 10 ολόκληρες ημέρες. ΄Ετσι η εαρινή ισημερία, που κανονικά είναι 21 Μαρτίου, γινόταν 11 Μαρτίου. Προς άρσιν και αποφυγήν του υπάρχοντος σφάλματος ο αστρονόμος LILIO ο Καλαβρός έκανε νέα διόρθωση του ημερολογίου και λόγω της υπεροχής του έναντι του Ιουλιανού, άρχισε να εφαρμόζεται πλέον το Γρηγοριανό στις παπικές και προτεσταντικές χώρες.
Για την καθαρή αλήθεια όμως του πράγματος πρέπει να πούμε το εξής, ότι πριν από την μεταρρύθμιση 250 χρόνια πιο μπροστά, πρώτοι πάλι οι έλληνες του Βυζαντίου είχαν επισημάνει τις ατέλειες του Ιουλιανού ημερολογίου και πρότειναν την αντικατάσταση του με άλλο τελειότερο.Το 1324 ο Νικηφόρος Γρηγοράς, ένας από τους επιφανέστερους Έλληνες επιστήμονες, επρότινε στον αυτοκράτορα Ανδρόνικο την διόρθωση, κάτι που δυστυχώς δεν έγινε τότε αποδεκτό « διά τον φόβον συγχύσεως των αμαθών και μερισμού της Εκκλησίας». Βλέπετε, τα προβλήματα τα δημιουργούν οι αμαθείς, οι στενοκέφαλοι, αυτοί που δεν τους κόβει, που δεν μπορούν να κάνουν διαχωρισμό ημερολογίου και πίστεως. Εξωτερικού σχήματος και δόγματος της Εκκλησίας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία απέρριψε επί σειράν αιώνων την καθιέρωση του Γρηγοριανού ημερολογίου, παρά τις επίμονες προσπάθειες της Ρώμης. Και αυτό, διότι υπήρχε ο φόβος μήπως γίνει μέσον παραπλανήσεως του Ορθοδόξου Λαού. Όταν όμως εξέλιπε αυτός ο φόβος, άρχισε να γίνεται σκέψις και στην Ορθόδοξη Εκκλησία για την αντικατάσταση του Ιουλιανού ημερολογίου από το Γρηγοριανό, κάτω από την πίεση των νεωτέρων αναγκών του πολιτισμού.
Στην πραγματικότητα δεν έχουμε δύο ημερολόγια, άς το προσέξουμε αυτό. Έχουμε ένα, το ίδιο διορθωμένο. Αφήσαμε το εσφαλμένο και ακολουθήσαμε το διορθωμένο. Το Γρηγοριανό είναι το τελειότερο ημερολόγιο που υπάρχει, όχι όμως και το απολύτως τέλειο. Το Γρηγοριανό επιβραδύνει την αρχή του έτους , όπως και το Ιουλιανό, αλλά πολύ λιγότερο. Επιβραδύνει την αρχή του έτους με ρυθμό 1 ημέρα σε 3.320 χρόνια, ενώ το Ιουλιανό 1 ημέρα σε 128 χρόνια. Είναι λοιπόν κρίμα και ντροπή και αμαρτία, ένα θέμα απλό και ασήμαντο και αδιάφορο θρησκευτικώς να δημιουργεί τέτοια σοβαρά προβλήματα, δηλ. το σχίσιμο της Εκκλησίας.
Πως φτάσαμε να δεχτεί η Ελλαδική Εκκλησία το νέο ημερολόγιο, το διορθωμένο.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος ο Ζ΄ το 1896 εξέφραζε « πόθους και ευχάς υπέρ ενός ενιαίου ημερολογίου δι άπαντας τους χριστιανικούς λαούς». Ο επόμενος Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄ το 1902 έστειλε εγκύκλιο προς όλες τις ορθόδοξες Εκκλησίες και συνιστούσε να μελετήσουν το ημερολογιακό θέμα και να εκθέσουν τις απόψεις τους.
Η Εκκλησία της Ελλάδος απάντησε ότι, κατ ΄αρχήν, δεν αποκρούει την διόρθωση του ημερολογίου. Η επιτροπή η οποία συνεστήθη και μελέτησε το θέμα απεφάνθη ότι η μεταβολή, η αλλαγή δεν προσκρούει σε δογματικούς και κανονικούς λόγους. Θα μπορούσε λοιπόν να γίνει, όμως μετά από συνεννόηση όλων των Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών και κυρίως του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αναμένοντας αυτήν την συνεννόηση , η Ελλαδική Εκκλησία εξακολουθούσε να κρατάει το Ιουλιανό ημερολόγιο, η δε Πολιτεία προχώρησε στην καθιέρωση του Γρηγοριανού ημερολογίου. Έτσι τη 1 Μαρτίου του 1923 καθιερώθηκε με Βασιλικό Διάταγμα το Γρηγοριανό , το διορθωμένο ημερολόγιο.
Όταν όμως έφθασαν να εορτάσουν την εθνική εορτή της απελευθερώσεως του 1821 και τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, δημιουργήθηκε σύγχυσις. Άρχισαν τα προβλήματα. Έτσι έγινε ξεκάθαρο, ότι στην Ελλάδα είναι αδύνατη η συνύπαρξις δύο ημερολογίων, ενός πολιτικού και ενός θρησκευτικού. Κάτω από αυτήν την πίεση η Εκκλησία της Ελλάδος επρότινε ως μέση λύση την προσαρμογή του εορτολογίου στο νέο ημερολόγιο, χωρίς να θίξουν τον εορτασμό του Πάσχα.
Εδώ αξίζει να σημειώσουμε κάτι ακόμη. Η Εκκλησία είχε το δικαίωμα να ακολουθήσει το νέο ημερολόγιο. Στο σημείο αυτό δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Μπορούσε να το κάνει. Μπορούσε να αλλάξει τις ημέρες εορτασμού, όπως το έκανε και παλαιότερα και όπως το κάνουν και οι ίδιοι οι παλαιοημερολογίτες, άσχετα αν δεν το ξέρουν ή δεν πάει το μυαλό τους ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν και εσκεμμένα το αποσιωπούν.
Ένα παράδειγμα: Παλαιότερα γιόρταζαν τα Χριστούγεννα στις έξι Ιανουαρίου μαζί με την Βάπτιση του Χριστού κι’ ήταν η εορτή των Επιφανίων. Αργότερα το άλλαξε η Εκκλησία. Κράτησε την Βάπτιση στις έξι Ιανουαρίου και μετέθεσε την Γέννηση του Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου, όταν οι ειδωλολάτραι γιόρταζαν την γέννηση του θεού τους ηλίου. Κατόπιν τούτου πήγαν εννέα μήνες πιο πίσω και έβαλαν τον ευαγγελισμό της Παναγίας. Την αλλαγή αυτή την δέχονται οι του παλαιού ημερολογίου.
Άλλο παράδειγμα: Η Μεταμόρφωσις του Κυρίου έγινε σαράντα μέρες πρίν από το πάθος και τη σταύρωση. Συνεπώς θα έπρεπε να την εορτάζουμε μέσα στην Μεγάλη Σαρακοστή. Επειδή όμως τότε δεν έχουμε γιορτές, την τοποθέτησε η Εκκλησία στις έξι Αυγούστου, δηλ. σαράντα μέρες πριν από την Ύψωση του Τ. Σταυρού, που είναι μία άλλη Μεγάλη Παρασκευή. Την αλλαγή αυτή την δέχονται οι του παλαιού ημερολογίου.
Εορτάζουμε τους Αγίους συνήθως την ημέρα της κοιμήσεώς των ή του μαρτυρίου των. Ο Ι. Χρυσόστομος εκοιμήθη την 14ην Σεπτεμβρίου. Γράφει δε το Συναξάρι, « δια την εορτήν του Τ. Σταυρού μετετέθη η εορτή αυτού εις τον Νοέμβριον μήνα». Και αυτό το δέχονται οι του πατρίου ημερολογίου. Έτσι μετατίθεται και η εορτή του αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στην δεύτερη ημέρα του Πάσχα και του αγίου Μάρκου του Ευαγγελιστού στην τρίτη ημέρα του Πάσχα. Άρα λοιπόν η Εκκλησία έχει το δικαίωμα και μπορεί να κάνει τις αλλαγές που εκείνη νομίζει.
Πού υπήρχε πρόβλημα; Στον εορτασμό του Πάσχα. Και γιατί αυτό; Γιατί ο εορτασμός του Πάσχα καθωρίσθηκε από την Α΄Οικουμενική Σύνοδο και άρα καμία Εκκλησία μόνη της δεν είχε το δικαίωμα να τον αλλάξει ή να τον μεταβάλλει. Απόφαση Οικουμενικής Συνόδου μόνο μία άλλη Οικουμενική Σύνοδος μπορεί να αλλάξει. Η Εκκλησία της Ελλάδος δεν είναι Οικουμενική Σύνοδος. Για τον λόγο αυτό άλλαξε το ημερολόγιο, που μπορούσε, δεν πείραξε όμως τον εορτασμό του Πάσχα που δέν μπορούσε και δέν είχε το δικαίωμα να κάνει.
Βλέπουμε πόσο συνετά και με φόβον Θεού αντιμετώπισε η Εκκλησία το όλο θέμα. Ενεργεί με μεγάλη προσοχή, χωρίς να κάνει ούτε παρανομία, ούτε παράβαση, ούτε υπέρβαση των αρμοδιοτήτων της.
Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως βρήκε ορθή την λύση αυτή και έλαβε την απόφαση να προβεί στην διόρθωση του ημερολογίου. Τηλεγράφημα του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ζ΄στις 23 Φεβρουαρίου του 1924 έγραφε: « Συνοδική αποφάσει ενεκρίθη οριστικώς προσαρμογή εορτολογίου και πολιτικού ημερολογίου από 10ης προσεχούς Μαρτίου».
Ύστερα από αυτό η Ελλαδική Εκκλησία άρχισε να ακολουθεί το Γρηγοριανό ημερολόγιο από 1ο Μαρτίου, η οποία υπολογίσθηκε ότι είναι 23 Μαρτίου. Με άλλα λόγια πήγαμε 13 μέρες πιο μπροστά. Οι άλλες Εκκλησίες εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν για τις θρησκευτικές εορτές το Ιουλιανό ημερολόγιο, δηλ το παλαιό, ενώ πολιτικώς ακολουθούσαν το Γρηγοριανό, δηλ. το νέο.
Αυτό ήταν το όλο θέμα του ημερολογίου. Επαναλαμβάνω τόσο απλό, αλλά τόσο πολύ ταλαιπώρησε και εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να ταλαιπωρεί την Εκκλησία του Χριστού.
Η καθιέρωσις του νέου ημερολογίου άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Κάποιοι απλοϊκοί χριστιανοί και λίγοι μορφωμένοι αντέδρασαν από ένα φόβο, μήπως η Εκκλησία χάσει την Ορθόδοξη Πίστη. Κράτησαν αυτοί το παλαιό ημερολόγιο , ενώ παράλληλα αντέδρασαν με απαράδεκτα τρόπο κατά του Οικουμενικού Πατριάρχου Μελετίου και του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου.
Επίσης κάποιοι ζηλωταί μοναχοί από το Άγιο Όρος περνούσαν από πόλεις και χωριά και διεκήρυτταν ότι η Ελλαδική Εκκλησία φράγκεψε. Οι περισσότερο φανατικοί από αυτούς υπό την αρχηγία του Ματθαίου Καρπαθάκη ίδρυσαν Μοναστήρια στην Αττική και στρατολογούσαν μοναχούς και μοναχές.
Μέχρι το 1935 στην Πατρίδα μας οι του παλαιού ημερολογίου ήταν περίπου εκατό χιλιάδες (100.000). ( σήμερα δεν ξεπερνούν τις εξήντα χιλιάδες). Έχτισαν την Μονή Κερατέας και κατέλαβαν διά της βίας κάποιους ναούς στην Θήβα και σ’ άλλα μέρη.
Την άνοιξη του 1935 τρείς Μητροπολίται, ο Δημητριάδος Γερμανός, ο Φλωρίνης Χρυσόστομος και ο Ζακύνθου Χρυσόστομος ενώθηκαν με τον Ματθαίο Καρπαθάκη και τους άλλους παλαιοημερολογίτες. Ενθαρρύνθηκαν και από κάποιους πολιτικούς του Κονδύλη και εδημιούργησαν μία θορυβώδη Εκκλησιαστική επανάσταση.
Χωρίς να έχουν την συγκατάθεση καμιάς Ορθόδοξης Εκκλησίας ελειτούργησαν αντικανονικώς σε ένα ναό των Αθηνών και εδημοσίευσαν σε φυλλάδιο καταγγελία κατά της επίσημης Εκκλησίας. Εχαρακτήρισαν ως φοβερό έγκλημα την εισαγωγή του νέου ημερολογίου στην Εκκλησία και απηύθυναν άλλο φυλλάδιο στους Ιερείς και στους Μοναχούς , τους οποίους παρακινούσαν σε επανάσταση κατά του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου και της κανονικής Εκκλησίας. Με άλλο φυλλάδιο προς τα θρησκευτικά Σωματεία παρακινούσαν να αποκηρύξουν κι’ εκείνα τον Αρχιεπίσκοπο και μ’ ένα τελευταίο καλούσαν τον λαό να αποκηρύξει τον Χρυσόστομο και όλους τους άλλους και να ακολουθήσει το παλαιό ημερολόγιο. Συγχρόνως εχειροτόνησαν επισκόπους τρείς αρχιμανδρίτες και έτσι οι επαναστάται συνεκρότησαν σύνοδο με επτά αρχιερείς.
Η Εκκλησία της Ελλάδος έκανε ό,τι ορίζουν οι ι. Κανόνες. Δηλ. τους οδήγησε σε εκκλησιαστικό δικαστήριο με τις κατηγορίες φατρίας, τυρείας, παρασυναγωγής, καταφρονήσεως της Εκκλησιαστικής Αρχής και παροτρύνσεως Κλήρου και Λαού εναντίον της Εκκλησίας. Σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες επέβαλε σε όλους την ποινή της καθαιρέσεως. Βέβαια οι κατηγορούμενοι δεν προσήλθαν στο Συνοδικό Δικαστήριο, γιαυτό και καταδικάσθηκαν ερήμην.
Αργότερα οι παλαιοημερολογίται προέβησαν και σε άλλες χειροτονίες. Όμως όλοι αυτοί στερούνται της Αποστολικής Διαδοχής, εφόσον χειροτονήθηκαν από καθηρημένους αρχιερείς. Συνεπώς τα μυστήριά τους είναι άκυρα και ανυπόστατα, σαν να μη έγιναν ποτέ. Γιαυτό και η Εκκλησία τα επαναλαμβάνει όλα από την αρχή.
Εδώ άς προσέξουμε κάτι:Κάποιους τους πιάνει μια μανία και τρέχουν σε παλαιοημερολογήτικα μοναστήρια κι’ εκεί βαπτίζουν τα παιδιά τους, όπως π.χ. στην αγία Ειρήνη την Χρυσοβαλάντου. Όλοι αυτοί πρέπει να γνωρίζουν πως τα παιδιά τους είναι αβάπτιστα. Το θέμα είναι σοβαρό, μη το πάρουν αψήφιστα. Κινδυνεύει η σωτηρία των παιδιών τους.
Οι ίδιοι βέβαια ονομάζουν τους εαυτούς των « ακαινοτόμητον αυτοκέφαλον εκκλησίαν». Το ερώτημα είναι: Ποιος τους εχορήγησε το αυτοκέφαλο; Πώς ισχυρίζονται ότι ανήκουν στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, όταν δεν έχουν καμία επικοινωνία με καμία Εκκλησία, ούτε και με εκείνες που ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο;
Σύμφωνα με το Κανονικό Δίκαιο διακριτικό γνώρισμα των Ορθοδόξων Εκκλησιών είναι:α) Η κοινωνία από το ίδιο Ποτήριο. β) Τα ειρηνικά γράμματα. Γ) Τα εόρτια γράμματα και δ) η καθολικότης των ποινών.
Κάποτε ευρισκόμουν στο Άγιο Όρος, στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας. Με επλησίασε ένας λαϊκός και μ’ ερώτησε:Με ποιο ημερολόγιο είσαι, πάτερ, με το παλαιό ή με το νέο; Με το νέο, του απάντησα. Κακώς μου λέει. Δεν βλέπεις, εδώ όλοι οι άγιοι Πατέρες ακολουθούν το παλαιό. Ο ίδιος ,όπως καταλαβαίνετε ήταν με το παλαιό. Κι’ εγώ πάλι με την σειρά μου του είπα. Το κακό είναι με σας, διότι εσείς αποσχισθήκατε από την Κανονική Εκκλησία. Βλέπεις εγώ είμαι με το νέο ημερολόγιο, έρχομαι στο Άγιο Όρος, έρχονται οι αγιορείται Πατέρες στις δικές μας ενορίες, λειτουργούμε μαζί χωρίς κανένα πρόβλημα, κοινωνούμε μαζί κανονικότατα. Όμως τους δικούς σας ιερείς δεν τους δέχονται, γιατί άραγε; Πώς εξηγείτε αυτό; Η απάντησις ,εδώ έχουν λάθος και αυτοί.
Βλέπετε τόσο πολύ τους σκότισε ο σατανάς, ώστε δεν μπορούν τα λάθη τους. Κάνουν όλοι λάθη, εκτός από αυτούς.
Το τέταρτο στοιχείο, είπαμε, είναι η καθολικότης των ποινών. Δηλ. εάν μία Ορθόδοξη Εκκλησία τιμωρήσει, καθαιρέσει έναν κληρικό, δεν επιτρέπεται να τον δεχτεί, να τον πάρει, να τον αναγνωρίσει ως κανονικό καμία άλλη Ορθόδοξη Εκκλησία. Και όμως όσους καθαίρεσε η κανονική Εκκλησία, τους παίρνουν οι παλαιοημερολογίται, για να φανεί ότι έχουν αριθμό και δύναμη. Με τον τρόπο αυτό μάζεψαν όλους τους ανήθικους και τα αποβράσματα. Κατάντησαν οι παλαιοημερολογίται να είναι ο σκουπιδοτενεκές της Εκκλησίας.
Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι με αυτούς δημιουργείται πρόβλημα συνταγματικό. Το 3 άρθρο του Συντάγματος λέγει ότι « η Ελλαδική Εκκλησία υπάρχει αναποσπάστως ηνωμένη δογματικώς μετά της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας». Την επιταγή αυτή του Συντάγματος την γνωρίζουν πολύ καλά οι παλαιοημερολογίτες, γιαυτό και κατηγορούν με μανία το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ότι « παρεξέκλινε δογματικώς» εφόσον δέχθηκε το νέο ημερολόγιο, παρουσιάζοντας την διαφορά των 13 ημερών ως δόγμα. Ισχυρίζονται μάλιστα ότι αυτοί είναι οι γνήσιοι ορθόδοξοι χριστιανοί ( Γ. Ο. Χ .), ενώ εμείς είμαστε οι ψεύτικοι, οι κάλπικοι, οι σκάρτοι.
Λίγο αργότερα οι παλαιοημερολογίται διασπάσθηκαν, χωρίσθηκαν σε δύο κομμάτια, σε δύο παρατάξεις, που συνεχώς μάλωναν μεταξύ τους και αυτές πάλι οι παρατάξεις κομματιάστηκαν ακόμη περισσότερο. Για το θέμα αυτό θα πούμε και λίγο παρακάτω.
Είναι αλήθεια, πως και οι ίδιοι αντελήφθησαν την αντικανονικότητά τους, γιαυτό και κατέφυγαν σε κάποια τεχνάσματα, για να καταστήσουν κανονική την χειροτονία τους και την παράταξή τους. Και οι δύο παρατάξεις χωριστά η μία από την άλλη προσέφυγαν στους Ρώσους της διασποράς και ζήτησαν να …ξαναχειροτονηθούν, για να επιτύχουν την κανονικότητά τους. Μα μέχρι τώρα εκόπτοντο ότι αυτοί είναι οι κανονικοί και οι γνήσιοι, πώς τους ήρθε και ζητούν χειροτονία; Εκτός αυτού, όταν ένας κληρικός καθαιρεθεί οριστικά και τελεσίδικα δεν μπορεί να ξαναχειροτονηθεί. Αυτό που επενόησαν και έπραξαν είναι αδιανόητο. Κατέφυγαν στους Ρώσους, για να χειροτονηθούν. Αναγκάζονται να το κάνουν, παρ’ ότι προηγουμένως δεν είχαν με αυτούς κοινωνία ποτηρίου. Τους θεωρούσαν και αυτούς αντικανονικούς. Ξέρετε δε ποιο είναι το κωμικό ή το τραγικό γιαυτούς; Η Ρωσική Εκκλησία έχει ενορίες άλλες με το νέο και άλλες με το παλαιό ημερολόγιο. Έχει πλήρη εκκλησιαστική κοινωνία με όλες τις Εκκλησίες που ακολουθούν το νέο ημερολόγιο. Και μάλιστα ο ένας από τους δύο Ρώσους Αρχιερείς που τους εχειροτόνησαν ακολουθούσε το νέο ημερολόγιο!! Συγχωρέστε μου για την φράση, γύρισαν και έφαγαν τον εμετό τους.
Εδώ έχουμε και άλλο πρόβλημα, άλλο λάθος μέγα και παράβαση των Ιερών Κανόνων, για την τήρηση των οποίων κόπτονται. Από το Ιερό Πηδάλιο γνωρίζουμε, πως οι υπερόριες χειροτονίες είναι άκυρες. Ο 35ος Κανών των Αγίων Αποστόλων λέγει: « Ο Επίσκοπος να μη τολμά να κάνει χειροτονίες έξω από τα όρια της επισκοπής του, σε χώρες που δεν υπάγονται σ’ αυτόν. Αν έχει την άδεια και την πρόσκληση του οικείου Μητροπολίτου μπορεί να κάνει τις χειροτονίες. Εάν όμως κάνει από μόνος του, χωρίς την άδεια του οικείου Αρχιερέως, τότε να καθαιρείται και αυτός που εχειροτόνησε και εκείνοι που χειροτονήθηκαν από αυτόν». Με άλλα λόγια, Ρώσοι επίσκοποι δεν μπορούσαν να χειροτονήσουν επισκόπους της Ελληνικής επικρατείας. Τα ίδια ορίζουν και οι κανόνες των Συνόδων Αντιοχείας, Σαρδικής και Καρθαγένης.
Τώρα τίθεται το ερώτημα: Οι παλαιοημερολογίται που βρίσκονται στην Ελλάδα τι είναι; Σχισματικοί, αιρετικοί ή αποτελούν παρασυναγωγή;
Πρώτα-πρώτα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν αιρετικοί, διότι δεν διαφέρουν καθόλου στο Ορθόδοξο Δόγμα. Είναι σχίσμα; Πρέπει να γνωρίζουμε ότι σχίσμα είναι η ηθελημένη αποκοπή από την καθ’ όλου Εκκλησία. Η απομάκρυνσις από τους επισκόπους, από την ενιαία διοίκηση τοπικής Εκκλησίας και ο αυθαίρετος σχηματισμός άλλης εκκλησίας, που έχει ξεχωριστή διοίκηση και ιεραρχία. Εδώ βλέπουμε, ότι για την ύπαρξη σχίσματος πρέπει να υπάρχει επίσκοπος ή επίσκοποι. Το 1935 αποσχίσθηκαν τρείς ιεράρχαι μαζί με κάποιους χριστιανούς. Αποσχίσθηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος, όσο και από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Επομένως έχουμε κανονικότατο το έγκλημα του σχίσματος. Μετά την καθαίρεση όμως εκείνων που είχαν κανονική αρχιερωσύνη, έπαυσε να υφίσταται το σχίσμα, εφόσον δεν υπάρχει πλέον επίσκοπος. Χωρίς επίσκοπο δεν έχουμε Εκκλησία, λέγει ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος. « Όπου ο Επίσκοπος εκεί και η Εκκλησία». Σήμερα όλες οι παρατάξεις των παλαιοημερολογιτών δεν έχουν επίσκοπο, διότι οι υπάρχοντες είναι αντικανονικοί και καθηρημένοι. Είναι σαν να μη υπάρχουν. Είναι λαϊκοί, όχι κληρικοί και μάλιστα επίσκοποι.
Έτσι μετεβλήθησαν σε μία χριστιανική κοινότητα. Θα μπορούσαμε λοιπόν να τους κατατάξουμε σε παρασυναγωγή, εάν υπάρχουν ιερείς πρό του σχίσματος χειροτονημένοι, οι οποίοι ξέφυγαν από τα εκκλησιαστικά δικαστήρια και δεν καθαιρέθηκαν, πράγμα για σήμερα πολύ απίθανο.
Κληρικοί με το παλαιό ημερολόγιο, αν θέλουν να προσχωρήσουν στην κανονική Εκκλησία, χειροτονούνται κανονικά εφόσον η χειροτονία τους ήταν άκυρη και ανυπόστατη.
Εδώ άς πούμε κάτι ακόμη, που πρέπει ιδιαίτερα να προσέξει η Ελληνική Πολιτεία, γιατί δημιουργείται θέμα νομικό με τους παλαιοημερολογίτες επισκόπους. Μετά την εκλογή και χειροτονία τους οι Αρχιερείς πηγαίνουν στον ανώτατο άρχοντα, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και δίνουν την διαβεβαίωση, ότι θα εφαρμώσουν τους Ιερούς Κανόνες και τους Νόμους της Πολιτείας. Αν δεν γίνει αυτό, δεν τους αναγνωρίζει το Κράτος και δεν έχουν ισχύ οι διοικητικές πράξεις τους. Οι παλαιοημερολογίται επίσκοποι χωρίς αυτήν την διαβεβαίωση και χωρίς την αναγνώριση της χειροτονίας των, πώς εκδίδουν πράξεις διοικήσεως, γάμων, βαπτίσεων κλπ ;
Τέλος, πώς έχει η σημερινή κατάστασίς.
Σήμερα οι παλαιοημερολογίται στην Ελλάδα δεν ξεπερνούν τις εξήντα χιλιάδες ( 60.000) . Υπάρχει μία φθίνουσα τάσις. Όλο και λιγοστεύουν, αφού τα παιδιά τους σε μεγάλο ποσοστό δεν επιθυμούν να ακολουθήσουν το πάτριο ημερολόγιο. Γιαυτό οι πιο φανατικοί επιδίδονται σε προσηλυτισμό. Αγωνίζονται με απειλές και φοβέρες για κόλαση, να παρασύρουν κάποιους αφελείς στην παράταξή τους. Για να πούμε όμως και του στραβού το δίκαιο, κάποιοι από αυτούς είναι ενάρετοι, έχουν ευλάβεια μεγάλη και αγωνίζονται να ζήσουν ζωή ευαγγελική, ανώτερη από εμάς. Δυστυχώς πρέπει να θυμηθούμε αυτό που λέγει ο απ . Παύλος , « ουδείς στεφανούται, εάν μη νομίμως αθλήση». Έλεγε και ο μακαριστός π. Παϊσιος, «είναι φοβερό, να κουράζεται κανείς και να κολάζεται». Να προσπαθεί, να αγωνίζεται, να κουράζεται , μα να μη ωφελείται, στο τέλος να κολάζεται και να κατακρίνεται.
Οι παρατάξεις τους επισήμως σήμερα είναι εννέα. Υπάρχουν και πολλοί ανεξάρτητοι. Και κάθε λίγο και λιγάκι αναφύονται και άλλες. Αιτία των αποσχιστικών αυτών τάσεων είναι η πεπλανημένη και διεστραμμένη εκκλησιολογία τους. Είπαμε πιο μπροστά ότι δεν αναγνωρίζουν καμιά Ορθόδοξη Εκκλησία ούτε και από εκείνες που ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο. Αλλ’ούτε και αναγνωρίζονται από αυτές, μάλλον κατακρίνονται. Αλληλοκατηγορούνται μεταξύ τους οι διάφορες παρατάξεις, αλληλοκαθαιρούνται και αναθεματίζονται. Άκρη δεν βγάζουμε.
Επανέρχομαι στη συζήτηση με τον παλαιοημερολογίτη, που είχαμε στο Άγιο Όρος. Δεν μου λές, του είπα. Έστω ότι θέλω να πάω με το παλαιό ημερολόγιο. Για πές μου, με ποια παράταξη να πάω; Αν έρθω με σας, θα με καθαιρέσουν οι άλλοι. Αν ακολουθήσω τους άλλους, θα με καθαιρέσετε εσείς. Δεν είναι λοιπόν καλύτερα να μείνω εδώ που είμαι και να έχω το κεφάλι μου ήσυχο; ο καημένος έβαλε κάτω το κεφάλι και δεν ήξερε τι να πεί.
Τα άνευ λόγου εσωτερικά σχίσματά τους αποδεικνύουν και το αβάσιμο του σχίσματός τους από την Εκκλησία. Η άνεση με την οποία χαρακτηρίζουν τους άλλους του παλαιού ημερολογίου ως αιρετικούς, φανερώνει ότι έχουν χάσει προ πολλού την αίσθηση των εννοιών της αιρέσεως και του σχίσματος. Ο απλός λαός έχει περιέλθει σε σύγχυση, διότι διαρκώς ευρίσκεται σε διαφορετική παράταξη χωρίς να το γνωρίζει, χωρίς να το αντιλαμβάνεται, αλλά και δίχως να το επιθυμεί.
Κάθε ομάδα πιστεύει ότι αυτή είναι η μόνη εκκλησία του Χριστού!! Με αποτέλεσμα να γίνωνται και μεταξύ τους αναμυρώσεις. Πολλοί κληρικοί και λαϊκοί μεταπηδούν πολύ εύκολα από την μία παράταξη στην άλλη. Διασπώνται τόσο εύκολα, ώστε αυτοί οι λεγόμενοι ζηλωταί να είναι, κατ’αναλογία, πολύ περισσότερο διασπασμένοι ακόμη και από τους προτεστάντες.
Ο Ματθαίος δύο φορές απεκήρυξε τους δύο τότε ομόφρονάς του αρχιερείς για επουσιώδη ζητήματα. Στη συνέχεια, εφόσον είχε μείνει μόνος εχειροτόνησε μόνος του πολλούς επισκόπους, το 1948 παραβαίνοντας τους ι. Κανόνες. Τον 1ο Αποστολικό, τον 4ο της Α΄Οικουμενικής Συνόδου και τον 3ο της Εβδόμης.
Σκεφθείτε, ότι κάποιοι παλαιοημερολογίται θεωρούν και τους αγιορείτες ακόμη ως εχθρούς του Θεού, εκτός της Εκκλησίας και της σωτηρίας. Οι υποτιθέμενοι επίσκοποί τους στην Ελλάδα ξεπερνούν τους 50. Οι μισές ομάδες είναι χειροτονημένες από ένα ή από ανύπαρκτους αρχιερείς.
Σήμερα αυτοί οι «κανονικοί» και γνήσιοι ορθόδοξοι δέχονται «αιρετικούς» λαϊκούς με το νέο ημερολόγιο σε συμπροσευχή στις εκκλησίες τους και τους κοινωνούν, τους δίνουν αντίδωρο και άλλα πολλά, που παλαιοτέρα με κανένα τρόπο δεν έκαμναν. Προσκαλούν «αιρετικούς» νεοημερολογίτες επισήμους ,βουλευτάς και άλλους, στα πανηγύρια τους, όπως π.χ. στα Θεοφάνια και συναγωνίζονται ποια παράταξη θα έχει μεγαλύτερο αριθμό επισήμων.
Τελικά θα πρέπει να τους ρωτήσουμε. Εμείς με το νέο ημερολόγιο είμαστε αιρετικοί ή δεν είμαστε; Αν είμαστε, πως καταδέχτηκαν να χειροτονηθούν από «αιρετικούς» και εκτός Εκκλησίας Επισκόπους;΄Αρα στερούνται χειροτονίας και ιερωσύνης. Αν δεν είμαστε αιρετικοί, τότε οφείλουν να επιστρέψουν στην Κανονική Εκκλησία εν μετανοία.
Όταν οι ίδιοι οι παλαιοημερολογίται θεωρούν τους άλλους του παλαιού ημερολογίου αιρετικούς και αντικανονικούς, εμείς για ποιο λόγο να τους θεωρήσουμε κανονικούς; Όταν οι ίδιοι οι ζηλωταί πιστεύουν ότι οι άλλοι ζηλωταί δεν έχουν ιερωσύνη και αποστολική διαδοχή, εμείς γιατί να τους θεωρήσουμε κανονικούς;
Αγαπητοί μου,
Τελειώνοντας θέλω να τονίσω ότι δεν χρειάζεται να αμφιβάλουμε για την κανονικότητα της Εκκλησίας ,μέσα στην οποία βρισκόμαστε και ανήκουμε. Εμείς είμαστε εν τάξει. Εκείνοι βρίσκονται σε λάθος δρόμο. Άς ευχηθούμε , να τους φωτίσει ο Θεός και να επιστρέψουν. Να σωθούν και αυτοί, κανείς να μη χαθεί. Άς προσέξουμε, μη παρασυρθούμε ποτέ και από κανένα και βγούμε εκτός Εκκλησίας. Έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία. Αυτοί που αυτοτιτλοφορούνται γνήσιοι ορθόδοξοι, κατάφορα και ασύστολα παραβιάζουν τους ι. Κανόνες. Δεν επιτρέπεται ούτε στις εκκλησίες τους να πάμε, ούτε στα μοναστήρια τους, ούτε να συμμετάσχουμε στα μυστήριά τους. Δεν κοινωνούμε στις λειτουργίες τους, δεν βαπτίζουμε στις εκκλησίες τους τα παιδιά μας, δεν ερχόμαστε εις γάμου κοινωνία με αυτούς, εκτός και κανονικά ενταχθούν στην επίσημη Εκκλησία. Οι ι. Κανόνες αντιμετωπίζουν τους σχισματικούς, όπως ακριβώς και τους αιρετικούς. Αυτό πρέπει να κάνουμε κι’ εμείς σαν πιστά και φρόνημα και υπάκουα τέκνα της Εκκλησίας.
Άς ακολουθούμε λοιπόν πιστά την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Άς υπακούωμε πρόθυμα σ’ αυτήν και θερμή άς βγαίνει από τα χείλη μας και την καρδιά μας η προσευχή: Ο Θεός , που είναι το Φώς το αληθινό, να σκορπίζει πλούσια σε όλους τον φωτισμό Του, « ίνα το αυτό λέγωμεν πάντες και μη ή εν ημίν σχίσματα». Να δώσει ο Θεός, να έρθει εκείνη η αγία και μεγάλη ημέρα, πού όλοι οι πλανεμένοι θα επιστρέψουν και θα γίνουμε μία ποίμνη με ένα Ποιμένα, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Αμήν.
Πηγή
Το θέμα μας είναι σοβαρό και δημιούργησε σημαντικά προβλήματα στην Εκκλησία. Γι΄αυτό ζητάω το ενδιαφέρον σας και την προσοχή σας, για να το καταλάβουμε όσο γίνεται καλύτερα.
Στην αρχή της ομιλίας μας θα αναφέρουμε λίγα στοιχεία εγκυκλοπαιδικά, θα έλεγα. Κατόπιν πως φτάσαμε από το Παλαιό ημερολόγιο στο νέο και τι προβλήματα εδημιούργησε. Θα δούμε την σημερινή κατάσταση των παλαιοημερολογιτών ή ζηλωτών, όπως λέγονται και το αδιέξοδο στο οποίο έφτασαν.
Μία από τις πρώτες και βασικές ανάγκες του ανθρώπου υπήρξε η μέτρηση του χρόνου και συνεπώς η κατάρτιση ημερολογίων.Κατά συνέπεια ημερολόγια καλούνται τα διάφορα συστήματα μετρήσεως και διαιρέσεως του χρόνου. Όλοι οι λαοί είχαν κάποιο ημερολόγιο αναλόγως των αναγκών και ασχολιών τους. Καταρτίσθηκαν ημερολόγια σχεδόν από όλους τους λαούς της αρχαιότητας και μάλιστα από αυτούς τους προϊστορικούς χρόνους. ΄Έχουμε ημερολόγια α) Ηλιακά, β) Σεληνιακά και γ) Σεληνοηλιακά.
Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ενιαίο ημερολόγιο αλλά οι διάφορες πόλεις – κράτη είχαν δικά τους, τα οποία διέφεραν μεταξύ τους. Είναι γνωστά τα ημερολόγια της Κρήτης, της Ιωνίας, της Δήλου, των Δελφών και το λεπτομερέστερο όλων το Αθηναϊκό. Άλλα ημερολόγια ήσαν το Ρωμαϊκό, το Αραβικό ή Μουσουλμανικό, το Εβραϊκό, το Αιγυπτιακό και το Κοπτικό.
Το Ρωμαϊκό ημερολόγιο από τον 7ο π.χ. αιώνα μέχρι το 45 π.χ. ήταν σεληνιακό και περιείχε 12 μήνες εναλλάξ των 29 και 30 ημερών. Επειδή το ημερολόγιο αυτό, όπως και όλα τα άλλα, είχε ατέλειες, έκανε την αναθεώρηση ο Ιούλιος Καίσαρ, σύμφωνα με τις υποδείξεις του ΄Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια.
Ορίστηκε δε μέσα σε τέσσερα διαδοχικά έτη τα τρία πρώτα να έχουν 365 ημέρες και το τέταρτο 366 ημέρες είναι το λεγόμενο δίσεκτο έτος. Αυτό το ημερολόγιο ονομάστηκε Ιουλιανό και εφαρμόσθηκε σε όλη την τότε Ρωμαϊκή επικράτεια. Αυτό το ημερολόγιο βρήκε λίγο αργότερα και ο χριστιανικός κόσμος και αυτό ακολούθησε, όπως ο υπόλοιπος πολιτισμένος κόσμος.
Βλέπουμε λοιπόν πως το ημερολόγιο είναι ένα κοσμικό σχήμα αστρονομικό και επιστημονικό και δεν έχει καμία σχέση με την Εκκλησία και με τα δόγματα της πίστεως μας. Αυτό βρήκαν οι χριστιανοί, αυτό ακολούθησαν. Αν υπήρχε εν χρήσει κάποιο άλλο, ασφαλώς εκείνο το άλλο θα ακολουθούσαν και πάλι δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα.
Το σφάλμα του ημερολογίου αυτού ήταν οκτώ χιλιοστά της ημέρας ανά έτος (0,008) και μέχρι το έτος 1582, που ήταν πάπας της Ρώμης ο Γρηγόριος ΙΓ! αν μαζεύαμε όλα τα κομμάτια που χάνονταν, μας έκαναν 10 ολόκληρες ημέρες. ΄Ετσι η εαρινή ισημερία, που κανονικά είναι 21 Μαρτίου, γινόταν 11 Μαρτίου. Προς άρσιν και αποφυγήν του υπάρχοντος σφάλματος ο αστρονόμος LILIO ο Καλαβρός έκανε νέα διόρθωση του ημερολογίου και λόγω της υπεροχής του έναντι του Ιουλιανού, άρχισε να εφαρμόζεται πλέον το Γρηγοριανό στις παπικές και προτεσταντικές χώρες.
Για την καθαρή αλήθεια όμως του πράγματος πρέπει να πούμε το εξής, ότι πριν από την μεταρρύθμιση 250 χρόνια πιο μπροστά, πρώτοι πάλι οι έλληνες του Βυζαντίου είχαν επισημάνει τις ατέλειες του Ιουλιανού ημερολογίου και πρότειναν την αντικατάσταση του με άλλο τελειότερο.Το 1324 ο Νικηφόρος Γρηγοράς, ένας από τους επιφανέστερους Έλληνες επιστήμονες, επρότινε στον αυτοκράτορα Ανδρόνικο την διόρθωση, κάτι που δυστυχώς δεν έγινε τότε αποδεκτό « διά τον φόβον συγχύσεως των αμαθών και μερισμού της Εκκλησίας». Βλέπετε, τα προβλήματα τα δημιουργούν οι αμαθείς, οι στενοκέφαλοι, αυτοί που δεν τους κόβει, που δεν μπορούν να κάνουν διαχωρισμό ημερολογίου και πίστεως. Εξωτερικού σχήματος και δόγματος της Εκκλησίας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία απέρριψε επί σειράν αιώνων την καθιέρωση του Γρηγοριανού ημερολογίου, παρά τις επίμονες προσπάθειες της Ρώμης. Και αυτό, διότι υπήρχε ο φόβος μήπως γίνει μέσον παραπλανήσεως του Ορθοδόξου Λαού. Όταν όμως εξέλιπε αυτός ο φόβος, άρχισε να γίνεται σκέψις και στην Ορθόδοξη Εκκλησία για την αντικατάσταση του Ιουλιανού ημερολογίου από το Γρηγοριανό, κάτω από την πίεση των νεωτέρων αναγκών του πολιτισμού.
Στην πραγματικότητα δεν έχουμε δύο ημερολόγια, άς το προσέξουμε αυτό. Έχουμε ένα, το ίδιο διορθωμένο. Αφήσαμε το εσφαλμένο και ακολουθήσαμε το διορθωμένο. Το Γρηγοριανό είναι το τελειότερο ημερολόγιο που υπάρχει, όχι όμως και το απολύτως τέλειο. Το Γρηγοριανό επιβραδύνει την αρχή του έτους , όπως και το Ιουλιανό, αλλά πολύ λιγότερο. Επιβραδύνει την αρχή του έτους με ρυθμό 1 ημέρα σε 3.320 χρόνια, ενώ το Ιουλιανό 1 ημέρα σε 128 χρόνια. Είναι λοιπόν κρίμα και ντροπή και αμαρτία, ένα θέμα απλό και ασήμαντο και αδιάφορο θρησκευτικώς να δημιουργεί τέτοια σοβαρά προβλήματα, δηλ. το σχίσιμο της Εκκλησίας.
Πως φτάσαμε να δεχτεί η Ελλαδική Εκκλησία το νέο ημερολόγιο, το διορθωμένο.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος ο Ζ΄ το 1896 εξέφραζε « πόθους και ευχάς υπέρ ενός ενιαίου ημερολογίου δι άπαντας τους χριστιανικούς λαούς». Ο επόμενος Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄ το 1902 έστειλε εγκύκλιο προς όλες τις ορθόδοξες Εκκλησίες και συνιστούσε να μελετήσουν το ημερολογιακό θέμα και να εκθέσουν τις απόψεις τους.
Η Εκκλησία της Ελλάδος απάντησε ότι, κατ ΄αρχήν, δεν αποκρούει την διόρθωση του ημερολογίου. Η επιτροπή η οποία συνεστήθη και μελέτησε το θέμα απεφάνθη ότι η μεταβολή, η αλλαγή δεν προσκρούει σε δογματικούς και κανονικούς λόγους. Θα μπορούσε λοιπόν να γίνει, όμως μετά από συνεννόηση όλων των Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών και κυρίως του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αναμένοντας αυτήν την συνεννόηση , η Ελλαδική Εκκλησία εξακολουθούσε να κρατάει το Ιουλιανό ημερολόγιο, η δε Πολιτεία προχώρησε στην καθιέρωση του Γρηγοριανού ημερολογίου. Έτσι τη 1 Μαρτίου του 1923 καθιερώθηκε με Βασιλικό Διάταγμα το Γρηγοριανό , το διορθωμένο ημερολόγιο.
Όταν όμως έφθασαν να εορτάσουν την εθνική εορτή της απελευθερώσεως του 1821 και τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, δημιουργήθηκε σύγχυσις. Άρχισαν τα προβλήματα. Έτσι έγινε ξεκάθαρο, ότι στην Ελλάδα είναι αδύνατη η συνύπαρξις δύο ημερολογίων, ενός πολιτικού και ενός θρησκευτικού. Κάτω από αυτήν την πίεση η Εκκλησία της Ελλάδος επρότινε ως μέση λύση την προσαρμογή του εορτολογίου στο νέο ημερολόγιο, χωρίς να θίξουν τον εορτασμό του Πάσχα.
Εδώ αξίζει να σημειώσουμε κάτι ακόμη. Η Εκκλησία είχε το δικαίωμα να ακολουθήσει το νέο ημερολόγιο. Στο σημείο αυτό δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Μπορούσε να το κάνει. Μπορούσε να αλλάξει τις ημέρες εορτασμού, όπως το έκανε και παλαιότερα και όπως το κάνουν και οι ίδιοι οι παλαιοημερολογίτες, άσχετα αν δεν το ξέρουν ή δεν πάει το μυαλό τους ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν και εσκεμμένα το αποσιωπούν.
Ένα παράδειγμα: Παλαιότερα γιόρταζαν τα Χριστούγεννα στις έξι Ιανουαρίου μαζί με την Βάπτιση του Χριστού κι’ ήταν η εορτή των Επιφανίων. Αργότερα το άλλαξε η Εκκλησία. Κράτησε την Βάπτιση στις έξι Ιανουαρίου και μετέθεσε την Γέννηση του Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου, όταν οι ειδωλολάτραι γιόρταζαν την γέννηση του θεού τους ηλίου. Κατόπιν τούτου πήγαν εννέα μήνες πιο πίσω και έβαλαν τον ευαγγελισμό της Παναγίας. Την αλλαγή αυτή την δέχονται οι του παλαιού ημερολογίου.
Άλλο παράδειγμα: Η Μεταμόρφωσις του Κυρίου έγινε σαράντα μέρες πρίν από το πάθος και τη σταύρωση. Συνεπώς θα έπρεπε να την εορτάζουμε μέσα στην Μεγάλη Σαρακοστή. Επειδή όμως τότε δεν έχουμε γιορτές, την τοποθέτησε η Εκκλησία στις έξι Αυγούστου, δηλ. σαράντα μέρες πριν από την Ύψωση του Τ. Σταυρού, που είναι μία άλλη Μεγάλη Παρασκευή. Την αλλαγή αυτή την δέχονται οι του παλαιού ημερολογίου.
Εορτάζουμε τους Αγίους συνήθως την ημέρα της κοιμήσεώς των ή του μαρτυρίου των. Ο Ι. Χρυσόστομος εκοιμήθη την 14ην Σεπτεμβρίου. Γράφει δε το Συναξάρι, « δια την εορτήν του Τ. Σταυρού μετετέθη η εορτή αυτού εις τον Νοέμβριον μήνα». Και αυτό το δέχονται οι του πατρίου ημερολογίου. Έτσι μετατίθεται και η εορτή του αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στην δεύτερη ημέρα του Πάσχα και του αγίου Μάρκου του Ευαγγελιστού στην τρίτη ημέρα του Πάσχα. Άρα λοιπόν η Εκκλησία έχει το δικαίωμα και μπορεί να κάνει τις αλλαγές που εκείνη νομίζει.
Πού υπήρχε πρόβλημα; Στον εορτασμό του Πάσχα. Και γιατί αυτό; Γιατί ο εορτασμός του Πάσχα καθωρίσθηκε από την Α΄Οικουμενική Σύνοδο και άρα καμία Εκκλησία μόνη της δεν είχε το δικαίωμα να τον αλλάξει ή να τον μεταβάλλει. Απόφαση Οικουμενικής Συνόδου μόνο μία άλλη Οικουμενική Σύνοδος μπορεί να αλλάξει. Η Εκκλησία της Ελλάδος δεν είναι Οικουμενική Σύνοδος. Για τον λόγο αυτό άλλαξε το ημερολόγιο, που μπορούσε, δεν πείραξε όμως τον εορτασμό του Πάσχα που δέν μπορούσε και δέν είχε το δικαίωμα να κάνει.
Βλέπουμε πόσο συνετά και με φόβον Θεού αντιμετώπισε η Εκκλησία το όλο θέμα. Ενεργεί με μεγάλη προσοχή, χωρίς να κάνει ούτε παρανομία, ούτε παράβαση, ούτε υπέρβαση των αρμοδιοτήτων της.
Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως βρήκε ορθή την λύση αυτή και έλαβε την απόφαση να προβεί στην διόρθωση του ημερολογίου. Τηλεγράφημα του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ζ΄στις 23 Φεβρουαρίου του 1924 έγραφε: « Συνοδική αποφάσει ενεκρίθη οριστικώς προσαρμογή εορτολογίου και πολιτικού ημερολογίου από 10ης προσεχούς Μαρτίου».
Ύστερα από αυτό η Ελλαδική Εκκλησία άρχισε να ακολουθεί το Γρηγοριανό ημερολόγιο από 1ο Μαρτίου, η οποία υπολογίσθηκε ότι είναι 23 Μαρτίου. Με άλλα λόγια πήγαμε 13 μέρες πιο μπροστά. Οι άλλες Εκκλησίες εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν για τις θρησκευτικές εορτές το Ιουλιανό ημερολόγιο, δηλ το παλαιό, ενώ πολιτικώς ακολουθούσαν το Γρηγοριανό, δηλ. το νέο.
Αυτό ήταν το όλο θέμα του ημερολογίου. Επαναλαμβάνω τόσο απλό, αλλά τόσο πολύ ταλαιπώρησε και εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να ταλαιπωρεί την Εκκλησία του Χριστού.
Η καθιέρωσις του νέου ημερολογίου άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Κάποιοι απλοϊκοί χριστιανοί και λίγοι μορφωμένοι αντέδρασαν από ένα φόβο, μήπως η Εκκλησία χάσει την Ορθόδοξη Πίστη. Κράτησαν αυτοί το παλαιό ημερολόγιο , ενώ παράλληλα αντέδρασαν με απαράδεκτα τρόπο κατά του Οικουμενικού Πατριάρχου Μελετίου και του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου.
Επίσης κάποιοι ζηλωταί μοναχοί από το Άγιο Όρος περνούσαν από πόλεις και χωριά και διεκήρυτταν ότι η Ελλαδική Εκκλησία φράγκεψε. Οι περισσότερο φανατικοί από αυτούς υπό την αρχηγία του Ματθαίου Καρπαθάκη ίδρυσαν Μοναστήρια στην Αττική και στρατολογούσαν μοναχούς και μοναχές.
Μέχρι το 1935 στην Πατρίδα μας οι του παλαιού ημερολογίου ήταν περίπου εκατό χιλιάδες (100.000). ( σήμερα δεν ξεπερνούν τις εξήντα χιλιάδες). Έχτισαν την Μονή Κερατέας και κατέλαβαν διά της βίας κάποιους ναούς στην Θήβα και σ’ άλλα μέρη.
Την άνοιξη του 1935 τρείς Μητροπολίται, ο Δημητριάδος Γερμανός, ο Φλωρίνης Χρυσόστομος και ο Ζακύνθου Χρυσόστομος ενώθηκαν με τον Ματθαίο Καρπαθάκη και τους άλλους παλαιοημερολογίτες. Ενθαρρύνθηκαν και από κάποιους πολιτικούς του Κονδύλη και εδημιούργησαν μία θορυβώδη Εκκλησιαστική επανάσταση.
Χωρίς να έχουν την συγκατάθεση καμιάς Ορθόδοξης Εκκλησίας ελειτούργησαν αντικανονικώς σε ένα ναό των Αθηνών και εδημοσίευσαν σε φυλλάδιο καταγγελία κατά της επίσημης Εκκλησίας. Εχαρακτήρισαν ως φοβερό έγκλημα την εισαγωγή του νέου ημερολογίου στην Εκκλησία και απηύθυναν άλλο φυλλάδιο στους Ιερείς και στους Μοναχούς , τους οποίους παρακινούσαν σε επανάσταση κατά του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου και της κανονικής Εκκλησίας. Με άλλο φυλλάδιο προς τα θρησκευτικά Σωματεία παρακινούσαν να αποκηρύξουν κι’ εκείνα τον Αρχιεπίσκοπο και μ’ ένα τελευταίο καλούσαν τον λαό να αποκηρύξει τον Χρυσόστομο και όλους τους άλλους και να ακολουθήσει το παλαιό ημερολόγιο. Συγχρόνως εχειροτόνησαν επισκόπους τρείς αρχιμανδρίτες και έτσι οι επαναστάται συνεκρότησαν σύνοδο με επτά αρχιερείς.
Η Εκκλησία της Ελλάδος έκανε ό,τι ορίζουν οι ι. Κανόνες. Δηλ. τους οδήγησε σε εκκλησιαστικό δικαστήριο με τις κατηγορίες φατρίας, τυρείας, παρασυναγωγής, καταφρονήσεως της Εκκλησιαστικής Αρχής και παροτρύνσεως Κλήρου και Λαού εναντίον της Εκκλησίας. Σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες επέβαλε σε όλους την ποινή της καθαιρέσεως. Βέβαια οι κατηγορούμενοι δεν προσήλθαν στο Συνοδικό Δικαστήριο, γιαυτό και καταδικάσθηκαν ερήμην.
Αργότερα οι παλαιοημερολογίται προέβησαν και σε άλλες χειροτονίες. Όμως όλοι αυτοί στερούνται της Αποστολικής Διαδοχής, εφόσον χειροτονήθηκαν από καθηρημένους αρχιερείς. Συνεπώς τα μυστήριά τους είναι άκυρα και ανυπόστατα, σαν να μη έγιναν ποτέ. Γιαυτό και η Εκκλησία τα επαναλαμβάνει όλα από την αρχή.
Εδώ άς προσέξουμε κάτι:Κάποιους τους πιάνει μια μανία και τρέχουν σε παλαιοημερολογήτικα μοναστήρια κι’ εκεί βαπτίζουν τα παιδιά τους, όπως π.χ. στην αγία Ειρήνη την Χρυσοβαλάντου. Όλοι αυτοί πρέπει να γνωρίζουν πως τα παιδιά τους είναι αβάπτιστα. Το θέμα είναι σοβαρό, μη το πάρουν αψήφιστα. Κινδυνεύει η σωτηρία των παιδιών τους.
Οι ίδιοι βέβαια ονομάζουν τους εαυτούς των « ακαινοτόμητον αυτοκέφαλον εκκλησίαν». Το ερώτημα είναι: Ποιος τους εχορήγησε το αυτοκέφαλο; Πώς ισχυρίζονται ότι ανήκουν στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, όταν δεν έχουν καμία επικοινωνία με καμία Εκκλησία, ούτε και με εκείνες που ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο;
Σύμφωνα με το Κανονικό Δίκαιο διακριτικό γνώρισμα των Ορθοδόξων Εκκλησιών είναι:α) Η κοινωνία από το ίδιο Ποτήριο. β) Τα ειρηνικά γράμματα. Γ) Τα εόρτια γράμματα και δ) η καθολικότης των ποινών.
Κάποτε ευρισκόμουν στο Άγιο Όρος, στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας. Με επλησίασε ένας λαϊκός και μ’ ερώτησε:Με ποιο ημερολόγιο είσαι, πάτερ, με το παλαιό ή με το νέο; Με το νέο, του απάντησα. Κακώς μου λέει. Δεν βλέπεις, εδώ όλοι οι άγιοι Πατέρες ακολουθούν το παλαιό. Ο ίδιος ,όπως καταλαβαίνετε ήταν με το παλαιό. Κι’ εγώ πάλι με την σειρά μου του είπα. Το κακό είναι με σας, διότι εσείς αποσχισθήκατε από την Κανονική Εκκλησία. Βλέπεις εγώ είμαι με το νέο ημερολόγιο, έρχομαι στο Άγιο Όρος, έρχονται οι αγιορείται Πατέρες στις δικές μας ενορίες, λειτουργούμε μαζί χωρίς κανένα πρόβλημα, κοινωνούμε μαζί κανονικότατα. Όμως τους δικούς σας ιερείς δεν τους δέχονται, γιατί άραγε; Πώς εξηγείτε αυτό; Η απάντησις ,εδώ έχουν λάθος και αυτοί.
Βλέπετε τόσο πολύ τους σκότισε ο σατανάς, ώστε δεν μπορούν τα λάθη τους. Κάνουν όλοι λάθη, εκτός από αυτούς.
Το τέταρτο στοιχείο, είπαμε, είναι η καθολικότης των ποινών. Δηλ. εάν μία Ορθόδοξη Εκκλησία τιμωρήσει, καθαιρέσει έναν κληρικό, δεν επιτρέπεται να τον δεχτεί, να τον πάρει, να τον αναγνωρίσει ως κανονικό καμία άλλη Ορθόδοξη Εκκλησία. Και όμως όσους καθαίρεσε η κανονική Εκκλησία, τους παίρνουν οι παλαιοημερολογίται, για να φανεί ότι έχουν αριθμό και δύναμη. Με τον τρόπο αυτό μάζεψαν όλους τους ανήθικους και τα αποβράσματα. Κατάντησαν οι παλαιοημερολογίται να είναι ο σκουπιδοτενεκές της Εκκλησίας.
Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι με αυτούς δημιουργείται πρόβλημα συνταγματικό. Το 3 άρθρο του Συντάγματος λέγει ότι « η Ελλαδική Εκκλησία υπάρχει αναποσπάστως ηνωμένη δογματικώς μετά της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας». Την επιταγή αυτή του Συντάγματος την γνωρίζουν πολύ καλά οι παλαιοημερολογίτες, γιαυτό και κατηγορούν με μανία το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ότι « παρεξέκλινε δογματικώς» εφόσον δέχθηκε το νέο ημερολόγιο, παρουσιάζοντας την διαφορά των 13 ημερών ως δόγμα. Ισχυρίζονται μάλιστα ότι αυτοί είναι οι γνήσιοι ορθόδοξοι χριστιανοί ( Γ. Ο. Χ .), ενώ εμείς είμαστε οι ψεύτικοι, οι κάλπικοι, οι σκάρτοι.
Λίγο αργότερα οι παλαιοημερολογίται διασπάσθηκαν, χωρίσθηκαν σε δύο κομμάτια, σε δύο παρατάξεις, που συνεχώς μάλωναν μεταξύ τους και αυτές πάλι οι παρατάξεις κομματιάστηκαν ακόμη περισσότερο. Για το θέμα αυτό θα πούμε και λίγο παρακάτω.
Είναι αλήθεια, πως και οι ίδιοι αντελήφθησαν την αντικανονικότητά τους, γιαυτό και κατέφυγαν σε κάποια τεχνάσματα, για να καταστήσουν κανονική την χειροτονία τους και την παράταξή τους. Και οι δύο παρατάξεις χωριστά η μία από την άλλη προσέφυγαν στους Ρώσους της διασποράς και ζήτησαν να …ξαναχειροτονηθούν, για να επιτύχουν την κανονικότητά τους. Μα μέχρι τώρα εκόπτοντο ότι αυτοί είναι οι κανονικοί και οι γνήσιοι, πώς τους ήρθε και ζητούν χειροτονία; Εκτός αυτού, όταν ένας κληρικός καθαιρεθεί οριστικά και τελεσίδικα δεν μπορεί να ξαναχειροτονηθεί. Αυτό που επενόησαν και έπραξαν είναι αδιανόητο. Κατέφυγαν στους Ρώσους, για να χειροτονηθούν. Αναγκάζονται να το κάνουν, παρ’ ότι προηγουμένως δεν είχαν με αυτούς κοινωνία ποτηρίου. Τους θεωρούσαν και αυτούς αντικανονικούς. Ξέρετε δε ποιο είναι το κωμικό ή το τραγικό γιαυτούς; Η Ρωσική Εκκλησία έχει ενορίες άλλες με το νέο και άλλες με το παλαιό ημερολόγιο. Έχει πλήρη εκκλησιαστική κοινωνία με όλες τις Εκκλησίες που ακολουθούν το νέο ημερολόγιο. Και μάλιστα ο ένας από τους δύο Ρώσους Αρχιερείς που τους εχειροτόνησαν ακολουθούσε το νέο ημερολόγιο!! Συγχωρέστε μου για την φράση, γύρισαν και έφαγαν τον εμετό τους.
Εδώ έχουμε και άλλο πρόβλημα, άλλο λάθος μέγα και παράβαση των Ιερών Κανόνων, για την τήρηση των οποίων κόπτονται. Από το Ιερό Πηδάλιο γνωρίζουμε, πως οι υπερόριες χειροτονίες είναι άκυρες. Ο 35ος Κανών των Αγίων Αποστόλων λέγει: « Ο Επίσκοπος να μη τολμά να κάνει χειροτονίες έξω από τα όρια της επισκοπής του, σε χώρες που δεν υπάγονται σ’ αυτόν. Αν έχει την άδεια και την πρόσκληση του οικείου Μητροπολίτου μπορεί να κάνει τις χειροτονίες. Εάν όμως κάνει από μόνος του, χωρίς την άδεια του οικείου Αρχιερέως, τότε να καθαιρείται και αυτός που εχειροτόνησε και εκείνοι που χειροτονήθηκαν από αυτόν». Με άλλα λόγια, Ρώσοι επίσκοποι δεν μπορούσαν να χειροτονήσουν επισκόπους της Ελληνικής επικρατείας. Τα ίδια ορίζουν και οι κανόνες των Συνόδων Αντιοχείας, Σαρδικής και Καρθαγένης.
Τώρα τίθεται το ερώτημα: Οι παλαιοημερολογίται που βρίσκονται στην Ελλάδα τι είναι; Σχισματικοί, αιρετικοί ή αποτελούν παρασυναγωγή;
Πρώτα-πρώτα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν αιρετικοί, διότι δεν διαφέρουν καθόλου στο Ορθόδοξο Δόγμα. Είναι σχίσμα; Πρέπει να γνωρίζουμε ότι σχίσμα είναι η ηθελημένη αποκοπή από την καθ’ όλου Εκκλησία. Η απομάκρυνσις από τους επισκόπους, από την ενιαία διοίκηση τοπικής Εκκλησίας και ο αυθαίρετος σχηματισμός άλλης εκκλησίας, που έχει ξεχωριστή διοίκηση και ιεραρχία. Εδώ βλέπουμε, ότι για την ύπαρξη σχίσματος πρέπει να υπάρχει επίσκοπος ή επίσκοποι. Το 1935 αποσχίσθηκαν τρείς ιεράρχαι μαζί με κάποιους χριστιανούς. Αποσχίσθηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος, όσο και από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Επομένως έχουμε κανονικότατο το έγκλημα του σχίσματος. Μετά την καθαίρεση όμως εκείνων που είχαν κανονική αρχιερωσύνη, έπαυσε να υφίσταται το σχίσμα, εφόσον δεν υπάρχει πλέον επίσκοπος. Χωρίς επίσκοπο δεν έχουμε Εκκλησία, λέγει ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος. « Όπου ο Επίσκοπος εκεί και η Εκκλησία». Σήμερα όλες οι παρατάξεις των παλαιοημερολογιτών δεν έχουν επίσκοπο, διότι οι υπάρχοντες είναι αντικανονικοί και καθηρημένοι. Είναι σαν να μη υπάρχουν. Είναι λαϊκοί, όχι κληρικοί και μάλιστα επίσκοποι.
Έτσι μετεβλήθησαν σε μία χριστιανική κοινότητα. Θα μπορούσαμε λοιπόν να τους κατατάξουμε σε παρασυναγωγή, εάν υπάρχουν ιερείς πρό του σχίσματος χειροτονημένοι, οι οποίοι ξέφυγαν από τα εκκλησιαστικά δικαστήρια και δεν καθαιρέθηκαν, πράγμα για σήμερα πολύ απίθανο.
Κληρικοί με το παλαιό ημερολόγιο, αν θέλουν να προσχωρήσουν στην κανονική Εκκλησία, χειροτονούνται κανονικά εφόσον η χειροτονία τους ήταν άκυρη και ανυπόστατη.
Εδώ άς πούμε κάτι ακόμη, που πρέπει ιδιαίτερα να προσέξει η Ελληνική Πολιτεία, γιατί δημιουργείται θέμα νομικό με τους παλαιοημερολογίτες επισκόπους. Μετά την εκλογή και χειροτονία τους οι Αρχιερείς πηγαίνουν στον ανώτατο άρχοντα, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και δίνουν την διαβεβαίωση, ότι θα εφαρμώσουν τους Ιερούς Κανόνες και τους Νόμους της Πολιτείας. Αν δεν γίνει αυτό, δεν τους αναγνωρίζει το Κράτος και δεν έχουν ισχύ οι διοικητικές πράξεις τους. Οι παλαιοημερολογίται επίσκοποι χωρίς αυτήν την διαβεβαίωση και χωρίς την αναγνώριση της χειροτονίας των, πώς εκδίδουν πράξεις διοικήσεως, γάμων, βαπτίσεων κλπ ;
Τέλος, πώς έχει η σημερινή κατάστασίς.
Σήμερα οι παλαιοημερολογίται στην Ελλάδα δεν ξεπερνούν τις εξήντα χιλιάδες ( 60.000) . Υπάρχει μία φθίνουσα τάσις. Όλο και λιγοστεύουν, αφού τα παιδιά τους σε μεγάλο ποσοστό δεν επιθυμούν να ακολουθήσουν το πάτριο ημερολόγιο. Γιαυτό οι πιο φανατικοί επιδίδονται σε προσηλυτισμό. Αγωνίζονται με απειλές και φοβέρες για κόλαση, να παρασύρουν κάποιους αφελείς στην παράταξή τους. Για να πούμε όμως και του στραβού το δίκαιο, κάποιοι από αυτούς είναι ενάρετοι, έχουν ευλάβεια μεγάλη και αγωνίζονται να ζήσουν ζωή ευαγγελική, ανώτερη από εμάς. Δυστυχώς πρέπει να θυμηθούμε αυτό που λέγει ο απ . Παύλος , « ουδείς στεφανούται, εάν μη νομίμως αθλήση». Έλεγε και ο μακαριστός π. Παϊσιος, «είναι φοβερό, να κουράζεται κανείς και να κολάζεται». Να προσπαθεί, να αγωνίζεται, να κουράζεται , μα να μη ωφελείται, στο τέλος να κολάζεται και να κατακρίνεται.
Οι παρατάξεις τους επισήμως σήμερα είναι εννέα. Υπάρχουν και πολλοί ανεξάρτητοι. Και κάθε λίγο και λιγάκι αναφύονται και άλλες. Αιτία των αποσχιστικών αυτών τάσεων είναι η πεπλανημένη και διεστραμμένη εκκλησιολογία τους. Είπαμε πιο μπροστά ότι δεν αναγνωρίζουν καμιά Ορθόδοξη Εκκλησία ούτε και από εκείνες που ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο. Αλλ’ούτε και αναγνωρίζονται από αυτές, μάλλον κατακρίνονται. Αλληλοκατηγορούνται μεταξύ τους οι διάφορες παρατάξεις, αλληλοκαθαιρούνται και αναθεματίζονται. Άκρη δεν βγάζουμε.
Επανέρχομαι στη συζήτηση με τον παλαιοημερολογίτη, που είχαμε στο Άγιο Όρος. Δεν μου λές, του είπα. Έστω ότι θέλω να πάω με το παλαιό ημερολόγιο. Για πές μου, με ποια παράταξη να πάω; Αν έρθω με σας, θα με καθαιρέσουν οι άλλοι. Αν ακολουθήσω τους άλλους, θα με καθαιρέσετε εσείς. Δεν είναι λοιπόν καλύτερα να μείνω εδώ που είμαι και να έχω το κεφάλι μου ήσυχο; ο καημένος έβαλε κάτω το κεφάλι και δεν ήξερε τι να πεί.
Τα άνευ λόγου εσωτερικά σχίσματά τους αποδεικνύουν και το αβάσιμο του σχίσματός τους από την Εκκλησία. Η άνεση με την οποία χαρακτηρίζουν τους άλλους του παλαιού ημερολογίου ως αιρετικούς, φανερώνει ότι έχουν χάσει προ πολλού την αίσθηση των εννοιών της αιρέσεως και του σχίσματος. Ο απλός λαός έχει περιέλθει σε σύγχυση, διότι διαρκώς ευρίσκεται σε διαφορετική παράταξη χωρίς να το γνωρίζει, χωρίς να το αντιλαμβάνεται, αλλά και δίχως να το επιθυμεί.
Κάθε ομάδα πιστεύει ότι αυτή είναι η μόνη εκκλησία του Χριστού!! Με αποτέλεσμα να γίνωνται και μεταξύ τους αναμυρώσεις. Πολλοί κληρικοί και λαϊκοί μεταπηδούν πολύ εύκολα από την μία παράταξη στην άλλη. Διασπώνται τόσο εύκολα, ώστε αυτοί οι λεγόμενοι ζηλωταί να είναι, κατ’αναλογία, πολύ περισσότερο διασπασμένοι ακόμη και από τους προτεστάντες.
Ο Ματθαίος δύο φορές απεκήρυξε τους δύο τότε ομόφρονάς του αρχιερείς για επουσιώδη ζητήματα. Στη συνέχεια, εφόσον είχε μείνει μόνος εχειροτόνησε μόνος του πολλούς επισκόπους, το 1948 παραβαίνοντας τους ι. Κανόνες. Τον 1ο Αποστολικό, τον 4ο της Α΄Οικουμενικής Συνόδου και τον 3ο της Εβδόμης.
Σκεφθείτε, ότι κάποιοι παλαιοημερολογίται θεωρούν και τους αγιορείτες ακόμη ως εχθρούς του Θεού, εκτός της Εκκλησίας και της σωτηρίας. Οι υποτιθέμενοι επίσκοποί τους στην Ελλάδα ξεπερνούν τους 50. Οι μισές ομάδες είναι χειροτονημένες από ένα ή από ανύπαρκτους αρχιερείς.
Σήμερα αυτοί οι «κανονικοί» και γνήσιοι ορθόδοξοι δέχονται «αιρετικούς» λαϊκούς με το νέο ημερολόγιο σε συμπροσευχή στις εκκλησίες τους και τους κοινωνούν, τους δίνουν αντίδωρο και άλλα πολλά, που παλαιοτέρα με κανένα τρόπο δεν έκαμναν. Προσκαλούν «αιρετικούς» νεοημερολογίτες επισήμους ,βουλευτάς και άλλους, στα πανηγύρια τους, όπως π.χ. στα Θεοφάνια και συναγωνίζονται ποια παράταξη θα έχει μεγαλύτερο αριθμό επισήμων.
Τελικά θα πρέπει να τους ρωτήσουμε. Εμείς με το νέο ημερολόγιο είμαστε αιρετικοί ή δεν είμαστε; Αν είμαστε, πως καταδέχτηκαν να χειροτονηθούν από «αιρετικούς» και εκτός Εκκλησίας Επισκόπους;΄Αρα στερούνται χειροτονίας και ιερωσύνης. Αν δεν είμαστε αιρετικοί, τότε οφείλουν να επιστρέψουν στην Κανονική Εκκλησία εν μετανοία.
Όταν οι ίδιοι οι παλαιοημερολογίται θεωρούν τους άλλους του παλαιού ημερολογίου αιρετικούς και αντικανονικούς, εμείς για ποιο λόγο να τους θεωρήσουμε κανονικούς; Όταν οι ίδιοι οι ζηλωταί πιστεύουν ότι οι άλλοι ζηλωταί δεν έχουν ιερωσύνη και αποστολική διαδοχή, εμείς γιατί να τους θεωρήσουμε κανονικούς;
Αγαπητοί μου,
Τελειώνοντας θέλω να τονίσω ότι δεν χρειάζεται να αμφιβάλουμε για την κανονικότητα της Εκκλησίας ,μέσα στην οποία βρισκόμαστε και ανήκουμε. Εμείς είμαστε εν τάξει. Εκείνοι βρίσκονται σε λάθος δρόμο. Άς ευχηθούμε , να τους φωτίσει ο Θεός και να επιστρέψουν. Να σωθούν και αυτοί, κανείς να μη χαθεί. Άς προσέξουμε, μη παρασυρθούμε ποτέ και από κανένα και βγούμε εκτός Εκκλησίας. Έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία. Αυτοί που αυτοτιτλοφορούνται γνήσιοι ορθόδοξοι, κατάφορα και ασύστολα παραβιάζουν τους ι. Κανόνες. Δεν επιτρέπεται ούτε στις εκκλησίες τους να πάμε, ούτε στα μοναστήρια τους, ούτε να συμμετάσχουμε στα μυστήριά τους. Δεν κοινωνούμε στις λειτουργίες τους, δεν βαπτίζουμε στις εκκλησίες τους τα παιδιά μας, δεν ερχόμαστε εις γάμου κοινωνία με αυτούς, εκτός και κανονικά ενταχθούν στην επίσημη Εκκλησία. Οι ι. Κανόνες αντιμετωπίζουν τους σχισματικούς, όπως ακριβώς και τους αιρετικούς. Αυτό πρέπει να κάνουμε κι’ εμείς σαν πιστά και φρόνημα και υπάκουα τέκνα της Εκκλησίας.
Άς ακολουθούμε λοιπόν πιστά την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Άς υπακούωμε πρόθυμα σ’ αυτήν και θερμή άς βγαίνει από τα χείλη μας και την καρδιά μας η προσευχή: Ο Θεός , που είναι το Φώς το αληθινό, να σκορπίζει πλούσια σε όλους τον φωτισμό Του, « ίνα το αυτό λέγωμεν πάντες και μη ή εν ημίν σχίσματα». Να δώσει ο Θεός, να έρθει εκείνη η αγία και μεγάλη ημέρα, πού όλοι οι πλανεμένοι θα επιστρέψουν και θα γίνουμε μία ποίμνη με ένα Ποιμένα, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Αμήν.
Πηγή