Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

ΗΛΙΘΙΟΙ ΙΔΙΩΤΕΣ

Οταν κάποιος ρώτησε τον Βασιλιά της Σπάρτης Δημάρατο, γιατί οι Σπαρτιάτες θεωρούν άτιμους αυτούς που πετούν την ασπίδα τους και όχι αυτούς που πετούν τις περικεφαλαίες και τους θώρακες, αυτός απάντησε: 


"Γιατί τις περικεφαλαίες και τους θώρακες τους φορούν για δική τους προστασία, ενώ την ασπίδα την κρατούν για να υπερασπίσουν την από κοινού παράταξη."

Πλούταρχος (Αποφθέγματα Λακωνικά, 220 Α)
 
 
Η λέξη "idiot" που στα αγγλικά σημαίνει "ηλίθιος", χαρακτηρίζει όπως και στην Ελληνική τα άτομα χαμηλού νοητικού επιπέδου και προέρχεται από την Ελληνική λέξη Ιδιώτης.

Η λέξη "ιδιώτης" προέρχεται από τη λέξη "ίδιος" που σήμαινε στην αρχαιότητα ότι και σήμερα. Στα λατινικά μεταφέρθηκε ως "idiota" και αρχικά σήμαινε "μέσος άνθρωπος" ενώ αργότερα "αμόρφωτος, απαίδευτος άνθρωπος". Την ίδια σημασία (του αμόρφωτου ανθρώπου) είχε η λέξη αρχικά και στην Αγγλική γλώσσα, ενώ σήμερα σημαίνει απλώς ηλίθιος, δηλαδή άτομο πολύ χαμηλού νοητικού επιπέδου ενώ η ηλιθιότητα (idiocy) χαρακτηρίζει το προσόν του ηλίθιου δηλαδή τη μεγάλη βλακεία.

Ο Αριστοτέλης στα πολιτικά του χρησιμοποίησε τoν όρο "ιδιωτικός" για να περιγράψει τις προσωπικές υποθέσεις των πολιτών σε αντιδιαστολή με τον όρο "πολιτικός" που χρησιμοποίησε για να περιγράψει τις δημόσιες υποθέσεις (του δήμου, αυτό που ονομάζουμε σήμερα "τα κοινά").

Στην αρχαία Αθήνα σημαντικότερη αποστολή της πολιτείας ήταν η μετατροπή των ιδιωτών (των εγωκεντρικών ατόμων που ασχολούνταν με τις προσωπικές τους υποθέσεις) σε πολίτες (σε άτομα που ασχολούνται και συμμετέχουν στα κοινά). Θεωρούσαν ότι η ιδιότητα του ιδιώτη είναι μια φυσική ιδιότητα την οποία διαθέτουν όλοι οι άνθρωποι από τη φύση τους, ενώ η ιδιότητα του πολίτη είναι επίκτητο χαρακτηριστικό που διαμορφώνεται μέσω της παιδείας που παρέχει η πολιτεία. Συνεπώς το άτομο που παρέμενε "ιδιώτης"  ήταν άτομο απαίδευτο και αμόρφωτο, αφού δεν είχε εκπαιδευτεί επαρκώς στην ενασχόληση με τα κοινά. 

Σήμερα, το έργο της μετατροπής των "ιδιωτών" σε "πολίτες" μάλλον δε θεωρείται τόσο σημαντικό όσο στην αρχαιότητα. Στα σχολεία τα παιδιά μας, διδάσκονται οποιαδήποτε άλλη ανοησία, εκτός από το πως να γίνουν σωστοί και ωφέλιμοι για την κοινωνία πολίτες. Στα σχολικά προγράμματα, έχουν ενταχθεί μαθήματα όπως η  "οικιακή οικονομία" που μαθαίνει στα παιδιά πως να τακτοποιούν τα του οίκου τους (τα ιδιωτικά τους θέματα), και έχουν εξαιρεθεί μαθήματα όπως η "πολιτική οικονομία", ή η "πολιτική αγωγή" ή οποιοδήποτε άλλο μάθημα θα μετέτρεπε τους μαθητές σε ενεργούς πολίτες. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε καμία τάξη της δωδεκαετούς εκπαίδευσης των παιδιών μας δε διδάσκονται έργα των αρχαίων μας φιλοσόφων. Μια απλή ανάγνωση και ένας μικρός σχολιασμός των πολιτικών του Αριστοτέλη, θα ανέβαζε το επίπεδο πολιτικής μας παιδείας κατακόρυφα σε σχέση με το σημερινό. Αντί αυτού, η νεολαία μας εκπαιδεύεται πολιτικά ψηφίζοντας για την εκλογή του δεκαπενταμελούς συμβουλίου της τάξης και του σχολείου με διαδικασίες παρόμοιες με αυτές των εκλογών, ενώ μετά τις εκλογές, κανείς δεν ασχολείται με τα "κοινά" της τάξης ή του σχολείου, παρά μόνο αν δημιουργηθεί πρόβλημα στην ομαλή διοργάνωση της πενθήμερης εκδρομής. 

Η κατάσταση αυτή, έχει σαν αποτέλεσμα την παραγωγή "απαίδευτων" πολιτών, που φροντίζουν μόνο το ιδιωτικό τους συμφέρον, των οποίων η συμμετοχή στα κοινά περιορίζεται στην άσκηση του δικαιώματος ψήφου και οι οποίοι ακόμα και όταν ψηφίζουν, το κάνουν με γνώμονα το ιδιωτικό τους συμφέρον και όχι το κοινό.  Και φυσικά, τέτοιοι πολίτες αδυνατούν να αντιληφθούν ότι το ωφέλιμο για την κοινωνία είναι ωφέλιμο και για τους ίδιους (αφού κι αυτοί οι ίδιοι είναι μέλη της κοινωνίας), αδυνατούν να δούν την προσωπική και οικογενειακή ευημερία τους στα πλαίσια μιας ευημερούσας κοινωνίας και επιδίδονται σε αυτό που η φύση τους προστάζει, το άνευ όρων κυνήγι επιβίωσης και επιβολής εξουσίας όπου όλα επιτρέπονται.

Η συμπεριφορά αυτή, όπως έλεγε και ο Αριστοτέλης, ταιριάζει σε ζώα μάλλον παρά σε ανθρώπους.

Στη ζούγκλα, ο φοροφυγάς και ο κλέφτης γίνονται "μάγκες" με βίλες και ακριβά αυτοκίνητα, ενώ τα υπόλοιπα "κορόιδα" που δεν έχουν τα "κότσια" να κάνουν "μαγκιές", αλλά τόσα χρόνια πλήρωναν φόρους και εισφορές τώρα χάνουν το σπίτι και την περιουσία τους.

Η κοινωνία διαλύεται και κανείς δεν επαναστατεί.  Οχι τουλάχιστον μέχρι ο δικαστικός επιμελητής να χτυπήσει τη "δική μας" πόρτα για να  κατασχέσει το "δικό μας" σπίτι. Μέχρι τότε, μπορούμε να ελπίζουμε. Οτι η συμφορά δε θα χτυπήσει το δικό μας σπίτι. Οτι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Από μόνα τους. Η ότι κάποιος άλλος θα τα φτιάξει για εμάς. Ελπίζουμε ότι "εμείς" θα επιβιώσουμε, ακόμα κι αν χρειαστεί να πεθάνουν όλοι οι υπόλοιποι. Γιατί "εμείς" έχουμε καλό κράνος και θώρακα που αντέχουν στα χτυπήματα. Και μόνον αν δεν έρθουν έτσι τα πράγματα θα επαναστατήσουμε. Και τότε, θα επαναστατήσουμε για την "εργατική τάξη", για τα "ταξικά μας αδέρφια" και για οτιδήποτε άλλο εκτός από την διάλυση της κοινωνίας μας.

Και αυτό, γιατί όλοι μας πετάξαμε τις ασπίδες, φορέσαμε τις περικεφαλαίες και τους θώρακες, κρυφτήκαμε στα σκοτεινά και κανείς μας δε σκέφτεται ότι αν παραταχθούμε ενωμένοι σε φάλαγγα και πολεμήσουμε τον κοινό εχθρό όλοι μαζί, μπορούμε να νικήσουμε.

Κι όλα αυτά επειδή είμαστε ηλίθιοι ιδιώτες.


 
 
 
 
Διαβάστε περισσότερα...

Η Μυστική μας καταγωγή

Οι Αρχαίοι Έλληνες έλεγαν τον Γαλαξία «Γαλακτίτη Κύκλο» και «Ηριδανό Ποταμό» ή «Δρόμο του Διός». Πίστευαν ότι ο Γαλαξίας μας ήταν ο δρόμος που ακολούθησε ο ήρωας ΠΕΡΣΕΑΣ για να σώσει την ΑΝΔΡΟΜΕΔΑ, πάνω στον ΠΗΓΑΣΟ, δημιουργώντας με τον «καλπασμό» του άφθονη αστρική σκόνη. Η Ελληνική Μυθολογία είναι γεμάτη από θεϊκά όντα, που κατέρχονται στην Γη, για να πάρουν συζύγους. Όλες οι παραδόσεις των αρχαίων λαών ομιλούν για ουράνια φλεγόμενα άρματα που έφθασαν στην Γη από τα άστρα, καθώς επίσης για ανώτερες εξωγήινες υπάρξεις που χάρισαν στους ανθρώπους νόμους και όργανα, για να οικοδομήσουν τον πολιτισμό τους. Οι αρχαίες Ελληνικές δοξασίες ομιλούν για τον Τιτάνα Προμηθέα, που έδωσε στους ανθρώπους την «Φωτιά» από τους ουρανούς και έγινε ως εκ τούτου ο θεμελιωτής του ανθρωπίνου πολιτισμού. Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει ότι «ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΓΕΝΟΣ». Είναι οι «ΠΡΟΜΥΘΕΙΣ», που έφεραν το ΠΥΡ της Γνώσεως στα ανθρωποειδή της Γης, που μέχρι τότε ζούσαν σαν ζώα σε λαγούμια και βαθιές σπηλιές, όπως αναφέρει ο Αισχύλος στην τραγωδία του «Προμηθεύς Δεσμώτης»:

«Μα ακουστέ εδώ τις ταλαιπωρίες των ανθρώπων, που χωρίς μυαλό πρώτα, πλάσματα με νου και πνεύμα τους έκανα να είναι. Ψυχή είχαν, γιατί η Ψυχή των ανθρώπων προϋπάρχει. Μα και τα δώρα μου να δείτε τι καλόγνωμα που ήταν. Πρώτα, βλέποντας οι άνθρωποι, βλέπανε του κάκου και ακούοντας δεν άκουαν. Και όμοιοι με των ονείρων τους ίσκιους ανακάτευαν τα πάντα δίχως τάξη και ούτε τα πλινθόκτιστα σπίτια που προστατεύουν γνώριζαν, ούτε την τέχνη του ξύλου. Μα σε σκαφτές σπηλιές αυτοί ζούσαν σαν τα πολυκίνητα μυρμήγκια που στον άνθρωπο σε πολλά μοιάζουν, μες στ’ ανήλια βάθη των άντρων. Μα τα πάντα έπρατταν δίχως κρίση, ως την ώρα που των άστρων τους έδειξα τις ανατολές και τις δύσεις να ξεκρίνουν και την έξοχη τέχνη του αριθμού τους βρήκα και των γραμμάτων που ‘ναι η θύμηση όλων, η μνήμη, η εργατική μουσογεννήτρα. Και πρώτος στον ζυγό έζεψα τα ζώα, βοηθούς του ανθρώπου ιερούς, τους πιο βαριούς να πάρουν από τους μόχθους του, μα και αυτοί με αγάπη να τα βλέπουν. Το σπουδαιότερο είναι πως αν σ’ αρρώστια έπεφταν κανένα γιατρικό δεν είχαν να πιούν ή να αλείψουν, μα χωρίς γιατρειά αδυνάτιζαν, ώσπου τους έδειξα εγώ πάλι τα γιατρικά ν’ ανακατεύουν και όλες τις αρρώστιες να πολεμούν, τους διάφορους τρόπους της μαντικής τέχνης όρισα. Κοντολογίς, μ’ ένα λόγο μάθε το, όλες οι τέχνες από τον Προμηθέα στους θνητούς δόθηκαν».


ΣΤΗΝ ΑΧΛΥΝ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ 

Κατά (την Ιερά μας Παράδοση) την Μυθολογία μας, οι άνθρωποι ευρίσκοντο σε μια ζωώδη κατάσταση, πριν ο Προμηθέας φέρει σ’ αυτούς το Πυρ εξ ουρανού. Η ΒΙΑ (Χάος) κυριαρχούσε στον προηγούμενο κόσμο. Οι πρωτόγονοι άνθρωποι που προέκυψαν από τ’ αποκοπέντα γεννητικά όργανα του Ουρανού, που τα έκοψε με το τσεκούρι του ο Κρόνος, γεννιόνταν από την Γη, χωρίς γονείς και ζούσαν σαν ζώα σε λαγούμια. Ο Προμηθέας όμως, κατά κάποιον τρόπο πρόδωσε τους Τιτάνες και προσχώρησε στους ΘΕΟΥΣ (όπως ο θεός Ασσούρ, που αναφέρεται στα ασσυριακά κείμενα). Ξέκοψε από τους φυσικούς του συμμάχους και χρησιμοποίησε την πείρα του εναντίον τους. Ο Δίας εκμεταλλεύτηκε την προσχώρηση του Τιτάνα, για να εκθρονίσει τον Κρόνο και να τον ρίξει στα Τάρταρα. Ο Προμηθέας εν συνεχεία λυπήθηκε τους ανθρώπους που ήταν χωρίς λογική και τους χάρισε την ελπίδα της αιωνιότητας με την μεταφορά του ουρανίου Πυρός, που αντιστοιχεί με τον σπινθήρα της λογικής. 

Η θυσία του δεν πήγε χαμένη. Με την χρήση του πυρός επήλθε η ανάπτυξη του πολιτισμού. Ο Ζεύς όμως «οργίστηκε». Στον «Φίληβο» όμως δίδεται μια άλλη εξήγηση του Μύθου, όταν μας λέει ο Σωκράτης ότι οι ίδιοι οι Θεοί έδωσαν δώρο στους ανθρώπους την γνώση της αλήθειας, μαζί με το φωτεινό πυρ. Πολλοί ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα, ότι πάνω στη Γη, υπάρχουν δυο φυλές ανθρώπων. Μία γήινη και μια ουράνια, η οποία μετέφερε το πυρ της γνώσης και μετάλλαξε τα ανθρωποειδή που υπήρχαν και τα μετέβαλε σε σώφρονας ανθρώπους. (HOMO SAPIENS). Η ονομασία Έλληνες, απ’ ότι γνωρίζουμε από την Ιστορία, προέρχεται από τον Έλληνα, τον γιο του Δευκαλίωνος, ο οποίος με την σειρά του, ήταν γιός του Προμηθέως! Πριν τα χρόνια του Έλληνος δεν υπήρχε η ονομασία ΕΛΛΑΣ και έδιναν στην χώρα κατά τόπους το όνομα τους τα διάφορα προγονικά φύλα, που κατοικούσαν την πατρίδα μας, ως επί το πλείστον Πελασγοί! «Δοκει δε μοι, αλλά τα μεν προ Έλληνος του Δευκαλίωνος και παν ουδέ είναι η επίκλησις αυτή, κατά έθνη δε άλλα τε και το Πελασγικόν επί πλείστον εφ’ εαυτών την επωνυμίαν παρέχεσθαι».

Αποκωδικοποίηση Ελληνικής Μυθολογίας

Σύμφωνα με την πινακίδα του Ιδαλίου της Κύπρου, που αποκρυπτογραφήθηκε πρόσφατα με την μέθοδο Chandwick, οι Μόες – Ελλοί (Έλληνες) ήρθαν στην Γη από τον Σείριο (που νοείται αποικία του η Γη), με αρχηγό τους τον Μίνωα και δίδαξαν τις τέχνες και τον πολιτισμό. Στην αρχή είχαν αιθέρια μορφή (Χρυσούν Γένος), αλλά μετά που αναμείχτηκαν με τους κατοίκους της γης, απέκτησαν υλική υπόσταση (δερμάτινους χιτώνες). Ο Μίνωας και ο Προμηθέας ταυτίζονται, μια και οι δυο είχαν γυιό τους τον Δευκαλίωνα, δηλαδή τους Ελλούς, που ήλθαν με την Λάρνακά τους (κιβωτό – σκάφος) στην Γη, μεταφέροντας το ουράνιο Πυρ στους γήινους. Έκτοτε έμειναν σταυρωμένοι στο γήινο περιβάλλον. Ο σταυρός που βρέθηκε χαραγμένος μαζί με άλλα Ελληνικά σύμβολα (όπως ο μαίανδρος και το οκτάκτινο αστέρι), σε όλα τα αρχαία μνημεία της Γης, έγινε έμβλημα τους και δήλωνε το εκπολιτιστικό έργο τους. Είναι η φυλή των Ελλήνων, οι Προμηθείς, που δέθηκαν μεταξύ Ουρανού και Γής. Πολέμησαν με τους Άτλαντες και τους Κρόνιους δαίμονες, που είχαν έμβλημά τους την Σελήνη (μισοφέγγαρο) κατά την Τιτανομαχία.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΗΤΑΝ ΚΟΣΜΙΚΟΣ, αφορούσε την Γη και το Διάστημα!

Βιβλιογραφια: Ελένη Ζωγραφίδου Δάγιου: «Η Λύτρωση του Προμηθέα», «οι Αργοναύτες επιστρέφουν», εκδόσεις «Ιδεοθέατρον» - Αισχύλου: «Προμηθεύς Δεσμώτης» - Πλάτωνος: «Άπαντα». Επιμέλεια Ελένης Ζωγραφίδου Δάγιου, Περιοδικό «Ιερά Ελλάς», τεύχος 25ο, σελ. 40.

ΕΝΝΕΑ ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ

Πηγή

Διαβάστε περισσότερα...

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ (ΠΡΟΣ)ΕΥΧΗ ΠΡΟΣ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΒΑΘΜΙΔΕΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ – ΠΡΟΚΛΟΣ

«(Προσ)εύχομαι σε όλους του Θεούς και τις Θεές να καθοδηγήσουν το νου μου στην μελέτη που έχω αναλάβει και, αφού ανάψουν μέσα μου το λαμπερό φως της αλήθειας, να διευρύνουν την διάνοιά μου για την ίδια την επιστημονική γνώση των όντων και να ανοίξουν τις πύλες της ψυχής μου προς υποδοχή της ένθεης υφηγήσεως του Πλάτωνος. Και αφού προσορμίσουν τη γνώση μου στο πιο λαμπερό μέρος της αληθινής ύπαρξης, να με κρατήσουν μακριά από τις δοκησισοφίες και την περί τα μη όντα πλάνη μέσω της νοητικότατης διατριβής με τις αληθινές υπάρξεις, που είναι οι μόνες από τις οποίες τρέφεται και ποτίζεται το όμμα της ψυχής, όπως λέει ο Σωκράτης στον «Φαίδρο, 246.e – 251.b».


Και ζητώ από τους νοητούς θεούς να μου χαρίσουν τέλειο νου, από τους νοητικούς θεούς ανυψωτική δύναμη, από τους υπερουράνιους ηγεμόνες του σύμπαντος ενέργεια ανεξάρτητη και απαλλαγμένη από τις υλικές γνώσεις, από τους εγκόσμιους θεούς ζωή αναπτερωμένη, από τις χορείες των Αγγέλων αληθινή αποκάλυψη των θείων, από τους αγαθούς Δαίμονες συμπλήρωση με την επίπνοια των θεών, και από τους Ήρωες μεγαλόπνοη, επιβλητική και υψηλή διάθεση. Και από όλα γενικά τα θεϊκά γένη να με προετοιμάσουν πλήρως για την μετουσία στην πλέον εποπτική και μυστική θεωρία του Πλάτωνα, η οποία μας αποκαλύπτει ο ίδιος στον «Παρμενίδη» με το βάθος που ταιριάζει στο θέμα του, και την οποία ανέπτυξε με τις καθαρότατες σκέψεις του εκείνος που υπήρξε αληθώς συμβακχεύσας του Πλάτωνα, εκείνος που συμπληρώθηκε πλήρως από την θεϊκή αλήθεια και κατέστη για εμάς οδηγός αυτής της θεωρίας και όντως Ιεροφάντης τούτων των θεϊκών λόγων. 
Για αυτόν εγώ θα έλεγα ότι ήρθε στους ανθρώπους σαν πρότυπο της Φιλοσοφίας προς ευεργεσία των ψυχών που βρίσκονται εδώ κάτω, ως ανταπόδοση για τα αγάλματα, για τους ναούς, για την ίδια την αγιστεία [1] (λατρεία) στο σύνολό της, αρχηγός της σωτηρίας για τους ανθρώπους που ζουν τώρα και για όσους θα ζήσουν στο μέλλον. Έτσι όλες οι κρείττονες ημών δυνάμεις ας είναι ευνοϊκές και η εκ μέρους τους χορηγία ας είναι έτοιμη να μας φωτίσει με το αναγωγόν φώς τους».

(Βλ. Πρόκλος «Υπόμνημα στον Πλάτωνος Παρμενίδη, βιβλίο Α’, 619.25 – 620.27»).
[1] <Ἁγιαστία> = ἡ ἁγιωσύνη. ἀγιστεία δὲ διφθόγγῳ. (Βλ Λεξικό Σούδα). <Ἁγιστείας> = ἁγιωσύνης. καθαρότητος. λατρείας. (Βλ. Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus et sap 19b.7). <Ἁγιστεία> = ἁγιωσύνη· ἔστιν ἅγος, τὸ σέβασμα, καὶ ἐξ αὐτοῦ ἁγίζω, ἁγίσω, ὁ παθητικὸς παρακείμενος ἥγισμαι, τὸ τρίτον ἥγισται καὶ ἐξ αὐτοῦ ἁγιστός καὶ τὸ θηλυκὸν ἁγιστεία καὶ ἡ δοτικὴ τῶν πληθυντικῶν “ἁγιστείαις ἐσθ᾽ ὅτε καὶ μιαρωτάταις”. (Βλ. Μέγα Ετυμολογικό Λεξικό).


 Πηγή



Διαβάστε περισσότερα...

Αληθινή ιστορία: Νευροχειρούργος ξύπνησε από κώμα 7 ημερών-Δηλώνει πως υπάρχει ζωή μετά το θάνατο

Νευροχειρούργος του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, και ένας από τους εγκυρότερους…πρώην σκεπτικιστές για τη ζωή μετά τον θάνατο, ξύπνησε από κώμα 7 ημερών και μίλησε για την εμπειρία του…

Σε μια πολύκροτη εκπομπή του ABC channel που έσπασε σε θεαματικότητα κάθε ρεκόρ, ο καθηγητής Νευροχειρουργικής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ Εμπεν Αλεξάντερ περιέγραψε το «ταξίδι» του.
Στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, στα «κεντρικά» της Βοστόνης, με τους πιο έγκυρους του κόσμου νευροχειρούργους και νευροψυχίατρους για ομάδα θεραπόντων, οι νοσοκόμες εξέταζαν το σώμα του νευροχειρούργου Αlexander που είχε υποστεί βαριά βακτηριακή μηνιγγίτιδα, επανειλημμένως, ανοίγοντας τα βλέφαρα και φωτίζοντας τα μάτια του Alexander με τoν πιο εκτυφλωτικό φακό. “Βut nobody was there’, ανέφεραν διαρκώς κάθε μέρα επί μία εβδομάδα στο επίσημο ιστορικό.

Και ο ίδιος όμως ο κορυφαίος καθηγητής, από την ώρα που ξύπνησε, όπως και στην συνέντευξή του στο ABC, δηλώνει ότι «Δεν ήταν εκεί». Το Ταξίδι που πήγε στον Παράδεισο, επιμένει ότι ήταν Αληθινό.
Ο καθηγητής Νευροχειρουργικής του Χάρβαρντ, που ήδη εξέδωσε το βιβλίο του «Απόδειξη Παραδείσου», («Proof of Heaven»), απέδειξε, όταν επανήλθε στις αισθήσεις του- και τον πραγματικό χρόνο αυτής της ζωής-, ότι ο εγκέφαλος του δεν είχε καμία δυνατότητα ούτε να σκεφτεί, ούτε να ονειρευτεί, ούτε να θυμηθεί ή να σχηματίσει πλάνα και εικόνες, όπως αυτά που έφερε μαζί του ο Alexander γυρνώντας απ το κώμα!
Υποστηρίζει τώρα, ότι υπάρχουμε πέρα από το σώμα μας και γνωρίζουμε πέρα απ τον εγκέφαλο μας. Προτρέπει την σύγχρονη Επιστήμη να αλλάξει αντίληψη για την Αντίληψή μας, και περιγράφει τον παράδεισο…
«Δεν είχα γλώσσα, ούτε καμιά από τις γήινες αναμνήσεις μου. Δεν είχα αίσθηση του σώματος μου καθόλου, αλλά βρέθηκα σε μια κατάφυτη κοιλάδα από μια άλλη διάσταση, αλλά υπερ-πραγματική. Από έναν κόσμο, rich ultra-real world, όπως λέει, μιας Ασύλληπτα Σοφής Σύλληψης».
Ο καθηγητής νευροχειρουργικής του πιο έγκυρου στο κόσμο Κέντρου Γνώσης της Ιατρικής, του Χάρβαρντ, που λόγω ειδικότητας είναι ο καθ’ύλην αρμόδιος να γνωρίζει τις λειτουργίες, τα όρια και τους μηχανισμούς κάθε νευρώνα του ανθρώπινου εγκεφάλου, έχει ήδη αποδείξει με το παράδειγμα του, σε επιστημονικούς όρους ότι, η Εμπειρία κ η Ανάμνηση, με τις Εικόνες Ζωντανές αφότου ξύπνησε απ το κώμα, είναι απολύτως αδύνατον να συνέβησαν σε ανθρώπινο εγκέφαλο με τόσο μολυσματική βακτηριακή μηνιγγίτιδα η οποία είχε εξαφανίσει, από τον δικό του εγκέφαλο, κάθε επίπεδο γλυκόζης!

Ο Δρ. Αλεξάντερ εξήγησε στην εκπομπή του ABC το «περιστατικό του εαυτού του», λέγοντας ότι τα εγκεφαλογραφήματα έδειχναν απολύτως νεκρές τις περιοχές του εγκεφάλου που προσδίδουν συνείδηση, σκέψη, μνήμη και κατανόηση: «Γνωρίζω ότι πολλοί θα το αποδώσουν σε παραίσθηση, αλλά εγώ επιστημονικά αποδεικνύω ότι δεν ήταν ούτε όνειρο ούτε παραίσθηση, ούτε μυθοπλασίες, και προσωπικά γνωρίζω ότι Έχει συμβεί, αλλά Έξω από το Μυαλό μου».
«…Οι παραισθήσεις, στις οποίες αποδίδαμε ως σκεπτικιστές την εξήγηση από τις περιγραφές ασθενών με Επιθανάτιες Εμπειρίες, απαιτούν τη λειτουργία κάποιου ελάχιστου, βασικού να μη τι άλλο, συγχρονισμού στο φλοιό του εγκεφάλου. Στη δική μου περίπτωση, τα επίπεδα της γλυκόζης που με μια βακτηριακή μηνιγγίτιδα πέφτουν από 100 στο 80 – 60, και με μια επιθετική μηνιγγίτιδα φτάνουν στο 20, σε μένα είχαν φτάσει στο 1. Κανένας ασθενής δε θα θυμόταν τίποτα σ αυτά τα επίπεδα, ούτε ο εγκέφαλος θα ήταν ικανός να τα παράξει».
Στο πιο επιστημονικό Ταξίδι στο Παράδεισο που άκουσαν οι άνθρωποι ποτέ, ο δρ Αλεξάντερ περιγράφει: «Ήμουν μια κουκκίδα Επίγνωσης χωρίς να κουβαλάω καμία από τις γήινες εμπειρίες μου, ούτε το σώμα μου. Στην αρχή, (πριν φτάσω στον Παράδεισο) βρέθηκα ένα κατασκότεινο περιβάλλον με κάποιου τύπου “καλωδίωση’. Σαν να θυμάμαι ρίζες, και διακλαδώσεις, και εκεί νομίζω ότι έμεινα για πολύ καιρό, θα έλεγα, για χρόνια».
«Ελευθερώθηκα από εκείνο το πανέμορφο σπειροειδές λευκό φως που εξέπεμπε μια απίστευτα συγκλονιστική μελωδία που με εισήγαγε στη Φωτεινή Κοιλάδα…»
Σαν σκηνή από παιδικό παραμύθι ο Dr.Alexander θυμάται μια νεαρή γυναίκα να εμφανίζεται διάσπαρτα στον Χωροχρόνο («να τσουλάει μπροστά του στο χώρο και το χρόνο…») και χωρίς λόγια να του μιλά: «Με κοίταζε, και χωρίς καμία λέξη καταλάβαινα αμέσως ό,τι μου έλεγε, έπαιρνα το μήνυμα μόνο από το κοίταγμα της: «Είσαι αγάπη, είσαι εκλεκτός, δεν έχεις τίποτα να φοβάσαι…».
Κι όμως ναι, ο τόσο αυστηρός ακαδημαϊκά καθηγητής του Χάρβαρντ, θυμάται, και περιγράφει επιστημονικά στην μαρτυρία της δικής του Επιθανάτιας Εμπειρίας, Near-Death Experience, τη νεαρή γυναίκα να ίπταται πάνω σ’ ένα φτερό πεταλούδας!
Ενδιαφέρον έχει η περιγραφή του Αλεξάντερ για τον Θεό. Τον αντιλήφθηκε μέσα από μια σφαίρα κρυστάλλινου φωτός.
«Ο Θεός…», λέει χαρακτηριστικά, «ήταν μια απέραντη παρουσία αγάπης, ήταν το όλον της αιωνιότητας και της υπαρκτής συνείδησης. Αλλά ήταν αυτή η σφαίρα κρυστάλλινου φωτός ο απαραίτητος μετασχηματιστής, σαν ένας μεταφραστής που ήταν απαραίτητος για να υπάρξει το Άπλετο Φως του Θείου και Απίστευτου…»
Το ενδιαφέρον είναι ότι στα εξονυχιστικά τεστ αντιληπτότητας, μνήμης και κάθε άλλης εγκεφαλικής λειτουργίας που περίμεναν τον Δόκτορα όταν γύρισε από… το κώμα,- για τα γήινα-, του έδειξαν, αμέσως μόλις ξύπνησε στην ΜΕΘ (και αυτό χαρακτηρίζεται επιστημονικά απρόβλεπτο, ή και θαύμα, γιατί δεν υπήρχαν πιθανότητες ο εγκέφαλός του να επανέλθει) , και μια σειρά από φωτογραφίες γνωστών και άγνωστων στην ζωή του μέχρι πριν από το ατύχημα. Αναγνώρισε την βιολογική του αδελφή,- που ποτέ όσο ζούσε πριν το νοσοκομείο δεν είχε συναντήσει γιατί ήταν υιοθετημένος-, στο πρόσωπο της νεράιδας του απ τον Χωροχρόνο.
Τώρα, με πλήρως αποκατεστημένη την λειτουργία του εγκέφαλου του,- τόσο θεαματικά που σκίζουν πτυχία στο Χάρβαρντ!-, o Alexander προκαλεί, από το THINK-TANK της Γνώσης για τον Άνθρωπο όπου βρίσκεται, την επιστήμη, να αλλάξει κι αυτή με τη σειρά της, μυαλά!
«Είναι πια ξεκάθαρο για την Σύγχρονη Γνώση ότι πρέπει να αναποδογυρίσουμε το πλάνο και να το δούμε από την άλλη πλευρά» λέει. «Η συνειδητότητα υπάρχει σε μια πολύ πιο πλούσια μορφή, ελεύθερη και ανεξάρτητη από τον εγκέφαλο, γιατί πηγάζει από την συνείδηση των ψυχών μας οι οποίες είναι αιώνιες, και το γεγονός ότι η Επίγνωση, η Συνείδηση, η Ψυχή, το Πνεύμα μας, δεν εξαρτώνται από την ύπαρξη του εγκεφάλου στο φυσικό σύμπαν.
Στην πραγματικότητα η συνειδητότητα απελευθερώνεται σε πολύ πιο πλούσια επίγνωση όταν είμαστε εκτός…»

Dr Eben Alexander

 Πηγή









Διαβάστε περισσότερα...

Ο ανύπαρκτος φόβος μας [Βίντεο]

Δείτε το εκπληκτικό βίντεο με τα λόγια του Ινδού μυστικιστή Jaggi Vasudev.


















Πηγή 

Διαβάστε περισσότερα...

Στην αρχαιότητα η λέξη Δαίμων ήταν, ίσως, η πιο ευσεβής λέξη

Τον τελευταίο καιρό παρατηρείται έντονα το φαινόμενο της επικοινωνίας των ανθρώπων με άλλες οντότητες από διαφορετικές διαστάσεις και συχνότητες. Είναι άτομα που κατά την διάρκεια του ύπνου η του ξύπνιου τους, λαμβάνουν πληροφορίες για διάφορα θέματα από αιθερικες υπάρξεις. Ταυτόχρονα... διανύουμε τις τελευταίες αποφράδες μέρες της παλιάς εποχής και μπαίνουμε σε μία νέα εποχή αναγέννησης που θα κυριαρχεί το πνεύμα και εξέλιξη. ¨Λογικό είναι¨ ... θα σκεφτεί κάνεις, αφού η πνευματικότητα και η ενεργοποίηση των ανθρώπων βρίσκεται σε αύξουσα πορεία, άρα να δικαιολογείται και ένας τόσο μεγάλος αριθμός ¨ενδιάμεσων¨ μεταξύ του ορατού μας κόσμου και του αοράτου.
 

Είναι όμως όλες οι επικοινωνίες αληθινές?
Τι συμβαίνει με όλο αυτό το ¨ουράνιο συφερτο¨?
Εχουν όλες οι οντότητες ανιδιοτελείς προθέσεις?

Εμείς θα κάνουμε μία πιο σοβαρή προσέγγιση του θέματος με οδηγό τα αρχαία κείμενα των πρώτων μυημένων που άφησαν σε εμάς παρακαταθήκη για να προσέχουμε που ¨βαδίζουμε¨. συγκεκριμένα θα ασχοληθούμε με τα κείμενα ενός αρχαίου μύστη, του ιαμβλιχου και τις άποψής του περί ουράνιων δαιμόνων, θεοτήτων και επικλήσεων, τι σχέση πρέπει να έχει η ψυχή με όλα αυτά και ποσό προσεκτική πρέπει να είναι προσεγγίζοντας τόσο σοβαρά θέματα…..θα δείτε ποσό επίκαιρο είναι...
και ο κάθε ένας ας βγάλει τα συμπέρασμα του….

«…Γάρ αληθώς άρτι ελέγομεν περί των ειδώλων και των κακών δαιμόνων των υποκρινομένων την των θεών και των αγαθών δαιμόνων παρουσία, πολύ δήπου τι καταφαίνεται εντεύθεν επιρρέον το κακοποιόν φύλον, περί ο συμβαίνειν φιλέι η τοιάδε εναντίωσεις. Δίκαιον μέν γάρ άξιοι είναι τον θεραπεύοντα, διότι υποκρίνεται είναι οίον το θείον γένος. Υπηρετεί δε προς τα άδικα, διότι πέφυκεν είναι πονηρού».
ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ ¨ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ¨ κεφ. 7.
Απόδοση:
« Επειδή είναι αληθές αυτό που είπαμε πιο πάνω σχετικά με τα είδωλα και τους κακούς δαίμονες, ότι προσποιούνται την παρουσία των θεών και των αγαθών δαιμόνων, ακόμη περισσότερο εδώ φαίνεται να απορρέει ένα κακοποιό φύλο που συμβαίνει να αγαπά αυτή την εναντίωση. Διότι ένας κακός δαίμονας αξιώνει από τον θεραπευτή του να είναι δίκαιος, επειδή προσποιείται πως είναι από το θείο γένος, αλλά υπηρετεί τα άδικα και είναι πονηρός από την φύση».
Ο μυημένος στην ¨θεουργία¨ Ιάμβλιχος, μας λέει κάτι πολύ σημαντικό…πρέπει να προσέχουμε αυτούς που έρχονται σαν αγαθοί Θεοί η αγαθοί δαίμονες* διότι υπάρχουν κακοποιά φυλά δαιμόνων που μπορεί να εμφανιστούν σαν ¨αγαθοί¨ και μάλιστα να ζητήσουν από τον θεραπευτή (ενδιάμεσο) να είναι και αυτός δίκαιος για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του, άλλα να υπηρετεί το άδικο και το κακό γιατί είναι πονηρός (ο δαίμονας) από την φύση του. Συνεπώς ότι εμφανίζεσαι σαν φωτεινό ον και μιλάει με λογία αγάπης, ακόμη και όταν κάνει θεραπείες και θαύματα δεν είναι απαραίτητα φωτεινό και αγαθό, γιαυτό πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Ουσιαστικά (στα κείμενα του) δεν κατακρίνει την επικοινωνία και την προστασία της ψυχής από ανώτερες οντότητες άλλα επισημαίνει την προσοχή αυτού που επικαλείται τα διάφορα ονόματα οντοτήτων η θεοτήτων να είναι απολυτά σίγουρος πριν προβεί σε τέτοιες ¨επικλητικες πράξεις¨

*Στην αρχαιότητα η λέξη Δαίμων (αρσ. και θηλ.) ήταν, ίσως, η πιο ευσεβής λέξη. Παράγεται από το ρήμα ¨δαίω¨ που σημαίνει: ¨μοιράζω στον καθένα την τύχη του¨. Αν και συνυπήρχε με τη λέξη Θεός, εντούτοις, ο δαίμων αναφερόταν στην απρόσωπη και απροσδιόριστη δύναμη, ενώ ο θεός στην ανθρωπόμορφη θεϊκή οντότητα. Η έννοια του δαίμονος ισοδυναμούσε με την Μοίρα, την Ειμαρμένη .
Επίσης, στη λέξη Δαίμονα απέδιδαν την έννοια του φύλακα αγγέλου «κατά φύλακα δαίμονα». Απ' εδώ και η λέξη ευδαιμονία (ευτυχία), προσδιόριζε τον έχοντα την εύνοια του Δαίμονος.
ΣΥΝΕΧΕΙΑ…
«…Ούτος δη ουν ο δαίμων έστηκεν εν παραδείγμασί προ του και ψυχάς κατιέναι είς γένεσιν. Όν επειδάν έληται η ψυχή ηγέμονα, ευθύς εφέστηκεν ο δαίμων αποπληρωτής των βίων της ψυ΄χης εις το σώμα τε κατιόυσαν αύτην συνδεί προς το σώμα και το κοινόν ζώον αυτής επιτροπεύει ζωήν τε την ιδίαν της ψυχής αυτός κατευθύνει και όσα λογιζομεθα αυτού τας αρχάς ημίν ενδιδοντος διανοούμεθα πράττομεν τε τοιάυτα οία αν αύτος ημίν επί νουν άγη και μέχρι τοσούτου κυβέρνα τους ανθρώπους έως αν διά της ιερατικής θεουργίας θεόν έφορον επιστήσωμεν και ηγεμόνα της ψυχής. Τότε γάρ ή υποχωρεί τώ κρείττονι ή παραδίδωσι την επιστασίαν ή υποτάττεται ως συντελείν εις αυτόν, ή άλλον τινά τρόπον υπηρετεί αυτώ ως επαρχόντι».
ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ ¨ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ¨ κεφ. 21.
Απόδοση:
«…Αυτός λοιπόν ο δαίμονας υπάρχει ως παράδειγμα πριν ακόμη οι ψυχές κατέλθουν στην δημιουργία. Και όταν η ψυχή πάρει το δαίμονα της ως οδηγό της, ο δαίμονας αμέσως την ελέγχει, συμπληρώνει τις ζωές της και τη δένει με το σώμα όταν κατέβει. Και κυβερνά το κοινό ζώο της ψυχής, κατευθύνει την ιδιαίτερη ζωή της και δίνει τις αρχές όλων των σκέψεων και της λογικής μας. Ακόμα, κάνουμε τέτοια πράγματα όπως αυτός τα εισηγείται στο νου μας και συνεχίζει και συνεχίζει να μας κυβερνά μέσω της ιερατικής θεουργίας, μέχρι να αποκτήσουμε ένα θεό ως επόπτη και αρχηγό ψυχής. Διότι, τότε ο δαίμονας είτε υποχωρεί μπροστά στην ανώτερη φύση είτε παραδίδει την εποπτεία, είτε υποτάσσεται σε αυτή, συνεισφέροντας στην διακυβέρνηση ή υπηρετώντας με κάποιο άλλο τρόπο ως έπαρχος.

Εδώ μας αναφέρει τον τρόπο που ελέγχεται η ψυχή από τις ανώτερες δυνάμεις, μία άλλη οντότητα (δαίμων) έχει υπό την εποπτεία της την ψυχή και την καθοδηγεί σε όλη την διάρκεια της ζωής της και σε όλες τις καταστάσεις. Είναι αυτό που λέμε ¨φύλακας άγγελος¨ η ¨ανώτερος εαυτός¨. Οι αρχαίοι γνώριζαν την ύπαρξη αυτής ανωτέρας παρουσίας και προσπαθούσαν μαζί της να ολοκληρώσουν την ένσαρκη αποστολή της ψυχής. Όμως εδώ μας λέει και κάτι άλλο πιο σημαντικό… μπορούμε να αποκτήσουμε ¨Θεό επόπτη¨ η αρχηγό ψυχής. Και τότε ο ¨δαίμονας¨ υποχωρεί μπροστά στην παρουσία της θεότητας η συνεισφέρει μαζί της για να συνεχίσει το έργο της επάνω στην ψυχή. Εδώ υπάρχει πιθανότητα να έχει κάποιος τον ανώτερο εαυτό του σαν προστάτη και ταυτόχρονα να έχει και κάποια άλλα η οντότητα που τον επιτηρεί, οι οποία λειτουργεί σαν φύλακας άγγελος.
Όμως είναι ¨ασφαλές¨ για την ψυχή να επικαλείται κάποια θεότητα- οντότητα χωρίς να ξέρει τον τρόπο που θα το κάνει και χωρίς να γνωρίζει τις αληθινές προθέσεις της οντότητας…?

Με πιο τρόπο θα μπορούσε να γίνει αυτό χωρίς να κινδυνέψει η ψυχή…?

«…περί τον ιδίον δαίμονα, της μεν ως προς δύο της δε ως προς τρείς ποιουμένης την θεραπείαν. Αυτήν δ΄εστί πάσα διημαρτημένη…»
«…είς μεν ούν έστι καθ΄έκαστον ημών ο οίκειος προστάτης δαίμων, κοινόν δε η τον αυτόν ανθρώπων ου δεί αυτόν υπολαμβάνειν ούδ΄αύ κοινόν μεν ιδίως δε εκάστω συνόντα…»
«…Διά τι ούν κοινή κλήσει καλείται υπό πάντων; Ότι καθ΄ένα τον κύριον θεόν των δαιμόνων η κλήσις αυτών γίγνεται, ος εξ αρχής τε αφώρισε τους ιδίους δαίμονας εκάστοις και δη και εν ταις ιερουργούς αναφαίνει κατά την ιδίαν βούλησιν τους ιδίους εκάστοις…»
ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ ¨ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ¨ κεφ. 23.
Απόδοση:
«…σχετικά με τον προσωπικό δαίμονα κάποιοι κάνουν τελετουργίες καλώντας δυο και κάποιοι άλλοι τρείς δαίμονες. Όλο αυτό είναι λάθος!
«…υπάρχει λοιπόν στον καθένα μας ένας προσωπικός δαίμονας που μας προστατεύει αλλά δεν είναι σωστό να σκεφτούμε ότι αυτός ο δαίμονας είναι κοινός σε όλους τους ανθρώπους ούτε πως είναι κοινός, αλλά ότι είναι ιδιαίτερα παρόν σε κάθε άτομο ξεχωριστά.
«… Γιατί όμως ο προσωπικός δαίμονας καλείται από όλους τους ανθρώπους με τρόπο κοινό; Διότι η κλήση του επιτυγχάνεται μέσω ενός θεού που είναι κύριος των δαιμόνων που εξαρχής καθόρισε στον κάθε ένα τον προσωπικό του δαίμονα και τον αποκαλύπτει στις θεουργίες συμφωνά με την δική του βούληση…»
 Είναι λάθος συμφωνά με τον ιαμβλιχο να καλεί η ψυχή ταυτοχροναπολλους προστάτες ενώ έχει ήδη τον δικό της φύλακα. από την άλλη αναφέρει (στα κείμενα του) ότι αν η ψυχή επιθυμήσει να έχει παραπάνω από έναν φύλακα – οδηγό, τότε σίγουρα χρειάζεται προσοχή ποίον θα ζητήσει (για προστασία) ώστε να σιγουρέψει πρώτα ότι αυτή η οντότητα είναι αγαθή και οι προθέσεις τις αληθινές ( άγγελοι, αρχάγγελοι, άγιοι, Θεοί, η οντότητες που τους μιμούνται). Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την σωστή θεουργία και όχι από πρόχειρες και ανόητες επικλήσεις. Άραγε το γνωρίζουν τούτο, όλοι αυτοί που επικαλούνται τους νέο - εισαχθείς αγγέλους για προστασία και βοήθεια?

Είναι σίγουροι για τις προθέσεις των επικαλουμένων αγγέλων…?!
Η εποχή που ζούμε είναι πολύ περίεργη και ύποπτη, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής σε ότι ακούμε και βλέπουμε. Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ένα μεγάλο ποσοστό των εμφανιζομένων αγγέλων και φωτεινών υπάρξεων που ενδιαφέρονται (?) για την εξέλιξη μας, είναι απομιμήσεις κάποιων άλλων υπάρξεων, η εμφανίζονται με άλλες μορφές (νέων αγγέλων) που υπηρετούν (υποτίθεται) το κάλο. Είναι πολύ σημαντικό για όσους ασχολούνται με τέτοια θέματα να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί γιατί εδώ παίζεται ένας ¨τρομερός πόλεμος¨ με λάφυρο την ίδια την ψυχή!!!.

Κάποιοι έχουν μετατρέψει την θεϊκή επικοινωνία σε παιχνιδάκι που ανά πάσα ώρα και στιγμή έχουν ότι πληροφορία Θέλουν! Αυτό δεν είναι θεϊκή επικοινωνία (θεουργία), είναι πλάνη και ψέμα. Οι αληθινές ουρανογνωμες οντότητες είναι πανάγαθες και λειτουργούν με ανιδιοτέλεια και αγάπη. Δεν υπόκεινται στους γήινους κανόνες, ούτε έχουν τον ανθρωπινό τρόπο σκέψεις και πάνω από όλα είναι πάνσοφες. Αυτές οι θεϊκές υπάρξεις επικοινωνούν μονοοταν το επιλέξουν οι ίδιες, με άτομα που είναι καθαρά και αμόλυντα, που απέχουν από το ψέμα και την εκμετάλλευση, που δεν διαρρέουν τα άρρητα ούτε πλανεύουν τους αμύητους και πάνω από όλα με αυτούς που γνωρίζουν την «θεουργία»!

Άναξ Αυτόν

 Πηγή












Διαβάστε περισσότερα...

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

Το νόμισμα στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο

Η ιστορία του νομίσματος
Το χρήμα χρησιμοποιείται σε όλες τις εποχές προς όλες τις κατευθύνσεις και για όλους τους σκοπούς. Η από­κτησή του υπήρξε εδώ και πολλούς αιώνες μία από τις κύριες επιδιώξεις των ανθρώπων. Τα νομίσματα αποτελούν μια βασική μονάδα μέτρησης του χρήματος. Τα νομίσματα άλλαξαν, μεταβλήθηκαν, προσαρμόστηκαν στις εκάστοτε αλλαγές που προκάλεσαν ή προκλήθηκαν από διαφορετικές αιτίες παρακολουθώντας κοινωνικές, οικονομικές και ιστορικές συνθήκες.
Τα πρώτα νομίσματα κατασκευάστηκαν στη Μ. Ασία από ήλεκτρο, κράμα χρυσού και αργύρου, στα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα. Το πολύτιμο μέταλλο έδινε την αξία, το μικρό σχήμα το έκανε εύκολο στη μεταφορά, το σύμβολο της κάθε εκδί­δουσας αρχής, που προστέθηκε αργότερα, έδινε την εγγύηση για το βάρος και την αυθεντικότητά του.


Οι ελληνικές πόλεις διέδωσαν την χρήση του νομίσματος από την Ισπανία μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα. Χρησιμοποίησαν τα σύμβολά τους, ήρωες, θεούς, ζώα, φυτά κ.λπ., για να σηματοδοτήσουν τα νομίσματα. Έκοψαν νομίσματα κυρίως σε άρ­γυρο, καθώς αυτό ήταν το πολύτιμο μέταλλο στο οποίο είχαν ευκολότερη πρόσβαση. Στα τέλη του 5ου και κυρίως τον 4ο π.Χ. αιώνα κυκλοφόρησαν και χάλκινα νομίσματα για τις μικρές καθημερινές συναλλαγές.
Ο βασιλιάς Φίλιππος Β’ διέδωσε τη χρήση των χρυσών νομισμάτων, καθώς είχε πρόσβαση στα μεταλλεία χρυσού του Παγγαίου. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου Γ’ άρχισαν να απεικονίζονται ηγεμόνες και βασιλείς της κάθε περιοχής στα νομίσματα. Η παράσταση του ηγεμόνα αυτοκράτορα γίνεται το βασικό θέμα της εικονογραφίας στα ρωμαϊκά αυτοκρατορικά νομίσματα από τον 1ο π.Χ. έως τον 4ο μ.Χ. αιώνα.

 
Τα ρωμαϊκά νομίσματα διαδόθηκαν σε όλο το γνωστό κόσμο και κόπηκαν σε χρυσό, άργυρο και χαλκό. Στα βυζαντινά νομίσματα εκτός από τον αυτοκράτορα προστέθηκε και η απεικόνιση του θείου, ο Χριστός, το χέρι του Θεού, η Θεοτόκος, χριστιανικά σύμβολα, έγιναν παραστάσεις στην κύρια όψη του νομίσματος. Ένας Θεός και ένας αυτοκράτορας, η αντίληψη του βυζαντινού για τον κόσμο απεικονίστηκαν στα νο­μίσματα.
Ο βυζαντινός χρυσός σόλιδος επικράτησε από τον 4ο έως τον 11ο αιώνα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και πολύ πέρα απ’ αυτήν. Στη Δυτική Ευρώπη, νομίσματα χρυσά ακολούθησαν τα πρότυπα των ρωμαϊκών και βυζαντινών νομισμάτων. Από το 13ο έως και το 15ο αιώνα, το βενετσιάνικο νόμισμα θα επικρατήσει σ’ αυτήν την περιοχή. Στην Ευρώπη, τα χρυσά φιορίνια της Φλωρεντίας θα αποτελέσουν τη βάση των εμπορικών συναλλαγών στη διάρκεια του 14ου αιώνα.
Από το 15ο αιώνα στο Νέο Κόσμο που διαμορφώνεται με τις ανακαλύψεις, τα νέα κοιτάσματα και την άνθηση του εμπορίου εκδίδονται αργυρά και αργότερα χρυσά μεγάλα νομίσματα τα οποία θα κατακλύσουν τον κόσμο. Ισπανικά και αργότερα αυστροουγγρικά τάληρα θα κατακτήσουν τις αγορές και οι άλλες περιφερειακές δυνάμεις θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν στο σύστημα του ταλήρου.
Μετά τη γαλλική επανάσταση καθιερώθηκε πρώτα στη Γαλλία και στη συνέχεια σε μεγάλο μέρος του κόσμου το δεκαδικό σύστημα. Από το 19ο αιώνα διαδίδεται η χρήση των χαρτονομισμάτων. Σταματά η σχέση του νομίσματος με το πολύτιμο μέταλλο από το οποίο είναι κατασκευασμένο. Η κυκλοφορία των χαρτονομισμάτων ήταν μέχρι πρόσφατα εξαρτημένη από την επάρκεια χρυσού. Το τέλος αυτής της αντιστοιχίας σε πολύτιμο μέταλλο, είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξει η διεθνής οικονομία, και να σηματοδοτήσει την παγκόσμια κυριαρχία του άυλου χρήματος.
  
Πριν από το νόμισμα

Πριν από το νόμισμα, η ανταλλαγή προϊόντων, ο αντιπραγματισμός, υπήρξε η πιο διαδεδομένη πρακτική εξα­σφάλισης των βασικών αναγκών των ανθρώπων. Ο αντιπραγματισμός είναι πολύ παλιός και με κάποια έννοια, μερικά στοι­χεία του μοιάζουν να υπάρχουν και μέσα στη φύση, στα φυτά, έντομα και ζώα όπου ανταλλάσσονται υπηρεσίες και πόροι για την εξασφάλιση της επιβίωσης των ειδών και τη διατήρηση της ισορροπίας του περιβάλλοντος.
Οι συναλλαγές σε είδος διευκόλυναν τις πρώτες κοινωνίες των ανθρώπων στην επιβίωσή τους. Γεωργικά προϊόντα διατροφής, δέρματα, ζώα, κοχύλια ήταν τα αποδεκτά μέσα συναλλαγής. Το πιο πολύτιμο ήταν το πιο σπάνιο. Ανάλογα με την αφθονία, τη χρησιμότη­τα και το ρόλο του κάθε προϊόντος σε κάθε κοινωνία προσδιοριζόταν και η τιμή του. Με την εγκατάσταση του ανθρώπου σε μόνιμη κατοικία, η οικονομία έγινε γεωργοκτηνοτροφική. Ως μέσο συναλλαγής χρησιμο­ποιήθηκαν κυρίως τα ζώα. Στην Ιλιάδα τα χάλκινα όπλα του Διομή­δη αναφέρονται ως εννεάβοια (αξίζουν 9 βόδια) ενώ τα χρυσά του Γλαύκου εκατόμβοια.
Ο πλούσιος λεγόταν πολυβούτης (που διαθέ­τει πολλά βόδια), ο ακτήμων αβούτης. Ακόμα και σήμερα, αυτό απο­τυπώνεται σε πολλές γλώσσες του κόσμου. Λατινικά caput σημαίνει κεφαλή βοσκήματος και από κει προέρχεται η λέξη κεφάλαιο (capital) και καπιταλισμός. Pecus σημαίνει τα θρέμματα, τα βοσκήματα και από κει προέρχεται ο όρος pecunia (περιουσία, χρήματα).
Τον τρόπο αυτών των συναλλαγών που δεν μπορούμε να τον ανιχνεύ­σουμε με ασφάλεια στις προϊστορικές κοινωνίες, μπορούμε να τον παρακολουθηθούμε καλύτερα σε κοινωνίες νεώτερες όπως της Αφρικής, της Ωκεανίας κ.λπ. όπου μέχρι πρόσφατα ήταν σε χρήση.
Στις σύγχρονες κοινωνίες το φαινόμενο επανεμφανίζεται, όταν διαμορφώνονται ειδικές συνθήκες, όπως στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου οι ανταλλαγές με τσιγάρα και λάδι. Επίσης παρουσιάζονται σε μικρή κλίμακα, ανταλλαγές αντικειμένων και αγαθών, μέσω των αγγελιών στις εφημερίδες και στο διαδίκτυο οι οποίες καθιστούν τη ζωή των πολιτών ευκολότερη.
Με την ανακάλυψη και τη διάδοση των μετάλλων, ένα νέο μέσο συναλλαγής προστέθηκε παράλληλα με τα ζώα. Η χρήση του μετάλλου στις εμπορικές συναλλαγές μαρτυρείται από τα τέλη της 3ης χιλιετίας π.Χ. στη Μεσοποταμία. Επιγραφές αναφέρουν νόμους, πληρωμές, συμβόλαια τα οποία πραγματοποιούνταν με βάση ζυγισμέ­νο άργυρο, μερικές φορές σε συνδυασμό με κριθάρι ή άλλα σιτηρά. Καθώς πρόκειται για τις πρώτες γραπτές πηγές που έχουμε, συνδέεται έτσι και η γραφή με την καταμέτρηση των αγαθών και των εμπο­ρικών συναλλαγών.
Με την πάροδο του χρόνου, το μέταλλο επικράτησε στις συναλλαγές και σε άλλες περιοχές. Στην Αίγυπτο, στο τέλος της 2ης χιλιετίας αναφέρονται μέταλλα ζυγισμένα με σταθερά σταθμά για τον υπολογι­σμό της αξίας μιας ομάδας προϊόντων. Και εδώ ήταν δυνατόν οι πληρωμές να υπολογιστούν σε χαλκό (1 ντέμπεν =91 γρ.) και να πραγμα­τοποιηθούν ή σε χαλκό ή σε συνδυασμό με άλλα προϊόντα.
Αν και η Αίγυπτος δε διέθετε άργυρο, ήταν δυνατόν να γίνουν αγορές και με πολύτιμα μέταλλα όπως χρυσό και άργυρο. Έχουν βρεθεί θησαυροί με ράβδους, δαχτυλίδια, σύρμα κ.λπ. από αυτά τα πολύτιμα μέταλλα.
Τα μέταλλα, άργυρος, χρυσός, αλλά και σίδηρος και χαλκός, χρησιμοποιήθηκαν σε κομμάτια ακατέργαστα, σε ράβδους, ορθογώνια σχήματα, με τη μορφή λεπτού σύρματος ή ακόμα και ολόκληρα μεταλλικά χρη­στικά αντικείμενα, όπως τρίποδες, λέβητες, πελέκεις: σκεύη – νομίσμα­τα όπως τα ονόμασε ο Γάλλος ιστορικός και νομισματολόγος Theodore Reinach.
Οι ιδιότητες του μετάλλου κάλυπταν βασικές αδυναμίες του προηγούμενου συστήματος ανταλλαγής προϊόντων. Τα μέταλλα ήταν ανθεκτικότερα, λιγότερο ογκώδη, διαιρούνταν σε κομμάτια μικρότερης αξίας, μεταφέρονταν πιο εύκολα και δεν φθείρονταν. Η αξία τους ήταν ανάλογη με το βάρος τους και υπολογιζόταν με το ζύγισμα.

Τάλαντα που βρέθηκαν στις Μυκήνες, χρησιμοποιήθηκαν κατά το 16ο - 14ο π. Χ.

Στον Ελλαδικό χώρο από τη 2η χιλιετία π.Χ. φαίνεται να χρησιμο­ποιούνται ως μέσο συναλλαγής τα τάλαντα, δηλαδή πλάκες μετάλ­λου που το σχήμα τους, για πολλούς μελετητές, αναπαράγει αυτό της τεντωμένης δοράς βοδιού και για άλλους ήταν πιο πρακτικό στη μετα­φορά. Τάλαντα έχουν βρεθεί σε διάφορες περιοχές της Μεσογειακής λεκάνης, στα νότια παράλια της Μ. Ασίας, στη Σαρδηνία, στην Κύπρο, στις Μυκήνες, στην Κύμη, στην Κρήτη και σε άλλα νησιά του Αιγαίου.

Τα πρώτα νομίσματα


Οβελός (Φείδων, 7ος αι. π.χ.)
Στα τέλη του 8ου και τις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα, ένα ακόμα χρηστικό αντικεί­μενο, ο σιδερένιος οβελός (σούβλα ψησίμα­τος) χρησιμοποιήθηκε ως μέσο συναλλαγής. Έξι οβελοί, όσοι δηλαδή χωράει να κρατή­σει η παλάμη του ανθρώπου, είχαν αξία μιας δραχμής (δράττομαι = κρατώ, δράξ = παλάμη > δραχμή).
* [Η χρήση των οβελών. Ο οβελός ως μέσο συναλλαγής, αποδίδεται από ορισμένους μελετητές στο βασιλιά του Άργους Φείδωνα. Αυτός ήταν που καθιέρωσε τη χρήση του μετάλλου ως νομίσματος με τη μορφή οβελών.
Η χρήση των οβελών ήταν ευρύτατα διαδεδομένη για πρακτικούς λόγους και γι' αυτό επικράτησαν αμέσως και ως μέσο συναλλαγής. Ήταν ταυτόχρονα όργανα με χρήση πρακτική, αφού χρησίμευαν για το ψήσιμο των ζώων, αλλά και νομισματική, εφόσον αναπλήρωναν με επιτυχία τα προηγούμενα μέσα συναλλαγής. Το πάχος κάθε οβελού ήταν τόσο λεπτό, ώστε στο ένα του χέρι ήταν δυνατό να κρατήσει κανείς 6 οβελούς συγχρόνως. Από το «δράττω - δραξ» (= αδράχνω, πιάνω, κρατώ) προήλθε και η λέξη «δραχμή», που εξακολούθησε επί τόσους αιώνες να είναι η νομισματική μονάδα των Ελλήνων.
Στο νομισματικό μουσείο της Αθήνας φυλάσσεται το περίφημο αφιέρωμα οβελών του βασιλιά του Άργους Φείδωνα, όπως πιστεύουν ορισμένοι ερευνητές, προς τη θεά Ήρα. Οι οβελοί αυτοί βρέθηκαν κατά τη διάρκεια των αμερικανικών ανασκαφών στο ιερό του αρχαίου Ηραίου του Άργους το 1894. Παρόμοιοι οβελοί έχουν βρεθεί και σε δυο αρχαίους τάφους μέσα στην πόλη του Άργους και φυλάσσονται στο αρχαιολογικό μουσείο της πόλης. Η χρήση των οβελών ως μέ­σων συναλλαγής συνεχίστηκε και στους επόμενους αιώνες, ενώ ο όρος δραχμή επιβίωσε ως την εποχή μας].
Ο Αριστοτέλης αναφέρει : “ότι τον καιρό του έβλεπε κανείς στον ναό της Ήρας του Άργους μετάλλινους οβελίσκους, που ο βασιλεύς Φείδων αφιέρωσε άλλοτε. Δεν ήσαν παρά δείγματα πού χρησίμευαν για την ανταλλαγή, πριν αντικατασταθούν από τα αργυρά νομίσματα, τις χελώνες. Ο Φείδων τα εκρέμασε στο τοίχωμα, σαν ιερά λείψανα, προς μαρτυρίαν σεβασμού και εθίμων”.

Η επινόηση του νομίσματος ήταν θέμα χρόνου. Η εμπειρία του μετάλλου στις συναλλαγές και η τυποποίησή του σε διάφορα σχήματα οδήγησαν εύκολα στο νόμισμα. Το μικρό του μέγεθος επέτρεπε την εύκολη μεταφορά του. Σφραγισμένο από την υπεύθυνη αρχή, η αξία του ήταν συγκεκριμένη και δεν υπήρχε πια η ανά­γκη του ζυγίσματος. Η γενικευμένη χρή­ση όμως του νομίσματος διαδόθηκε αρ­γά.
Τα πρώτα νομίσματα κόπηκαν στο βα­σίλειο της Λυδίας και στις ελληνικές πό­λεις της Μικράς Ασίας, στην Ιωνία, περι­οχές αναπτυγμένες εμπορικά και οικονο­μικά, στα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα. Το υλι­κό τους ήταν ο ήλεκτρος, κράμα χρυσού και αργύρου. Το σχήμα τους ήταν ωοει­δές και στη μία πλευρά είχαν ακανόνι­στα βαθουλώματα.
Το «θησαυρό» που βρέθηκε στα θεμέ­λια του ναού της Αρτέμιδος στην Έφεσο το 1904/5 αποτελούσαν νομίσματα από ήλεκτρο, αλλά και κοσμήματα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα. Ο θησαυρός περιείχε νομίσματα από πόλεις της Λυδίας αλλά και ελληνικές των παραλίων της Μικράς Ασίας. Η απόκρυψη θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε μεταξύ 600-560 π.Χ. Το εύρημα αυτό βοήθησε στη χρονολόγηση των πρώτων νομισμάτων. Τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου γρήγορα έκοψαν ανάλογα νομίσματα.
                          
Τα νομίσματα των ελληνικών πόλεων – κρατών

Αίγινα – Κόρινθος – Αθήνα

Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο τα νομίσματα εκδίδονταν από τις πόλεις-κράτη. Αυτές, ανεξάρτητα από την έκταση και τη δύνα­μή τους, είχαν αυτόνομη οικονομία και διαφορετικό νόμισμα η κάθε μία, που ξεχώριζε από τους τύπους του. Η κάθε πόλη απεικόνιζε στα νομίσματά της παραστάσεις οικείες στους πολίτες της, που προέρχονταν από την ιστορία της, τη μυθολογία της, τα χαρα­κτηριστικά προϊόντα της. Έκοβαν κυρίως αργυρά νομίσματα, λιγότερα χρυσά και από τον 4ο αι. π.Χ. πολλά χαλκά. Πολύ σπάνια χρησιμοποιούσαν το σίδηρο και άλλα κράματα. Η Αίγινα, η Κόρινθος και η Αθήνα έκοψαν τα πρώτα αργυρά ελληνικά νομίσματα και διέδωσαν τη χρήση του νομίσματος στον υπό­λοιπο τότε γνωστό κόσμο.
Η Αίγινα πρώτη, λίγο πριν από τα μέσα του 6ου αι. π.Χ., εξέδωσε στατήρες με παράσταση θαλάσσιας χελώνας στην πρόσθια όψη και έγκοιλο, μοιρασμένο σε ακανόνιστα διάχωρα, στην άλλη. Τα νομί­σματα* της Αίγινας -γνωστά ως χελώναι- κυκλοφόρησαν στις περισ­σότερες περιοχές του Ελλαδικού χώρου. Βρέθηκαν όμως και στην Περσία, την Αίγυπτο και την Κάτω Ιταλία. Η αντικατάσταση της θαλάσσιας χελώνας από τη χερσαία και η χάραξη των αρχικών της πόλης αποτελούν τα χαρακτηριστικά της αλλαγής που συντελέστη­κε το 446 π.Χ., λίγο πριν από τον Πελοποννησιακό πόλεμο, και σηματοδοτεί το τέλος της κυριαρχίας της Αίγινας στη θάλασσα.
* [Σημείωση βιβλιοθήκης: Στο Πάριο χρονικό αναφέρονται τα εξής: ΑΦ’ ΟΥ Φ[ΕΙ]ΔΩΝ Ο ΑΡΓΕΙΟΣ ΕΔΗΜΕΥΣ[Ε ΤΑ] ΜΕΤ[ΡΑ ΚΑΙ ΣΤ]ΑΘΜΑ ΚΑΤΕΣΚΕΥΑΣΕ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΜΑ ΑΡΓΥΡΟΥΝ ΕΝ ΑΙΓΙΝΗι ΕΠΟΙΗΣΕΝ, ΕΝΔΕΚΑΤΟΣ ΩΝ ΑΦ’ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ, ΕΤΗ ΓΗΔΔΔΙ, ΒΑΣΙΛΕΥΟΝΤΟΣ ΑΘΗΝΩΝ [ΦΕΡΕΚΛ]ΕΙΟΥΣ….. = σε νέα ελληνική: Όταν ο Φείδων ο Αργείος κοινοποίησε τα μέτρα και σταθμά κατασκεύασε αργυρό νόμισμα που το έφτιαξε στην Αίγινα, έγινε 11ος από τον Ηρακλή, έτος ΓΗΔΔΔΙ = 631, όταν ο Φερέκλειος βασίλευε στην Αθήνα].

Αργυρός στατήρας Αίγινας (480 π.χ.)

Η Κόρινθος επίσης έκοψε στατήρες στα μέσα περίπου του 6ου αι. π.Χ., που αντα­νακλούν την εμπορική και οικονομική της ανάπτυξη. Η κυκλοφορία των πρώτων Κορινθιακών στατήρων ήταν τοπικά περιορι­σμένη, η ανεύρεσή τους όμως σε «θη­σαυρούς» στις αποικίες της στη Μεγάλη Ελλάδα δηλώνει τη μεγάλη τους διάδοση.
Αργυρό τρίδραχμον Κορίνθου, περ. 390 π.Χ.
Η νομισματική παραγωγή της Κορίνθου, ύστερα από κάμψη που σημείωσε την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου – λόγω έλλειψης της πρώτης ύλης, του αρ­γύρου, που προμηθευόταν από την Αθή­να – παρουσίασε θεαματική αύξηση στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Οι τύποι των κοριν­θιακών νομισμάτων εμπνέονται από τη μυθολογία και την τοπική ιστορία: ο Πήγα­σος, το φτερωτό άλογο που δάμασε ο κο­ρίνθιος ήρωας Βελλερεφόντης με τη βοή­θεια της θεάς Αθηνάς, αποτυπώνεται στην πρόσθια όψη τους — σ’ αυτόν αναφέρεται και η αρχαία ονομασία τους: πώλοι (που­λάρια).
Γύρω στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., καθιερώνεται η κεφαλή της Αθηνάς Χαλινίτιδος στην οπίσθια όψη. Τους ίδιους τύ­πους παρουσιάζουν και τα νομίσματα ορισμένων αποικιών της Κορίνθου, κατά τον 5ο και 4ο  αι. π.Χ., όπως η Λευκάδα, η Αμβρακία κ.ά.
Η Αθήνα ύστερα από τις πρώτες της νομισματικές απόπειρες, τα λεγόμενα εραλδικά νομίσματα (Wappenmunzen),  από τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. εγκαινίασε την έκδοση των αργυρών τετραδράχμων. Τα νομίσματα αυτά είναι τα πρώτα που εξαπλώθηκαν και διαδόθηκαν στον αρχαίο κόσμο, στον οποίο έγιναν γνωστά ως «γλαύκες», από την παράσταση της κουκουβάγιας στην οπίσθια όψη τους. Στην πρόσθια εικονίζεται η κεφαλή της θεάς Αθηνάς, προστάτιδας της πόλης. Με τις παραστάσεις αυτές εκδίδονταν τα αθηναϊκά νομίσματα μέχρι τον 1ο αι. π.Χ., οπότε χρονολογούνται τα τελευταία τετράδραχμα «νέας τεχνοτροπίας». Το διεθνές αυτό νόμισμα απομιμήθηκαν, λόγω της δύναμής του, στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, την Αραβία, τη Βαβυλωνία, την Λυκία και αλλού.
Η νομισματοκοπία των Αθηνών

Από τον 6ο αιώνα π.Χ. έως τον 3ο αιώνα μ.Χ. η Αθήνα έκοψε νομίσματα κυρίως σε άργυρο, αργότερα και σε χαλκό, ενώ σε δυο περιστάσεις εκτάκτου ανάγκης εξέδωσε και χρυσά νομίσματα. Το αργυρά αθηναϊκά τετράδραχμα κυκλοφόρησαν από την Ιταλία έως το Αφγανιστάν και ήταν ένα από τα ισχυρότερα και μακρο­βιότερα νομίσματα του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Οι πρώτες νομισματικές εκδόσεις των Αθηνών, από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. κ.ε., απεικονίζουν διάφορα θέματα, όπως γλαύκα, ίππο, ταυροκεφαλή, τροχό, γοργόνειο κ.ά. Τα νομίσμα­τα αυτά ονομάστηκαν «εραλδικά» (Wappenmunzen) καθώς παλαιότεροι μελετητές θεώρησαν ότι έφεραν εμβλήματα αριστοκρατικών οικογενειών της Αθήνας. Πιθανότερο είναι όμως η θεματολογία να σχετίζεται με θρη­σκευτικές και αθλητικές δραστηριότητες όπως οι γιορτές των Παναθηναίων.

Αργυρό τετράδραχμον Αθηνών (440 - 420 π.χ.)

Με την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας παγιώ­θηκαν οι παραστάσεις των αθη­ναϊκών νομισμάτων. Για τους επόμενους πέντε αιώνες η πλειονότητα των αττικών κοπών φέρει την κεφαλή της θεάς Αθη­νάς, προστάτιδας της πόλης, και στην άλλη όψη τη γλαύκα, το ιερό σύμβολο της θεάς, με την επιγραφή ΑΘΕ, τα αρ­χικά γράμματα της λέξης Αθηναίων. Από επιγραφές και πηγές σώζονται απο­σπασματικές πληροφορίες για τιμές και μισθούς στην αρχαία Αθήνα.
Στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. ένας ξυλουργός ή λιθοτεχνίτης έπαιρνε για εργασία στο Ερέχθειο μία αργυρή δραχμή την ημέρα. Την ίδια εποχή το ημερομί­σθιο ενός στρατιώτη ή ναύτη κυμαινόταν από τρεις οβολούς έως έξι οβολούς (που ισούνταν με μία δραχμή). Αργότερα, λίγο πριν από το 330 π.Χ. ένας αττικός μέδιμνος σιταριού (δηλ. περίπου52,18 λίτρα ή40,38 κιλά) στην Αθήνα κόστιζε πέντε δραχμές.


Αργυρό τετράδραχμον Αθηνών (β΄ όψη)
Αργυρό τετράδραχμον Αθηνών (β΄ όψη)

Η εκμετάλλευση των αργυροφόρων κοιτασμάτων των μεταλλείων του Λαυρίου στην Αττική θα δώσει σημαντικό πλεονέκτημα στην Αθήνα για να προωθήσει τη νομισματική της παραγωγή. Τα αργυρά αθηναϊκά τετράδραχμα θα κυκλοφορήσουν ευρύτατα στον κλασικό κόσμο και θα γνωρίσουν λόγω της αποδοχής τους πολλές απομι­μήσεις, ιδίως στο χώρο της Ανατολής τον 4ο αιώνα π.Χ. (Λυκία, Παλαιστίνη, Αίγυπτος κ.ά.). Η τύχη της πόλης συχνά αντικατο­πτρίζεται στα νομίσματά της, με χαρακτηριστική περίπτωση αυτή της έκδοσης κερμάτων με αργυρό περίβλημα και χάλ­κινο πυρήνα. Πρόκειται για τα πονηρά χαλκία που ανα­φέρει ο Αριστοφάνης και τα οποία συνιστούν μια κοπή εκτάκτου ανάγκης στο τέλος του Πελοποννησιακού Πο­λέμου (406/5 π.Χ.).
Σε άλλη περίσταση πάλι, γύρω στο 295 π.Χ., ο τύραννος Λαχάρης θα αναγκαστεί μέσα στην πολιορκημένη πόλη να απογυμνώσει το χρυσελεφάντινο άγαλμα της θεάς και να προβεί στην κοπή χρυσών νομισμάτων, για την πληρωμή μισθοφόρων. Το 2ο αιώνα π.Χ. το αθηναϊκό νόμισμα θα γνωρίσει μία δεύ­τερη ακμή με μια νέα σειρά αργυρών νομισμάτων πρόκειται για τα λεγόμενα τετράδραχμα «Νέας Τεχνοτροπίας». Τα συγκεκρι­μένα νομίσματα παρουσιάζουν τη γλαύκα πάνω σε αμφορέα, ενώ την όλη παράσταση περιβάλλει στεφάνι ελιάς — στοιχείο που έδωσε και τη χαρακτηριστική ονομασία στεφανηφόρα που απαντά σε πλήθος επιγραφών.
Με την παραχώρηση της Δήλου από τους Ρωμαίους το 166 π.Χ. η Αθήνα θα αποκτήσει ένα σημαντικό λιμάνι, το οποίο θα της επιτρέψει να διαδώσει πάλι τη νομισματοκοπία της και να εξυπη­ρετήσει τόσο τα δικά της όσο και τα ρωμαϊκά συμφέροντα. Η αθηναϊκή νομισματική παραγωγή παρουσιάζει ποικιλία υποδιαιρέ­σεων όπως τετράδραχμα, δραχμές, τριώβολα, οβολούς, ημιωβόλια κ.λπ., γεγονός που δείχνει την προσπάθεια εκχρηματισμού της αττι­κής κοινωνίας και στις καθημερινές συναλλαγές. Στο πνεύμα των καιρών, ανάλογη πρακτική συνιστά και η κοπή χάλκινων νομισμάτων, από τον 4ο αιώνα π.Χ. κ.ε., με πληθώρα νέων εικονογραφικών τύπων.

Δεκάδραχμον Αθηνών

Το αθηναϊκό δεκάδραχμο είναι από τα σπα­νιότερα νομίσματα του αρχαίου κόσμου. Τα βαριά αυτά νομίσματα ζύγιζαν περίπου 43 γραμμάρια και ισοδυναμούσαν με 10 αθη­ναϊκές δραχμές. Ξεχωρίζουν από τη χαρα­κτηριστική πίσω πλευρά τους όπου η γλαύκα εικονίζεται μετωπική. Η Αθήνα σε μια μόνο περίσταση προχώρη­σε στην έκδοση δεκαδράχμων. Τα νομίσμα­τα αυτά είχαν συνδεθεί αρχικά από τους μελετητές με την ανακάλυψη μιας νέας φλέβας αργύρου στο Λαύ­ριο (483 π.Χ.) ή με τους Περσικούς Πολέμους ως επινίκια κοπή (479 π.Χ.). Η νεώτερη έρευνα κατέδειξε ότι τα δεκάδραχμα συνι­στούν σειρά ενταγμένη στην αθηναϊκή νομισματική παραγωγή και η οποία πρέπει να χρονολογηθεί υστερότερα.
Η κοπή πιθανότατα εκδόθηκε μετά από τη μεγάλη νίκη του Κίμωνα στον Ευρυμέδοντα Ποταμό (466 π.Χ.) και εκτός από μάλλον αναμνηστικό χαρακτήρα είχε και κάποια διάρκεια στον χρόνο. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια υπήρχαν μόλις ένδεκα αθηναϊκά δεκά­δραχμα· ακόμη και σήμερα η σπανιότητα των συγκεκριμένων νομισμάτων παραμένει μεγάλη καθώς τα γνωστά τεμάχια είναι γύρω στα σαράντα. Το 1999 με την ευγενική χορηγία ενός ανώνυμου δωρητή το Νομισματικό Μουσείο κατόρθω­σε να αποκτήσει ένα σπανιότατο λαμπρό δείγμα της αθηναϊκής νομισματοκοπίας. Πέραν της αίσιας επιστροφής του στην εκδότρια πόλη —και έδρα του Μουσείου ταυτοχρόνως— το πολύτιμο απόκτημα έχει επιπλέον ιδιάζουσα σημασία, καθώς η πίσω πλευρά του με τη γλαύκα αποτέλεσε από τις αρχές του 20ού αιώνα πηγή έμπνευσης για το έμβλημα του Νομισματικού Μουσείου.

Τα νομίσματα των ελληνικών αποικιών στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία

Οι ελληνικές αποικίες στην Κάτω Ιταλία άρχισαν να κόβουν νομίσματα μετά τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Οι πρώτες κοπές χαρακτηρίζονται από την ιδιάζουσα κοιλόκυρτη τεχνική χάραξης των τύπων. Στα νομί­σματα αυτά παρατηρούμε ότι η σχεδόν όμοια παράσταση και των δυο όψεων προ­βάλλει έκτυπη στην πρόσθια και πρόστυπη στην οπίσθια όψη. Η ιδιόρυθμη αυτή νομισματοκοπία γνώρισε μεγάλη άνθηση στο τε­λευταίο τέταρτο του 6ου αιώνα και υιοθετήθηκε από όλα τα κατωιταλικά νομισματοκο­πεία.
Όταν εγκαταλείπεται η κοιλόκυρτη τεχνική, οι κοπές χαρακτηρίζονται από μεγα­λύτερη ποικιλία εικονογραφικών τύπων. Η εικονογραφία αυτή δεν ξεφεύγει από τη φιλο­σοφία των πρώτων ιταλικών νομισμάτων: αναφέρεται άλλοτε στην πηγή πλούτου και άλλοτε στην προστάτιδα θεότητα της εκδότριας πόλης. Χαρακτηριστι­κό παράδειγμα της πρώτης κατηγο­ρίας αποτελούν οι στατήρες του Μεταποντίου, μίας από τις αποικίες των Αχαιών, όπου απεικονίζεται το στάχυ. Η δεύτερη περίπτωση πα­ρουσιάζεται στις κοπές της σπαρτια­τικής αποικίας του Τάραντα, όπου απεικονίζεται ένας έφηβος πάνω σε δελφίνι. Πρόκειται κατά μία ερμη­νεία για τον Φάλανθο, τον ιδρυτή της πόλεως για τον οποίο υπάρχει η παράδοση ότι διασώθηκε στη ράχη ενός δελφινιού.

Αργυρό δεκάδραχμον Συρακουσών, περ. 395 π.Χ.

Άλλη άποψη ταυτί­ζει τη μορφή με τον οικιστή ήρωα Τάραντα, που ήταν γιος του Πο­σειδώνα. Οι αποικίες στη Σικελία άρχισαν να κόβουν νομίσματα από το β’ μι­σό του 6ου αιώνα π.Χ. Οι Συρα­κούσες, αποικία της Κορίνθου, ήταν η πιο σημαντική πόλη του νησιού με σπουδαία νομισματοκοπία. Η πρόσθια όψη των τετραδράχμων των Συρακουσών φέρει τέθριππο άρμα και Νίκη που υπερίπταται, ενώ την άλλη όψη των κοπών αυτών κοσμεί η κεφαλή της τοπικής νύμφης Αρέθουσας. Οι νομισματικοί τύποι των Συρακουσών επη­ρέασαν και άλλες σικελικές πόλεις, όπως για παράδειγμα τα τετράδραχμα της Μεσσήνης και της Γέλας.
Στη Σικελία εργάσθηκαν πολλοί σημαντικοί χαράκτες σφραγίδων κοπής νομισμάτων. Αυτό είναι εμφανές στα ίδια τα νομίσματα, καθώς ορισμένα που εκδόθηκαν κατά τον ύστερο 5ο και πρώιμο 4ο αιώνα π.Χ. θεωρούνται από τα πιο εντυπωσιακά του αρχαίου κόσμου από άποψη αισθητικής. Επιπλέον, οι ίδιοι οι χαράκτες αρχίζουν να υπογράφουν υπερήφανοι για τα έργα τους από το τελευταίο τέταρτο του 5ου αιώνα π.Χ. και εξής. Συγκριτικά, ανάμεσα στο πλήθος των νομισμάτων που κόπηκαν στους αρχαίους χρόνους και που είναι δυνατόν να θεωρηθούν αριστουργήματα μικροτεχνίας, ελάχιστα είναι εκείνα που αναγράφουν το όνομα του καλλιτέχνη, αφού οι χαράκτες κρατούσαν την ανωνυμία.
Εξαίρετο παράδειγμα της καινοτομίας αυτής βλέπουμε σε ένα δεκάδραχμο των Συρακουσών, στην οπίσθια όψη του οποίου, κάτω από το λαιμό της Αρέθουσας διαβάζουμε το όνομα του φημισμένου χαράκτη Ευαίνετου. Η επίδραση των μεγάλων χαρακτών της Σικελίας διαδόθηκε σε πολλές κοπές περιοχών της μητροπολιτικής Ελλάδας (Θεσσαλία, Αμφίπολη, Ρόδος κ.ά.) και της νότιας Μικράς Ασίας (Λυκία, Κιλικία).

Τα νομίσματα των ελληνικών αποικιών στη Μ. Ασία, την Προποντίδα και τον Εύξεινο Πόντο

Ο χώρος της Μικράς Ασίας απο­τέλεσε το γενέθλιο λίκνο του νομίσματος κατά τον ύστερο 7ο αι­ώνα π.Χ. και οι εκεί ελληνικές πόλεις παρήγαγαν στο πέρασμα των αιώ­νων μερικά από τα πλέον εξαιρετικά δείγματα νομισματοκοπίας. Τα πρώ­τα νομίσματα κόπηκαν σε ήλεκτρο. Σύντομα η πρακτική αυτή εγκαταλεί­φθηκε κατά τη διάρκεια του 6ου αιώ­να και παγιώθηκε η χρήση του αργύ­ρου, με εξαίρεση τις πόλεις της Κυζίκου, της Λαμψάκου, της Φωκαίας, της Μυτιλήνης και της Χίου που συ­νέχισαν και αργότερα να εκδίδουν νομίσματα ηλέκτρου.
Αργυρό τρετράδραχμον Εφέσου, περ. 370-350 π.Χ.
Η νομισματοκοπία της Εφέσου συν­δέεται με τη λατρεία της Αρτέμιδος, της θεάς που κατεξοχήν λατρευόταν στην πόλη. Η μέλισσα, συχνή απει­κόνιση στην πρόσθια όψη των εφεσιακών νομισμάτων, ήταν σύμβολο της αρχαίας ασιατικής θεότητας της φύσης, την οποία οι Ίωνες ταύτισαν με την Άρτεμη. Έμβλημα της θεάς του κυνηγιού επίσης αποτελεί το ελά­φι, που εικονίζεται συνήθως στην άλ­λη όψη, ενώ ο φοίνικας δηλώνει το δέντρο κάτω από το οποίο σύμφωνα με τον μύθο γεννήθηκε η θεά.
Η ιωνική Φώκαια είναι γνωστή από πρώιμες κοπές της που φέ­ρουν ως εμπροσθότυπο μία φώ­κια, το λαλούν σύμβολον (εικονι­στική απόδοση του ονόματος) της πόλεως. Γρήγορα εξελίχθηκε σε σημαντικό νομισματοκοπείο, όπου για δύο περίπου αιώνες (6ο – 4ος αιώνας π.Χ.) επικράτησε η έκδοση μικρών κερμάτων από ήλεκτρο, ίσων με το 1/6 (έκτη) του στατήρα που φέρει κεφαλή νύμφης. Από τη νομισματική παραγωγή της Φωκαίας αξίζει να μνημονευθεί η περίσταση της εμπορικής σύμπρα­ξης με τη γειτονική Μυτιλήνη, όταν γύρω στα 394-390 π.Χ. απο­φασίστηκε η κοπή νομισμάτων εκ περιτροπής και η από κοινού λήψη μέτρων κατά των παραχαρακτών.
Η Κύζικος, αποικία της Μιλήτου στην Προποντίδα, εξέδιδε επί μακρόν στατήρες και υποδιαιρέσεις από ήλεκτρο. Χαρακτηριστικό εικονογραφικό στοιχείο που συνοδεύει την παράσταση της πρόσθιας πλευράς αποτελεί ο θύννος, το ψάρι γνωστό σήμερα ως τόνος. Συχνά ο τόνος λειτουργεί ως γραμμή εδάφους, όπως για παράδειγμα σε κυζικηνό νόμισμα όπου παριστάνεται Ηρακλής· παρομοίως σε κυζικηνές κοπές που φέρουν κεφαλή Αθηνάς, ο τόνος εμφανίζεται στο σημείο τομής του λαιμού. Η εμβληματική παρουσία του ψαριού αυτού συνδέεται με τη θέση της πόλης που συνιστούσε πέρασμα για αγέλες τόνων και συνακόλουθα καίριο σημείο για την αλίευση και την εμπορία ενός ιδιαίτερα προσοδοφόρου είδους διατροφής.
Η πόλη Ιστρία ή Ίστρος είχε ιδρυ­θεί κοντά στο δέλτα του Δούναβη από Μιλησίους αποίκους γύρω στο 625 π.Χ. Τα νομίσματα της πόλεως φέρουν στην πίσω πλευρά θαλάσ­σιο αετό πάνω σε δελφίνι. Την πρό­σθια όψη των εκδόσεων της Ιστρίας, κοσμούν δυο εκφραστικά ανδρι­κά κεφάλια, τοποθετημένα σε αντί­θετο άξονα: ίσως αποδίδουν τους Διοσκούρους, η λατρεία των οποίων ήταν διαδεδομένη στα παράλια του Ευξείνου. Κατά μια άλλη ερμηνεία οι δυο αντίρροπες κεφαλές συμβολίζουν τα δυο αντίθετα στόμια του Δούναβη, για τον οποίο πιστευόταν για μια περίοδο ότι εξέβαλλε τόσο στη Μαύρη Θάλασσα όσο και στην Αδριατική.
Η Ολβία, άλλη μια μιλησιακή αποικία, ιδρύθηκε γύρω στο 600 π.Χ. σε καίριο σημείο των παραλίων της σημερινής Ουκρανίας. Η πόλη ήταν για αιώνες σημαντικό εμπορικό κέντρο, γεγονός που εναρμο­νίζεται με την ευδαιμονία που υπονοεί το όνομά της. Η νομισματι­κή παραγωγή της Ολβίας παρουσιάζει ιδιοτυπίες. Τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Ολβιοπολίτες εξέδωσαν δελφινόσχημα χάλκινα νομίσματα. Έχει προταθεί η σύνδεση του δελφινιού ως συμβόλου με την τοπι­κή λατρεία του Απόλλωνος, αλλά η ερμηνεία της συγκεκριμένης νομισματικής σειράς παραμένει υπό συζήτηση. Κατά τον ύστερο 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. η πόλη επιδόθηκε στην έκδοση χάλκινων χυτών νομισμάτων μεγάλου βάρους, πριν προχωρήσει στην κοπή παιστών νομισμάτων, δηλ. κερμάτων προερχόμενων από χτύπημα μεταξύ σφραγίδων (παιστά).
Άποικοι από τη Μίλητο είχαν ιδρύσει και το Παντικάπαιον στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ. Κατέχοντας στρατηγική θέση στη χερσόνησο της Κριμαίας η πόλη αυτή θα ακμάσει στο διάβα των αιώνων. Οι χρυσοί στατήρες του Παντικαπαίου χρονολογούνται από τα μέσα του 4ου αιώνα και αποτελούν έξοχα δείγματα μικρογλυφίας. Στην πρόσθια όψη τους παριστάνεται η κεφαλή του Πάνα, του θεού που ήταν άμεσα συνδεδεμένος με το όνομα της πόλης, ενώ την άλλη πλευρά κοσμεί γρύπας.

Τα νομίσματα των βασιλέων: Φίλιππος Β’

Αργυρό τετράδραχμον Φιλίππου Β, 355-349 π.Χ.
Μια νέα εποχή στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική δομή του αρχαίου κόσμου σηματοδοτήθηκε με το Φίλιππο Β’, βασιλιά της Μακεδονίας. Από το 359 ως το 336 π.Χ. κατόρθωσε να επεκτείνει τα όρια του κράτους του και να το καταστήσει τη σπουδαιότερη δύναμη στον ελλαδικό χώρο. Έχοντας τον έλεγχο μεταλλείων στη Μακεδονία και τη Θράκη, ιδι­αίτερα τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου στην περιοχή του Παγ­γαίου, ο Φίλιππος ήταν σε θέση να εκδόσει νομίσματα σε μεγαλύ­τερες ποσότητες από ότι όλοι οι προκάτοχοί του και να ξεπεράσει τα έσοδα κάθε ελληνικής πόλης – κράτους, με εξαίρεση ίσως την Αθή­να.
Ο Φίλιππος εξέδωσε νομίσματα και στα τρία μέταλλα, το χρυσό, τον άργυρο και το χαλκό. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του συστήματός του ήταν ότι για τα νομίσματα από πολύ­τιμο μέταλλο ακολουθήθηκαν δυο διαφορετικοί σταθμητικοί κανόνες. Ο άργυρος κοβόταν καθόλη τη δι­άρκεια της βασιλείας του Φιλίππου ακολουθώντας ένα τοπικό σταθμητικό κανόνα, τον οποίο εφάρμοζαν για τις αργυρές νομισματοκοπίες τους το Κοινό των Χαλκιδέων με έδρα την Όλυνθο, η Άκανθος στην ανατολική ακτή της Χαλκιδικής, και η Αμφίπολη κοντά στις εκβολές του Στρυμόνα, όπου το τετράδραχμο είχε θεωρητι­κό βάρος 14,52 γραμ.

Αργυρό τετράδραχμον Δημητρίου Πολιορκητή Μακεδονίας (301-295 π.χ.)
Ως εμπροσθότυπος των αργυρών  τετραδράχμων, επιλέχθηκε —για πρώτη φορά στα νομίσματα των βασιλέων της Μακεδονίας— το κεφάλι του Δία. Για την άλλη όψη επιλέχθηκαν δυο τύποι: ο έφιππος άνδρας, που σύμφωνα με κάποιες απόψεις είναι ο ίδιος ο Φίλιππος, και ο νεαρός ιππέας που κρατά κλαδί φοίνικα, και αποτελεί αναφορά στη νίκη του αλόγου του Φιλίππου στην Ολυ­μπιάδα του 356 π.Χ.
Η κοπή του χρυσού άρχισε γύρω στα 345 π.Χ., σύμφωνα με τον αττικό σταθμητικό κανόνα, όπου ο στατήρας είχε θεωρητικό βάρος 8,54 γραμμάρια. Στην πρόσθια όψη των στατήρων απεικονίζεται το κεφάλι του θεού Απόλλωνα, ενώ η παράσταση της πίσω πλευράς, ένα άρμα που το σέρνουν δυο άλογα, σχετίζεται με ανάλογη νίκη του Φιλίππου στους Ολυμπιακούς αγώνες.
Νομίσματα με τους τύπους και το όνομα του Φιλίππου συνέχισαν να εκδίδονται και μετά το θάνατό του το 336 π.Χ. και κυκλοφόρη­σαν ευρέως στον ελλαδικό χώρο, τη Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια. Οι χρυσοί στατήρες και τα αργυρά τετράδραχμα, που διείσδυσαν στην Ευρώπη μέσω των Βαλ­κανίων, έγιναν σταδιακά αντικείμενο μίμησης από τους κελτικούς λαούς κατά μήκος του Δούναβη και οι απομιμήσεις αυτές επηρέα­σαν με τη σειρά τους τα νομίσματα της Γαλατίας και της Βρετανίας κατά τον 1ο αιώνα π.Χ.

Μέγας Αλέξανδρος

Ο Μέγας Αλέξανδρος βασίλεψε από το 336 ως το 323 π.Χ. Συνέχισε το έργο του πατέρα του Φιλίππου Β’ και δημιούργησε μια τεράστια αυτοκρατο­ρία, που εκτεινόταν από τη Μακεδονία μέχρι τα βάθη της Ανατολής. Η ρευστοποίηση μέρους από τα αμύθητα πλούτη των Αχαιμενιδών, που περιήλθαν στην κατοχή του, επέφερε σημαντικές αλλαγές στις οικονομικές συνήθειες του ελληνικού κόσμου.
Ο Αλέξανδρος εφάρμοσε ενιαία νομισματική πολιτική στο αχανές κράτος. Επέβαλε την έκδοση των ίδιων τύπων από πολλά συγχρόνως νομισματοκοπεία ενώ για τα νομίσματά του σε ευγενή μέταλλα ακολούθησε τον αθη­ναϊκό σταθμητικό κανόνα που ήταν ευρύτατα αποδεκτός την εποχή εκείνη. Εντυπωσιακές ποσότητες αργυρών και χρυσών αλεξάνδρειων κοπών κατέκλυσαν τις αγορές της Ανατολικής Μεσογείου, και σε αυτό συνέβαλε και η επιστροφή των παλαιμάχων και των μισθοφόρων του Αλεξάνδρου στις πατρίδες τους.

Αργυρό τετράδραχμον Αλεξάνδρου Γ΄, 323-320 π.Χ. (μεταθανάτια κοπή).

Στην πρόσθια όψη των χρυσών στατήρων, απεικονίζεται η κεφαλή της θεάς Αθηνάς με κορινθιακό κράνος, πιθανόν εμπνευσμένη από το κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς Προμάχου του Φειδία στην Ακρόπολη. Η οπίσθια όψη αυτών των νομισμάτων φέρει την καθαρά συμβολική παράσταση της Νίκης και προβάλει την ιδέα ότι η Νίκη αποτελεί μια από τις ιδιότητες του Μακεδόνα βασιλιά.
Το κεφάλι του Ηρακλή, μυθικού προγόνου του βασιλικού οίκου της Μακεδονίας, επιλέγεται ως εμπροσθότυπος των αργυρών και χάλ­κινων κοπών. Ο Δίας καθισμένος σε θρόνο να κρατά αετό και σκή­πτρο απεικονίζεται στις αργυρές κοπές, όπως τετράδραχμα, δραχ­μές αλλά και δεκάδραχμα. Οι συγκεκριμένοι τύποι είχαν γενική παραδοχή από τους Έλληνες. Ταυτόχρονα ήταν αποδεκτοί και από τους λαούς της Ανατολής οι οποίοι έβλεπαν σε αυτούς τους δικούς τους θεούς, όπως τον Βάαλ στη μορφή του Διός και τον Μελκάρτ ή τον Γκιλγκαμές στο πρόσωπο του Ηρακλή.
Νομίσματα με τους τύπους και το όνομα του Αλεξάνδρου συνέχισαν να παράγονται και να κυκλοφορούν μετά το θάνατο του βασιλιά από τους Διαδόχους, τους Επιγόνους και πολλές πόλεις μέχρι και το 2ο αιώνα π.Χ. Ενδεικτικό της αποδοχής των αργυρών νομισμάτων του είναι το γεγονός ότι πλήθος απομιμήσεών τους εκδόθηκαν από διάφορους λαούς και ηγεμόνες στις παρυφές του ελληνιστικού κόσμου.

Συμμαχικά και Κοινά νομίσματα

Στη διάρκεια της ελληνικής αρχαιότητας συνάφθηκαν διάφορες στρατιωτικές συμμαχίες πόλεων ή εθνών, προ­κειμένου να αντιμετωπίσουν συλλογικά ένα προβλεπόμενο κίνδυνο (π.χ. Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία) ή να απαλλαγούν από άλλης μορφής υποτέλεια, όπως η αθηναϊκή ηγεμονία, που προά­σπιζε τα αθηναϊκά κυρίως συμφέροντα με δυσβάστακτο για τους λοιπούς Έλληνες τρόπο. Σε ορισμένες περιπτώσεις το κοινό νόμι­σμα αποτελούσε μέρος της ενιαίας τακτικής της συμμαχίας. Επίσης ιδρύθηκαν Συμπολιτείες και Κοινά, πολιτικό-στρατιωτικές και πολιτειακές ενώσεις των πόλεων σε διάφορες περιοχές, που μεταξύ των άλλων κοινής αποδοχής δεσμεύσεων, ήταν η έκδοση κοινού νομίσματος. Οι κοπές αυτές χαρακτηρίζονταν από περιορι­σμένη και τοπική κυκλοφορία.
Ευβοϊκή Συμπολιτεία. Συστάθηκε και ανέπτυξε τοπικό ρόλο τον 4ο αιώνα π.Χ. Καταρχάς υπό την επιρροή της Θήβας εντάχθηκε στο μέτωπο εναντίον των Αθηναίων και στη συνέχεια, σε ρήξη πλέον με τη Θήβα, οδηγήθη­κε σε προσωρινή προσέγγιση με την Αθήνα. Οι νομισματικές εκδόσεις της Ευβοϊκής Συμπολιτείας έχουν ως κύριες παραστάσεις την κεφαλή της νύμφης Εύβοιας και το μοσχάρι, το οποίο αποτελούσε τη σπουδαιότερη πηγή πλούτου του τόπου, καθιστό ή όρθιο. Οι παραστά­σεις αυτές εναλλάσσονται στις δύο όψεις των νομισμά­των, ενώ το βάρος τους ακολουθεί αρχικά τον αιγινιτικό, στη συνέχεια τον αττικό σταθμητικό κανόνα, ανάλογα με τη σφαίρα επιρροής στην οποία βρισκόταν η Συμπολιτεία.
Κοινόν των Βοιωτών. Υπήρχε ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. Η περίοδος της μεγαλύτερης ανάπτυξης του συμπίπτει με κείνη της θηβαϊκής ηγεμονίας, 378-362 π.Χ. Στην πρόσθια όψη των στατήρων κυριαρχεί η παράσταση της βοιωτικής ασπίδας, το εθνικό έμβλημα των Βοιωτών. Στην άλλη συνα­ντάται ποικιλία παραστάσεων, συνήθως αυτή του κρατήρα.
Δελφική Αμφικτυονία. (336/5-334 π.Χ.) Ο θρησκευτικός αυτός οργανισμός περιελάμβανε δώδεκα αντιπροσώπους ελληνικών πό­λεων, που ανέλαβαν την ευθύνη του ιερού για πολύ μικρό χρονικό διάστημα, αμέσως μετά το θάνατο του Φιλίππου Β’ της Μακεδο­νίας. Εξέδωσε ξεχωριστής ποιότητας αργυρά νομίσματα, στατήρες και δραχμές. Η κεφαλή της Δήμητρας, πεπλοφόρου και με στεφάνι από στάχυα, εικονίζεται στην πρόσθια όψη των στατήρων ενώ στην άλλη, ο Απόλλων, η κυρίαρχη θεότητα των Δελφών, καθισμένος στον ομφαλό της γης, στηρίζεται στη λύρα του.
Αργυρό τριώβολον Αιτωλών, 323-300/290 π.Χ.
Κοινόν των Αιτωλών. Τέλη 4ου – μέ­σα 2ου αιώνα π.Χ. Απέκτησε αξιόλο­γη υπόσταση και δράση κυρίως ύστε­ρα από την ανάδειξη των Αιτωλών σε υπολογίσιμη πολιτική δύναμη της κεν­τρικής Ελλάδας τον 3ο αιώνα π.Χ. Από τις νομισματικές εκδόσεις της Αιτωλικής Συμπολιτείας, τα τριώβολα (ημίδραχμα) κόπηκαν σε εξαιρετικά μεγάλες ποσότητες ιδίως στις τελευ­ταίες δεκαετίες της ύπαρξής της, εξυπηρετώντας την κάλυψη ασταμά­τητων στρατιωτικών αναγκών. Στην πρόσθια όψη τους απεικονίζεται το κεφάλι της Αταλάντης με καυσία (κά­λυμμα κεφαλιού) και στην άλλη ο Κα­λυδώνιος κάπρος που τρέχει προς τα δεξιά. Στο κυνήγι του άγριου αυ­τού ζώου πρωταγωνίστησε η μυθική ηρωίδα Αταλάντη με τα βέλη της, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, που αποδόθηκε και στις παραστά­σεις των νομισμάτων.
Κοινόν των Ακαρνάνων. Έδρασε από τον 4ο αι. π.Χ. μέχρι το 167 π.Χ., ως αντίποδας του Κοινού των Αιτωλών, ασθενέστερος αλλά υπολογίσιμος. Στην πρόσθια όψη των στατήρων, που εξέδω­σε το Κοινό, κυριαρχεί η παράσταση του ανθρωπόμορφου ταύρου, προσωποποίηση του ποτάμιου θεού Αχελώου. Η προάσπιση του ποταμού, πηγής ζωής και ανάπτυξης της Ακαρνανίας, και της δια­τήρησης του ελέγχου του ως φυσικού συνόρου, υπήρ­ξε η πρωταρχική μέριμνα των Ακαρνάνων, στον συνε­χή ανταγωνισμό τους με τους Αιτωλούς. Στην οπίσθια όψη των στατήρων εικονίζεται καθιστός ο Απόλλων Άκτιος.
Κοινόν Ηπειρωτών (234/3-168 π.Χ.) Η δράση του συμπίπτει με τα κρίσιμα χρόνια της ιδιόμορφης και καταλυτικής εμφάνισης των Ρωμαίων στον ελλαδικό χώρο, 234/3-168 π.Χ. Η νομισματοκοπία του Κοινού, στατήρες και δραχμές κυρίως, αναπτύσσεται στις τε­λευταίες δεκαετίες του, ξεκινώντας πριν από το 180 π.Χ., ενώ τη μεγαλύτερη ακμή της παρουσιάζει το τελευταίο διάστημα, ειδικά τις παραμονές της τελικής αναμέτρησης με τους Ρωμαίους, το 168 π.Χ., που επεφύλασσε το βάναυσο τέλος της Ηπείρου. Οι συ­ζευγμένες κεφαλές του Δωδωναίου Δία με στεφάνι από φύλλα δρυός και της νύμφης Διώνης, στην πρόσθια όψη των στατήρων, θυμίζουν τη σύνθεση στα νομίσματα της Πτολεμαϊκής δυναστείας. Σε μια σύγχρονη περίπου πτολεμαϊκή κοπή εικονίζονται ενωμένες οι κεφαλές του Σαράπιδος και της Ίσιδος. Στην οπίσθια όψη απο­δίδεται επιτιθέμενος ταύρος, μέσα σε στεφάνι δρυός.
Κοινόν των Θεσσαλών. Ιδρύθηκε τον 2ο αιώνα π.Χ. και λειτούρ­γησε υπό ρωμαϊκή κηδεμονία μέχρι την εποχή του Αυγούστου. Στην πλούσια νομισματοκοπία του δεσπόζουν οι αργυροί στατή­ρες, με την κεφαλή του δαφνοστεφανωμένου Δία στην πρόσθια όψη και στην άλλη τον αγαλματικό τύπο της Αθηνάς Ιτωνίας.
Αχαϊκή Συμπολιτεία (τέλη 3ου-2ος αι­ώνας π.Χ.). Μια από τις σπουδαιότερες συμμαχίες της ελληνιστικής περιόδου, συγκροτήθηκε προς τα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ. και σύντομα ήλεγχε πολιτικά όλη την Πελοπόννησο. Μετά τις πρώτες εκδόσεις αργυρών τριωβόλων (ημιδράχμων) που είχαν κοινούς τύπους, κεφαλή Δία δαφνοστεφανωμένου στην εμπρό­σθια όψη και στην άλλη το μονόγραμμα ΑΧ της συμμαχίας μέσα σε στεφάνι, οι πόλεις-μέλη χάραξαν ενδεικτικά σύμβο­λα και μονογραφήματα, που δήλωναν την ταυτότητά τους. Τα νομίσματα αυτά χρησίμευαν για την πληρωμή του σιτηρέσιου των στρατιωτών αλλά και για άλλες συν­αλλαγές, όπως οι εμπορικές.

Τεχνική κατασκευής      

Οι σφραγίδες- μήτρες ήταν κατασκευασμένες από ορείχαλκο, σίδηρο ή μπρούντζο. Μια μήτρα μπορούσε να παράγει από 10.000 έως 30.000 νομίσματα. Ειδικοί τεχνίτες χάρασσαν τις μή­τρες για την τύπωση των νομισμάτων.
Η κατασκευή του αρχαίου νομίσματος γινόταν σε ειδικά κρατικά εργαστήρια, τα νομισματοκοπεία. Οι μεγαλύτερες πόλεις διέθεταν οργανωμένες εγκαταστάσεις. Στην ανασκαφή της αρχαίας Αγο­ράς της Αθήνας εντοπίστηκε και νομισματοκοπείο, που λειτουρ­γούσε από τα τέλη του 5ου αιώνα έως και τα χρόνια του Αυγούστου (27 π.Χ. – 14 μ.Χ.).

Σφραγίδα - μήτρα με την παράσταση της γλαύκας και τα σύμβολα της πόλης των Αθηνών για την αποτύπωση παράστασης στο νόμισμα.

Η τεχνική κατασκευής ξεκινούσε με τον καθαρισμό και με το λιώ­σιμο του μετάλλου. Όταν το μέταλλο με τη θέρμανση αποκτούσε υγρή μορφή το έχυναν σε καλούπια για να πάρει κυκλικό σχήμα, ή σχημάτιζαν ράβδους από τις οποίες έκοβαν κυκλικές πλάκες. Οι κυκλικές αυτές πλάκες μετάλλου, ακόμα και σήμερα, ονομάζονται πέταλα. Η αποτύπωση των παραστάσεων γινόταν με την τοποθέτη­ση των πετάλων ανάμεσα σε δυο σφραγίδες-μήτρες. Με την πίεση που προκαλούσε το χτύπημα ενός σφυριού στις σφραγίδες οι παρα­στάσεις αποτυπωνόταν στο πέταλο. Όταν το «πέταλο» ήταν παχύ, συνήθως θερμαινόταν πριν να χτυπηθεί. Η τεχνική αυτή κατασκευής νομισμάτων χρησιμοποιήθηκε έως και το 17ο αιώνα, οπότε γενικεύ­τηκε η χρήση των μηχανών.
Η πλειονότητα των αρχαίων πόλεων έκοψε αργυρά νομίσματα. Χρυσά νομίσματα κόπηκαν σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ή σε μεγα­λύτερο αριθμό από πόλεις που διέθεταν την πρώτη ύλη. Η χρήση τους γενικεύτηκε με το Φίλιππο Β’ και το γιο του Αλέξανδρο. Χαλκός χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά τον 4ο αιώνα, κυρίως για τις υποδιαιρέσεις κατώτερης αξίας. Καθοριστικός παράγοντας για την επιλογή του μετάλλου των νομισμάτων ήταν η ύπαρξη μεταλλευμά­των σε κάθε περιοχή. Δεν είναι πάντα γνωστό από που προμηθευ­όταν η κάθε πόλη μέταλλο για τα νομίσματά της. Η Αθήνα έπαιρνε άργυρο από το κοντινό της Λαύριο.
Τα αρχαία ελληνικά νομίσματα ήταν αποκλειστικά χρηστικά αντικείμενα. Οι Έλληνες όμως φρόντιζαν πολύ για την τελειότητα της κατασκευής τους και απέδωσαν καλλιτεχνικά τις παραστάσεις. Κάποιες φορές οι χαράκτες έγραφαν το όνομά τους επάνω στα νομίσματα.

Χρήση και κυκλοφορία του νομίσματος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο

Η χρήση των νομισμάτων στις συναλλαγές και τις πληρωμές δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., τα καθιέρωσε σταδιακά ως την επικρατέστερη μορφή χρήματος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Πόλεις – κράτη και ηγεμόνες εξέδωσαν τα δικά τους νομίσματα για να εδραιώσουν την αυτονομία τους, για να διευκολύνουν τις οικονομικές συναλλαγές τους και για να επω­φεληθούν από την ίδια τη διαδικασία της κοπής, κερδίζοντας σε μέ­ταλλο.
Ο αργυρός στατήρας, όπως προσδιοριζόταν στον κάθε σταθμητικό κανόνα, και το τετράδραχμο ήταν τα βασικά νομίσματα για κρατικές συναλλαγές ή για μεγάλης κλίμακας πληρωμές. Αντίθετα, για τις κα­θημερινές συναλλαγές χρησιμοποιούνταν οι μικρότερες αργυρές υποδιαιρέσεις, οι οποίες όμως δεν ήταν ιδιαίτερα πρακτικές λόγω του μικρού μεγέθους τους. Αυτό οδήγησε, ήδη από το β’ μισό του 5ου αιώνα π.Χ., στη σταδιακή αντικατάστασή τους από μεγαλύτερου μεγέθους νομίσματα σε χαλκό, αρκετά πιο φθηνό μέταλλο από τον άργυρο.
Για την έκδοση νομισμάτων σε πολύτιμο μέταλλο χρησιμο­ποιήθηκε, εκτός από τον άργυρο και το χαλκό, ο ήλεκτρος και ο χρυσός. Κατά κανόνα, η κοπή χρυσών νομισμάτων στον Ελλαδικό χώρο είναι σπάνια μέχρι και τα μέσα περίπου του 4ου αιώνα π.Χ., επειδή η αξία του χρυσού ήταν πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με τον άργυρο. Για αυτό το λόγο φυλασσόταν για περιόδους ανάγκης ή για σημαντικές πληρωμές.
Συνήθως τα ελληνικά κράτη επέβαλλαν τη χρήση των εκδόσεών τους μέσα στην εδαφική περιοχή τους, χωρίς να αποκλείουν ανα­γκαστικά την κυκλοφορία κοπών άλλων εκδοτριών αρχών, και ενίο­τε έπαιρναν άμεσα μέτρα για να το πετύχουν. Σε πολλές περιπτώσεις η νομισματική παραγωγή δεν ήταν συστη­ματική και μεταξύ των εκδόσεων μεσολαβούσαν μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ο αριθμός των νομισμάτων που εκδίδονταν είχε άμεση σχέση με τα μέταλλα που διέθεταν οι εκδίδουσες αρχές και το εύ­ρος των κερματικών συναλλαγών. Από τη διοχέτευσή τους στην αγορά, μέσω διαφόρων κρατικών πληρωμών, και της ανακύκλωσής τους, μέσω της κάθε είδους φορολογίας, παρεμβαλλόταν η κυκλο­φορία τους.
Χρήσιμες πληροφορίες για τη νομισματική κυκλοφορία αλλά και την οικονομία των διαφόρων περιοχών του ελληνικού κόσμου πα­ρέχουν τα νομίσματα, που ανακαλύπτονται τυχαία ή κατά τη διάρ­κεια των ανασκαφών, μεμονωμένα ή ως θησαυροί. Ιδιαίτερα οι θησαυροί, τα νομίσματα δηλαδή που αποκρύφθηκαν ή απωλέσθηκαν ως σύνολα στο παρελθόν, αποτελούν σημαντική πηγή και για τη χρονολόγηση των νομισμάτων.

«Θησαυρός» Από την Ακρόπολη Αθηνών, 1886

Ο «θησαυρός» από 62 αργυρά νομίσματα ήρθε στο φως κατά τη διάρκεια των ανασκαφών του 1886 στο βράχο της Ακρόπολης. Βρέθηκε κοντά στο Ερέχθειο, σε στρώμα που συμπεριλάμβανε μαρμάρινες αναθηματικές κόρες, κομμάτια επιγραφών και πήλινα αντικείμενα. Πρόκειται για το στρώμα καταστροφής, που σχετίζεται με την πυρκαγιά που προκάλεσαν οι Πέρσες στα μνημεία του ιερού βράχου, όταν κατέλαβαν την Αθήνα το 480 π.Χ. Το εύρημα περιλαμβάνει μόνον αθηναϊκές κοπές. Ένα τμήμα του είναι οι μικρές υποδιαιρέσεις, όπως οβολοί με τον τύπο του τρο­χού, που ανήκουν στα χρόνια της διακυβέρνησης της πόλης από την οικογένεια των Πεισιστρατιδών (560-510 π.Χ.).
Τα περισσό­τερα όμως νομίσματα είναι πρώιμες γλαύκες, δηλαδή τετράδραχμα με την κεφαλή της Αθηνάς στην πρόσθια όψη και τη γλαύκα στην άλλη. Το κακότεχνο της κατασκευής των συγκεκριμένων νομι­σμάτων πιθανόν να οφείλεται στη μαζική παραγωγή τους που χρονολογείται τη δεκαετία του 480 π.Χ., λίγα χρόνια πριν την εισβολή των Περσών. Την περίοδο αυτή οι Αθηναίοι εξέδωσαν μεγάλη ποσότητα νομισμάτων για να ναυπηγήσουν και να συντηρήσουν ισχυρό στόλο από τριήρεις.
Ο «θησαυρός» ίσως να ήταν μια προσφορά σε κάποιο από τα ιερά της Ακρόπολης. Η έκφραση ευλάβειας προς το θείο συχνά συν­δέθηκε με την εξαγορά της ευμένειας του θεού με την προσφορά υλικών αγαθών, με αποτέλεσμα στα ιερά να συγκεντρώνονται πλούσια αναθήματα. Η συγκέντρωση μεγάλου πλούτου από τα ιερά είχε σαν επακόλουθο την ανάπτυξη έντονης οικονομικής δραστη­ριότητας σε αυτούς τους χώρους, όπως για παράδειγμα την κατάθεση χρημάτων προς φύλαξη αλλά και τη λήψη δανείων.

«Θησαυρός» Από την Όλυνθο Χαλκιδικής, 1931
  
Ο «θησαυρός» εντοπίστηκε σε οικία της Ολύνθου στη Χαλκιδική κατά τη διάρκεια εκτεταμένων ανασκαφών στον αρχαίο οικισμό. Αποτελείται από 34 αργυρά νομίσματα, από τα οποία 33 είναι τετράδραχμα της Χαλκιδικής Συμμαχίας και ένα τετράδραχμο της Ακάνθου, πόλης στην ανατολική Χαλκιδική.
Πρόκειται για ένα ποσό 136 δραχμών, αρκετά σημαντικό αν αναλογιστούμε ότι την εποχή αυτή η τιμή πώλησης ενός ακινήτου ξεκινούσε από τις 280 δραχμές. Η Όλυνθος ήταν η πρωτεύουσα της Χαλκιδικής Συμμαχίας, η οποία από τα τέλη του 5ου και το πρώτο μισό του 4ου αιώνα π.Χ., αποτέλεσε ι­σχυρή πολιτική, στρατι­ωτική και οικονομική δύ­ναμη στο βορειοελλαδι­κό χώρο. Η σπουδαιότη­τα της Συμμαχίας αντα­νακλάται και στην πλού­σια νομισματική της πα­ραγωγή. Η δαφνοστεφανωμένη κεφαλή του Απόλ­λωνα στην πρόσθια και η κιθάρα του θεού στην οπίσθια όψη των νομισμάτων των Χαλκιδέων, θεωρούνται από τις αριστοτεχνικότερες παραστάσεις της αρχαίας σφραγιστικής. Οι Χαλκιδείς αντιστάθηκαν με σθένος στα σχέδια του Φίλιππου Β’, βασιλιά της Μακεδονίας, για επέκταση του βασιλείου του.
Η Συμμαχία διαλύθηκε το 348 π.Χ., όταν ο μακε­δόνας βασιλιάς κατέλαβε ύστερα από πολιορκία την Όλυνθο και σε επίδειξη ισχύος κατέστρεψε την πόλη και εξανδραπόδισε τους κατοίκους της. Με αυτό το γεγονός πολύ πιθανόν να συνδέεται και η απόκρυψη του «θησαυρού». Ο κάτοχος των νομισμάτων απέκρυ­ψε στο μαγειρείο της οικίας του ό,τι πιο πολύτιμο είχε στα χέρια του, με την προσδοκία μετά την πάροδο του κινδύνου να αναζητή­σει το «θησαυρό» του.

«Θησαυρός» Από την Αρχαία Κόρινθο, 1930

Ο «θησαυρός» βρέθηκε σε μια κοιλότητα του εδάφους κάτω από το δάπεδο της βόρειας στοάς στην Αγορά της αρχαίας Κορίνθου. Αποτελείται από ένα χρυσό περιδέραιο και 51 χρυσούς στατήρες — 41 του Φιλίππου Β’ και 10 του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τα νομί­σματα του Φιλίππου προέρχονται από τα νομισματοκοπεία της Πέλ­λας και της Αμφίπολης, ενώ του Αλεξάνδρου από τα νομισματοκο­πεία της Αμφίπολης, της Μιλήτου, της Ταρσού, της Σαλαμίνας στην Κύπρο και της Σιδώνας.

Χρυσοί στατήρες Φιλίππου Β΄ και Αλεξάνδρου Γ΄ από το θησαυρό της Αρχαίας Κορίνθου.

Η ανεύρεση εκδόσεων των μακεδόνων βασιλέων στην Κόρινθο πιθανόν να σχετίζεται με την παρουσία των μακεδονικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο μετά το 338 π.Χ. και την εγκατά­σταση φρουράς για τον έλεγχο του Ισθμού. Ο «θησαυρός» πρέπει να αποκρύφθηκε μετά το 330 π.Χ., όταν ο Αλέξανδρος είχε πλέον καταλύσει την Περσική αυτοκρατορία και επέκτεινε τα όρια του κρά­τους του προς τα βάθη της Ανατολής. Εκείνη την εποχή καθιερώθηκε η συστηματική έκδοση και η ευρύ­τερη χρήση του χρυσού νομίσματος στον ελληνικό κόσμο.
Η έντονη εκμετάλλευση των μεταλλείων χρυ­σού στη Μακεδονία από τον Φίλιππο Β’ και η πρόσ­βαση του Αλεξάνδρου στα πλούσια αποθέματα της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών επέτρεψε την κοπή χρυσών νομισμάτων σε μεγάλες ποσότητες που κατέ­κλυσαν τις αγορές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μει­ωθεί η αναλογία του χρυσού προς τον άργυρο από 1:13 σε 1:10. Έτσι, ο κάθε χρυσός στατήρας του «αντιστοιχούσε σε 20 αργυρές δραχμές, όσο περίπου ήταν ο μηνιαίος μισθός ενός πεζού στρατιώτη.

«Θησαυρός» από τη Μύρινα Καρδίτσας, 1970

Ο «θησαυρός», τυχαίο εύρημα που εντοπίσθηκε μέσα σε μελαμβαφή όλπη, αποτελείται από 149 στατήρες Αίγινας. Απ’ αυτούς οι 131 έχουν την παράσταση της θαλάσσιας χελώνας, και τοποθετούνται χρονολογικά στον πρώιμο 5ο αιώνα π.Χ. Οι υπόλοιποι 18 στατήρες ανήκουν στον τύπο της χερσαίας χελώνας, που υιοθετήθηκε μετά την απώλεια της ανεξαρτησίας του νησιού, το 457 π.Χ.
Η απόκρυψη του «θησαυρού» χρονολογείται γύρω στο 440 π.Χ. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα υστερόσημα, σφραγίσματα μεταγενέστερα με τα οποία επαναφέρει στην κυκλοφορία τα κέρματα η ίδια εκδίδουσα αρχή ή κάποια άλλη, επίσημη ή όχι, και συναντώνται τόσο στους πρώιμους όσο και στους οψιμό­τερους στατήρες του «θησαυρού».
Φαίνεται πως σχετίζονται με τη σταδιακή έλλειψη αυτού του είδους νομισμάτων από τις συναλλαγές, που με τη σειρά της οφείλεται στην κάμψη της νομισματικής παραγωγής της Αίγινας. Πάντως στην περιοχή της Θεσσαλίας, μολονότι είχαν ήδη κυκλοφορήσει οι πρώτες τοπικές αργυρές κοπές, ακολουθώντας και αυτές τον αιγινητικό νομισματικό σταθμητικό κανόνα, η επίμονη προτίμηση του νομίσματος της Αίγινας στις συναλλαγές και τους αποθησαυρισμούς απηχεί τον διεθνή χαρακτήρα του. 

Νομίσματα από το Κωρύκειον Άντρον

Το Κωρύκειον Άντρον στις πλαγιές του Παρνασσού, όχι μακριά από το πανελλήνιο ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς, υπήρξε στην αρχαιότητα τό­πος λατρείας του Πάνα και των Νυμφών. Οι ανασκαφές στο εσωτερικό του σπη­λαίου αποκάλυψαν πλήθος τεχνουργη­μάτων, όπως πήλινα ειδώλια, αγαλματί­δια, αγγεία και νομίσματα, κατάλοιπα της λατρευτικής δραστηριότητας στο ιερό. Τα περισσότερα από τα εκατό νομίσματα που περισυλλέγησαν, είναι χάλκινα και χρονολογούνται στον 4ο και 3ο αιώνα π.Χ. Τα 2/5 των νομισμάτων εκδόθηκαν από νομισματοκοπεία γειτονικά με το Κω­ρύκειον Αντρον, όπως των Φωκέων, των Λοκρών και των Αιτωλών.
Τα υπόλοιπα προέρχονται από περισ­σότερο απομακρυσμένες περιοχές, όπως τη Θεσσαλία, την Ατ­τική, την Πελοπόννησο, την Κέρκυρα, τη Λευκάδα, τη Μακεδονία και τη Μ. Ασία. Τα νομισματικά ευρήματα μαρτυρούν για την ποι­κίλη προέλευση των προσκυνητών του ιερού. Η καθιέρωση των χάλκινων νομισμάτων στο μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού κόσμου από τον 4ο αιώνα π.Χ. έπαιξε σημαντικό ρόλο στην καθη­μερινή ζωή καθώς αποσκοπούσε στη διευκόλυνση των συναλλα­γών τοπικού χαρακτήρα και στην εξοικονόμηση πολύτιμου μετάλλου με την αντικατάσταση αργυρών κοπών. Σε αντίθεση με τα νομίσματα από ευγενή μέταλλα, οι χάλκινες κοπές χρησι­μοποιούνταν από όλα τα κοινωνικά στρώματα, και κυρίως από όσους συμμετείχαν στις πανηγύρεις, τις αγορές, τα δικα­στήρια, τους ταξιδιώτες. Συνεπώς, η κυκλοφορία και η γεω­γραφική εξάπλωση του χάλκινου νομίσματος είναι περισσότερο αντιπροσωπευτική της διακίνησης των ανθρώπων.       
                                                                                                   
Ιδεολογία και συμβολισμός

Τα νομίσματα ήταν αντικείμενα ευρείας χρήσης. Στην επιφάνειά τους αποτυπώνονταν θέματα χαρακτηριστικά της πόλης και εύκο­λα αναγνωρίσιμα από τους πολίτες. Με αυτή την έννοια, στην παρά­σταση και στην επιγραφή των νομισμάτων, συμπυκνώνονταν τα σύμ­βολα της κάθε ανεξάρτητης πόλης – κράτους και αργότερα του κάθε ηγεμόνα.
Μυθολογικές παραστάσεις και Θεοί
Αργυρός στατήρ Κορίνθου, περ. 340-325 π.χ.
Στα νομίσματα των πόλεων απεικονίζονται θέματα από την αρχαία ελληνική μυθολογία και τη θρησκεία. Πρόκειται για μύθους που τις περισσότερες φορές αφορούν στην τοπική ιστορία της πόλης (καταγωγή, τοπικοί ήρωες, προέλευση του ονόματος, ιδρυτές), κάνοντας έτσι και τα νομίσματα περισσότερο ανα­γνωρίσιμα. Το φτερωτό άλογο Πήγασος, ξεπήδησε από τη Μέδουσα Γοργώ, όταν την αποκεφάλισε ο Περσέας. Η Αθηνά Χαλινίτις, έδωσε στο μυθικό ήρωα Βελλερεφόντη τα χαλινάρια για να τον δαμάσει στην Κόρινθο, δίπλα στην πηγή Πειρήνη, σύμφωνα με το μύθο. Το δίπτυχο Πήγασος-Αθηνά είναι ο κύριος τύπος των κορινθιακών νομισμάτων από τον 6ο αιώνα π.Χ. έως το τέλος της κορινθιακής νομισματοκοπίας τον 3ο αιώνα μ.Χ.
Χλωρίδα – Πανίδα
Από τις πιο αγαπητές νομισματικές παραστάσεις είναι αυτές που προέρχονται από το βασίλειο των ζώων και των φυτών. Τις περισσό­τερες φορές επιλέχθηκαν γιατί ήταν τα κύρια προϊόντα μιας πόλης ή γιατί συνδέονταν με το όνομά της. Ζώα της ξηράς και της θάλασσας, αμφίβια και ερπετά, πτηνά και έντομα, δέντρα, φύλλα, καρποί, φρού­τα και κάθε λογής φυτά, κοσμούν νομίσματα διαφόρων πόλεων.
Στα τετράδραχμα της Εφέσου, η μέλισσα συνδέεται με τη λατρεία της Αρτέμιδος, αφού οι ιέρειές της ήταν γνωστές ως «μέλισσαι». Σταθερός νομισματικός τύπος της Κυρήνης υπήρξε η παράσταση του φυτού σιλφίου, χάρη στο εμπόριο του οποίου η πόλη όφειλε την πλεονεκτική της θέση ανάμεσα στις ελληνικές αποικίες της Αφρικής.
Το σίλφιον δεν υπάρχει πια ως φυτικό είδος και παραδίδεται από τους αρχαίους συγγραφείς Θεόφραστο και Διοσκουρίδη ως φάρ­μακο για όλες τις ασθένειες. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι στην εποχή του βρέθηκε μόνο ένα φυτό σιλφίου, το οποίο πρόσφεραν στον αυτοκράτορα Νέρωνα ως το τελευταίο δείγμα αυτού του πασίγνωστου τότε είδους. Το σέλινο που αποδίδεται φυσιοκρατικά, στην πρό­σθια όψη των αργυρών αλλά και των χάλκινων νομισμάτων του Σελινούντος στη Σικελία, λειτουργούσε και ως «λαλούν σύμβολο» της πόλης. Η παράσταση του φυτού με την ίδια ονομασία με την πόλη, κάνει άμεσα ανα­γνωρίσιμο το νόμισμα και αυτή είναι μια πρακτική που ακολού­θησαν πολλές πόλεις.
 Γλυπτά
Πολλές φορές στα νομίσματα απεικονίστηκαν γλυπτά έργα που ήταν ονομαστά στην αρχαιότητα και η φήμη τους διατηρήθηκε με το πέρασμα του χρόνου. Οι χαράκτες της αρχαϊκής και της κλασικής εποχής απέφυγαν, κατά κανόνα, να αντιγράψουν σύγχρονα γλυπτά έργα και προτίμησαν να διατηρήσουν μια αυτονομία στην τέχνη τους. Οι χαράκτες όμως της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής εποχής πολύ συχνά αντέγραψαν έργα της κλασικής εποχής, αποτυπώνοντας το μεγαλείο της δημιουργίας των προκατόχων τους.

Αργυρή δραχμή Επιδαύρου (πρώτο τέταρτο 3ου αιώνα π.χ.)

Τα νομίσματα αυτά έγιναν έτσι πολύτιμοι μάρτυρες για έργα που δεν σώζονται και βοήθησαν στην αναπαράστασή τους από τη νεώτερη έρευνα. Στα νομίσματα της Επιδαύρου, απεικονίζεται ο τύπος του χρυσελε­φάντινου αγάλματος του Ασκληπιού, θεού της ιατρικής, καθιστού με σκήπτρο και φίδι. Βρισκόταν στην Επίδαυρο, έδρα της λατρείας του Ασκληπιού και ήταν φημισμένο έργο του γλύπτη Θρασυμήδη από την Πάρο. Πρόκειται για σπάνια περίπτωση κατά την οποία το νόμισμα και το γλυπτό ανήκουν στην ίδια εποχή.

Πορτραίτα
Οι ηγεμόνες των ελληνιστικών βασιλείων τόλμησαν να απεικονί­σουν τα πορτραίτα τους στα νομίσματά τους, μια συνήθεια που είχαν ξεκινήσει ήδη από τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. οι σατράπες της υπό περσική κατοχή Ανατολής. Αυτή η τακτική, που στα ρωμαϊ­κά χρόνια έγινε κανόνας, εξυπηρετούσε διάφορους σκοπούς.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά με τα οποία επέλεγε να αποδοθεί ο κάθε ηγεμόνας, δηλαδή το διάδημα, απλή ταινία ή με κέρατα, η δορά ελέφαντα, το ακτινωτό στέμμα, το κράνος, του προσέδιδαν μεγα­λύτερη αίγλη ως σύμβολα εξουσίας ή θεοποίησης και τον συνέδε­αν στις συνειδήσεις των λαών τους με συγκεκριμένα πρότυπα. Οι εικονιστικές αυτές κεφαλές μετέφεραν και διέδιδαν την εικόνα του βασιλέα, ηγεμόνα ή μονάρχη και την έκαναν γνωστή, προπαγανδί­ζοντας τη δύναμή του, σε συνδυασμό και με τις μεγαλεπήβολες επιγραφές στα νομίσματα που έκοψαν.
Από τεχνικής απόψεως τα πορτραίτα, στην αρχή ιδεαλιστικά, στη συνέχεια ρεαλιστικά, άλλες φορές είναι στατικά και δείχνουν περιο­ρισμένα στην κυκλική επιφάνεια των νομισμάτων και άλλες φορές διακρίνονται από δυναμισμό και ελευθεριότητα, που προδίδουν τη δύναμη και την τόλμη του χαράκτη τους.
Γυναικεία πορτραίτα απα­ντούν κατεξοχήν στα νομίσματα του βασιλείου της Αιγύπτου. Στους χρυσούς στατήρες, που εξέδωσαν οι ελληνικές πόλεις περί το 196 π.Χ., προκειμένου να τιμήσουν τον ρωμαίο στρατηγό Τίτο Φλαμινίνο, για την νίκη του εναντίον του Φιλίππου Ε’ στις Κυνός Κεφαλές (197 π.Χ.), αποτυπώθηκε ένα ρεαλιστικό πορτραίτο του. Αποτελεί ταυτοχρόνως ένα από τα τελευταία του είδους του ελληνιστικό πορτραίτο σε ευρωπαϊκό έδαφος και το πρώτο ρωμαϊκό. Το πορτραίτο του βασιλιά Ευκρατίδη Α’ της Βακτρίας αποδίδεται με κράνος και ψηλό λοφίο, κέρατο και αυτί βοδιού, στοιχεία που εμπλουτίζουν τη φυσιοκρατική εικόνα του.

Οικοδομήματα
Πολλές ελληνικές πόλεις απεικόνισαν στην οπίσθια όψη των νομισμάτων τους οικοδομήματα και αρχιτεκτονικά σύνολα. Σ’ αυτά συγκαταλέγονται ναοί και ιερά διαφόρων αρχιτεκτονικών τύπων, που πολλές φορές αποδίδονται προοπτικά ή άλλες με στοιχεία του περιβάλλοντος χώρου και συνήθως συνοδεύονται από το λατρευτικό άγαλμα του θεού, στο εσωτερικό τους. Στις περιπτώσεις των σύνθετων οικοδομημάτων και των αρχιτεκτονικών συμπλεγμάτων από δυο ή περισσότερους ναούς οι χαράκτες εκμεταλλεύτηκαν με άριστο τρόπο την μικρή μεταλλική επιφάνεια των νομισμάτων.
Στο ίδιο εικονογραφικό θέμα ανήκουν παραστάσεις με τείχη πόλεων, πύλες και αψίδες, βωμούς, γέφυρες, αλλά και λιμάνια με νεώρια, φάροι, καθώς και ειδικές κατασκευές με συγκεκριμένη χρήση. Στην πίσω πλευρά χάλκινου νομίσματος της Αλεξάνδρειας απεικονίζεται ο Φάρος της πόλης, ένα από τα επτά θαύματα της αρχαιότητας, η φήμη του οποίου είναι γνωστή ως τις μέρες μας. Ήταν έργο του έλληνα αρχιτέκτονα Σωστράτου και παραγγέλθηκε από τον Πτολεμαίο Β’ (286-246 π.Χ.).

Κείμενα των: Δέσποινας Ευγενίδου, Ευαγγελίας Αποστόλου, Γιάννη Στόγια, Παναγιώτη Τσελέκα, Μαίρης Φουντουλή, Ευτέρπης Ράλλη, * Αλέξη Τότσικα.
   
Πηγές

  • Υπουργείο Πολιτισμού – Νομισματικό Μουσείο, «Η Ιστορία του Νομίσματος», Αθήνα, χ.χ.
  • Αλέξης Τότσικας, «η δραχμή μας», Ιστόραμα, 2002.
  • Ιστορία των νομισμάτων, «Ήτοι εγχειρίδιον ελληνικής νομισματικής / Barclay V. Head», μεταφρασθέν εκ της αγγλικής και συμπληρωθέν υπό Ιωάννου Ν. Σβορώνου, πίνακες Α΄-ΛΕ΄, Εν Αθήναις, Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου, 1898.
  • Αδαμάντιος Γ. Κρασανάκης, «Νομισματική Ιστορία και τα Αρχαία Νομίσματα Κρήτης». Αθήνα, 2003.


 Πηγή





Διαβάστε περισσότερα...