Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

Το «κούρεμα» του εξωτερικού χρέους τα χρόνια του Όθωνα

Η Ελλάδα αποκλεισμένη από τις διεθνείς χρηματαγορές επιχειρεί μάταια να έρθει σε συμβιβασμό με τους ξένους δανειστές και ομολογιούχους
Η Ελλάδα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1870 ήταν αποκλεισμένη από τις διεθνείς χρηματαγορές. Οι τυπικοί οικονομικοί λόγοι ήταν οι στάσεις πληρωμών το 1827 και 1843. Οι εκκρεμότητες , δηλαδή, με τους ομολογιούχους των ληστρικών δανείων της ανεξαρτησίας, αλλά και η αποπληρωμή του δανείου των 60 εκατ. φράγκων, που πήρε ως «προίκα» ο Όθων, σε τρεις δόσεις. Σύμφωνα με τους όρους του τελευταίου, η καταβολή των τοκοχρεολυσίων είχε «απόλυτη προτεραιότητα».


Οι Τρεις Εγγυήτριες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) απαγόρευαν τη σύναψη κάθε εξωτερικού δανείου, όσο δεν διευθετούνταν οι δύο υποθέσεις. Με δεδομένη, όμως, την οικονομική κατάσταση του Ελληνικού Βασιλείου οποιαδήποτε αποπληρωμή κατόπιν συμβιβασμού προϋπέθετε τη σύναψη δανείου. Φαύλος κύκλος. Έτσι, το ονομαστικό εξωτερικό χρέος της Ελλάδας παρέμενε αμετάβλητο (περίπου 130 εκατ. φράγκα).

Διακανονισμός
Ο μόνος διακανονισμός, μετά τη στάση πληρωμών του 1843 για τα τοκοχρεολύσια του οθωνικού δανείου, είχε επιβληθεί στην Ελλάδα από την ευρωπαϊκή τρόικα το 1859. Η ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε να πληρώνει το χρόνο για το δάνειο, που είχαν εγγυηθεί, το ποσό των 900.000 γαλλικών φράγκων. Μάταια πρότεινε η τότε κυβέρνηση να περιοριστεί το ποσό στις 300.000.

Το εξωφρενικό εκείνης της αναγκαστικής συμφωνίας δεν ήταν τόσο το ύψος της δόσης, όσο ότι δεν διευκρινιζόταν αν πρόκειται για πληρωμή των τόκων ή των τοκοχρεολυσίων. Ένα «μυστήριο», που δεν μπορούσαν να εξηγήσουν ούτε οι υπουργοί Οικονομικών τις επόμενες δεκαετίες.

Πολύ αργότερα -το 1898- θα αποκαλυφθεί ότι υπήρχε μυστικό πρωτόκολλο, σύμφωνα με το οποίο η λεόντεια μερίδα καταβαλλόταν για τους τόκους. Έτσι κι αλλιώς, οι δόσεις θα εξακολουθούν να επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό ως και την πρώτη δεκαετία του 1900.

Ο τελικός απολογισμός εκείνου του περίφημου δανείου θα είναι ισάξιος με τα «δάνεια της συμφοράς» της δεκαετίας του 1820. Η Ελλάδα πήρε ψιχία σε ρευστό και πλήρωσε πολλαπλάσια των δανειακών κεφαλαίων.

Πριν δοθεί η «λύση» του 1859 από τριμελή επιτροπή των Μεγάλων Δυνάμεων, που μελέτησε το θέμα, οι οθωνικές κυβερνήσεις είχαν επιχειρήσει να σπάσουν τον ασφυκτικό αποκλεισμό από τις διεθνείς χρηματαγορές. Ενώ οι Τρεις Δυνάμεις και ειδικά η Βρετανία, απειλούσαν ακόμη και με στρατιωτική επέμβαση, επί πρωθυπουργίας Κωλέττη το 1847, διατυπώθηκε η πρώτη αξιόλογη πρόταση διακανονισμού.

Σύμφωνα με αυτή η Ελλάδα θα πλήρωνε το 1/3 των τόκων το 1848, ύστερα από πώληση εθνικών γαιών. Το ετήσιο ποσό της αποπληρωμής θα αυξανόταν προοδευτικά μέχρι το 1860. Τότε, υπολογιζόταν ότι η οικονομική κατάσταση θα επιτρέψει την καταβολή ολόκληρου του τοκοχρεολυσίου.

Στον προϋπολογισμό μάλιστα εκείνης της χρονιάς αναγράφτηκε και το σχετικό ποσό (περίπου 1,3 εκατ. δραχμές ίσο με το τρίτο των τόκων).

Δεν δόθηκε, όμως, σημασία στην πρόταση «διότι οι προστάτιδες Δυνάμεις δεν είχον εμπιστοσύνην ούτε εις την ειλικρίνειαν ούτε εις την τιμιότητα των δηλώσεων Κωλέττη».

«Ουδέ λεπτό»
Πράγμα, άλλωστε, που επιβεβαιώθηκε με τα δικά τους κριτήρια, αφού το 1848 δεν καταβλήθηκε «ουδέ λεπτό», όπως σημειώνει στην ιστορία των εθνικών δανείων ο Α. Ανδρεάδης, που προσθέτει: «Τα δε ακόλουθα έτη έπαυσε μάλιστα να γίνηται λόγος εν τω προϋπολογισμώ και του χρεωστουμένου κεφαλαίου, το οποίον επί τινα έτη ανεγράφετο ως απόδειξις ότι η Ελλάς δεν εννόει ν΄ αρνηθή τας υποχρεώσεις αυτής». Μετά το θάνατο του Κωλέττη προς την ίδια κατεύθυνση θα κινηθεί και η κυβέρνηση Κριεζώτη. Σε ένδειξη καλή θέλησης θα προθυμοποιηθεί να καταβάλει από το 1852 μέρος των τόκων, αλλά δεν βρήκε ανταπόκριση.

Αυτή ήταν η δεύτερη συγκεκριμένη νεοελληνική πρόταση, μετά από κείνη του Καποδίστρια το 1829, για «αναδιάρθρωση» του εξωτερικού ελληνικού χρέους.

Αναγκαστικός και ετεροβαρής διακανονισμός

Ο αναγκαστικός διακανονισμός του εξωτερικού χρέους το 1859, με σημερινή ορολογία, συνιστούσε μια απροσδιόριστη επιμήκυνση του χρέους, χωρίς «κούρεμα». Απλώς επιμερίζονταν τα τοκοχρεολύσια σε μεγαλύτερο χρόνο και πέραν της απόσβεσης του δανείου των 60 εκατ. φράγκων του 1832 (αρχικά αυτή τοποθετούνταν το 1871). Ούτε και οι ελληνικές κυβερνήσεις διεκδικούσαν διαγραφή μέρους του χρέους. Επιδιώκανε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο περιορισμό της ετήσιας δόσης των τοκοχρεολύσιων. Αλλά και τη δυνατότητα να έρθουν σε κάποιο συμβιβασμό με τους ομολογιούχους των δανείων της ανεξαρτησίας. Οι τελευταίοι ήταν ο «κακός δαίμονας» της εικόνας της Ελλάδας μετά τις στάσεις πληρωμών.

Το τελευταίο ήταν προϋπόθεση για την έξοδό της στις ευρωπαϊκές χρηματαγορές Προϋπόθεση, όμως, για κάθε συμφωνία με τους ξένους δανειστές αποτελούσε είτε η σύναψη νέου δανείου, που αποκλειόταν, είτε η δυνατότητα να καταβάλλεται κάποιο ποσό από τα κρατικά έσοδα. Το τελευταίο, όμως, απαγόρευαν οι Τρεις Δυνάμεις, καθώς «απόλυτη προτεραιότητα» είχε το δάνειο που είχαν εγγυηθεί (οι ίδιες καταβάλλανε κανονικά τα σχετικά τοκοχρεολύσια).

Μέσα σ΄αυτό το πλήρες αδιέξοδο οι κυβερνήσεις του Οθωνα τη μόνη διέξοδο που είχαν ήταν ο εσωτερικός δανεισμός. Με όρους ληστρικούς, κυρίως από την Εθνική Τράπεζα Ελλάδος μετά την ίδρυσή της. Αλλά και από άλλους ιδιώτες μ΄ εξευτελιστική εκποίηση δημόσιας περιουσίας. Αυτό, όμως, είναι άλλο μεγάλο θέμα...

Μία υπόθεση με παρελθόν δύο αιώνων

Η συγκυρία φέρνει στην επικαιρότητα μία άγνωστη εν πολλοίς πτυχή της ελληνικής οικονομικής ιστορίας. Πρόκειται για τις αναδιαπραγματεύσεις, αναδιαρθρώσεις ή όπως αλλιώς ονομαστούν, του εξωτερικού χρέους. Ενα άκρως ενδιαφέρον χρονικό, αφού οι συμβιβασμοί μεταξύ του νεοελληνικού κράτους και των ξένων δανειστών του, παρά τις κοσμογονικές αλλαγές από την ίδρυσή του ως σήμερα, περιστρέφονται γύρω από τον ίδιο πυρήνα.

Αυτός θα μπορούσε να συνοψιστεί με δύο όρους, που βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη: επιμήκυνση και «κούρεμα» του χρέους. Είτε πριν είτε μετά από τις χρεοκοπίες και στάσεις πληρωμών.

Αυτοί είναι οι δύο άξονες γύρω από τους οποίους κινείται η ιστορία της επαναδιαπραγμάτευσης του ελληνικού χρέους από τον Ι. Καποδίστρια τη δεκαετία του 1830 ως τον Κ. Καραμανλή και το Γ. Παπανδρέου τη δεκαετία του 1960.

Στα χρόνια του πρώτου Κυβερνήτη, όπως έχουμε δει το περασμένο Σάββατο, έγινε η πρώτη αποτυχημένη απόπειρα συμβιβασμού.

Από τότε θα επιχειρηθεί πολλές φορές ο διακανονισμός τόσο των δύο πρώτων δανείων, όσο και των άλλων κατοπινών πολλαπλάσιων χρεών. Κατά καιρούς, στη διάρκεια του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, θα εκδηλωθούν αρκετές προσπάθειες και θα επέλθουν προσωρινοί συμβιβασμοί μέχρι την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου το 1898. Τον επόμενο αιώνα, λίγο πριν και μετά την πτώχευση του 1932, αρχίζει ένας νέος κύκλος διαπραγματεύσεων για το εξωτερικό χρέος, που θα κλείσει αναγκαστικά με την έκρηξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Το πρόβλημα θα επανέλθει μετά την απελευθέρωση. Αλλά συμφωνίες για τη ρύθμιση των προπολεμικών χρεών θα υπογραφούν το 1962-64. Η ιστορία των δανείων έχει, λοιπόν, και μία παράλληλη μεγάλη ιστορία διαπραγματεύσεων για συμφωνίες αποπληρωμής του εξωτερικού χρέους. Αξίζει, επομένως, να δούμε από κοντά ορισμένες πτυχές της.

ΤΟΥ ΤΑΚΗ ΚΑΤΣΙΜΑΡΔΟΥ

Πηγή
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=13774&subid=2&pubid=91299148